Ο Κάρολος Θ΄ (Charles IX de France, 27 Ιουνίου 1550 - 30 Μαΐου 1574) ήταν μονάρχης του Οίκου των Βαλουά που κυβέρνησε ως βασιλιάς της Γαλλίας από το 1560 έως τον θάνατό του. Γεννήθηκε ως Κάρολος Μαξιμιλιανός της Γαλλίας. Πατέρας του ήταν ο βασιλιάς Ερρίκος Β΄ της Γαλλίας και μητέρα του η Αικατερίνη των Μεδίκων.
Η αντιβασιλεία της Αικατερίνης των Μεδίκων
Ανέβηκε στον θρόνο σε ηλικία δέκα ετών, μετά τον θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού του, Φραγκίσκου Β΄ το 1560.
Την εξουσία ασκούσε επ’ ονόματί του η μητέρα του Αικατερίνη των Μεδίκων μέσα σε μιαν άκρως τεταμένη ατμόσφαιρα, καθώς είχαν αρχίσει οι συγκρούσεις που οδήγησαν στους οκτώ εμφυλίους θρησκευτικούς πολέμους της Γαλλίας μεταξύ καθολικών και διαμαρτυρομένων (Ουγενότων). Επί πλέον, δυο οικογένειες που ηγούνταν των θρησκευτικών παρατάξεων, οι Γκυζ και οι Βουρβόνοι, εποφθαλμιούσαν τον θρόνο, σε αγώνα που εντεινόταν μια και οι γιοι της Αικατερίνης ήταν όλοι χωρίς γιους και ασθενικής κράσης.
Η Αικατερίνη προσπαθούσε να εξισορροπήσει τα πράγματα παραχωρώντας περιορισμένες ελευθερίες στους Ουγενότους και στρέφοντας τους Γκυζ κατά των Βουρβόνων και αντίστροφα. Εννοείται βέβαια ότι βαλλόταν πανταχόθεν και κυρίως από τους καθολικούς σ’ αυτή την φάση της διαμάχης.
Ενηλικίωση - Η Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου
Το 1563 ο Κάρολος ανακηρύχθηκε ενήλικος και η Αικατερίνη παρέδωσε την αντιβασιλεία όχι όμως και την εξουσία. Ήδη είχαν αρχίσει οι θρησκευτικοί πόλεμοι με χιλιάδες θύματα και αλλεπάλληλες δολοφονίες ηγετών των παρατάξεων.
Η πλάστιγγα εκλινε εμφανώς υπέρ των της συντριπτικής πλειονότητος των καθολικών (περίπου 90 τοις εκατόν), όταν τον Αύγουστο του 1670, ο χωρίς πρωτοβουλίες ως τότε Κάρολος υπέγραψε απροσδόκητα την Ειρήνη του Σαιν Ζερμαίν, παραχωρώντας στους Ουγενότους πολύ περισσότερα απ’ όσα δικαιολογούσαν οι συχνές ήττες τους. Οι καθολικοί εξεμάνησαν αλλά η Αικατερίνη πλειοδότησε προσφέροντας την κόρη της Μαργαρίτα των Βαλουά στον βασιλιά της Ναβάρρας Ερρίκο, αρχηγό της προτεσταντικής παράταξης.
Ο γάμος αυτός ήταν η αφορμή για την Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Χιλιάδες ένοπλοι Ουγενότοι ήρθαν στο Παρίσι για να συμμετάσχουν στις γιορτές των γάμων αλλά και για να προστατεύσουν τον Ερρίκο της Ναβάρρας. Οι καθολικοί το θεώρησαν πρόκληση και απειλή. Στις 22 Αυγούστου 1572 ο ηγέτης των Ουγενότων ναύαρχος Κολινύ, που ο Κάρολος αποκαλούσε «πατέρα μου», τραυματίστηκε σε δολοφονική απόπειρα εναντίον του. Ο Κάρολος εξεμάνη και οι Ουγενότοι απειλούσαν να εφαρμόσουν αυτοί τον νόμο. Η Αικατερίνη φέρεται ότι αυτή είχε οργανώσει την δολοφονία του ναυάρχου ο οποίος εξωθούσε τον βασιλιά σε πόλεμο με την καθολική Ισπανία.
Ο Κάρολος απαιτούσε την ανεύρεση και τιμωρία των δραστών της απόπειρας αλλά όλη την 23η Αυγούστου η Αικατερίνη τον κατέκλυζε με πληροφορίες περί επικείμενης ανταρσίας των Ουγενότων, απαγωγής του σε προτεσταντικό φρούριο και ενδεχομένως θανάτωσής του. Στις δέκα το βράδυ, περιστοιχισμένη από τους συμβούλους της, τον έθεσε προ φοβερών διλημμάτων : αν νικούσαν οι Ουγενότοι ήταν χαμένος. Αν νικούσαν οι καθολικοί ερήμην του, πάλι χαμένος ήταν. Ο Κάρολος προσπάθησε ν’ αντισταθεί όσο μπορούσε, μιλώντας για σύλληψη και δίκη των όποιων στασιαστών αλλά του είπαν ότι ήταν πια πολύ αργά για τέτοιες ενέργειες. Η Αικατερίνη απείλησε ότι θα φύγει στην Ιταλία. Τα μεσάνυχτα ο Κάρολος, που ούτως ή άλλως δεν διακρινόταν για την ψυχική του ισορροπία, είχε φτάσει σε κατάσταση παραφροσύνης. Εκτοξεύοντας βλαστήμιες και κατάρες, έδωσε την έγκρισή για την θανάτωση του ναυάρχου και κραύγασε «Αλλά πρέπει να σκοτώσετε όλους του Ουγενότους για να μη μείνει κανείς να με κατηγορεί. Σκοτώστε τους όλους !»
Η σφαγή άρχισε τα χαράματα της 24ης Αυγούστου και ήταν πρωτοφανής. Το μεσημέρι ο Κάρολος έδωσε κάποιες αντιφατικές διαταγές για να την σταματήσει αλλά την Δευτέρα 25 του μηνός η σφαγή ξανάρχισε και επεκτάθηκε στην επαρχία. Στις 26 του μηνός ο βασιλιάς διέσχισε εν πομπή τους γεμάτους πτώματα δρόμους και βεβαίωσε το Παρλαμέντο του Παρισιού ότι αυτός είχε διατάξει την εξολόθρευση των Ουγενότων. Στις 28, με την βασιλομήτορα και την αυλή, περιήλθε πολλές εκκλησίες ευχαριστώντας τον Θεό για την εξάλειψη της αίρεσης και την σωτηρία της βασιλικής οικογένειας. Εν τω μεταξύ, σε κατάσταση πλήρους ανισορροπίας, έγραφε στους διοικητές των επαρχιών να σκοτώσουν ή να προστατέψουν τους Ουγενότους.
Ο αρχηγός των Ουγενότων Ερρίκος της Ναβάρρας, προς τον οποίον ο βασιλιάς ένιωθε μεγάλη φιλία και που η πεθερά του Αικατερίνη ήθελε ως αντίβαρο στις φιλοδοξίες των Γκυζ, σώθηκε ασπαζόμενος τον Καθολικισμό. Αλλά οι προτεσταντικές πόλεις παρέμειναν στα χέρια των Ουγενότων. Και σ’ ένα αποκορύφωμα ανακολουθίας, ο Κάρολος υπέγραψε τον Ιούλιο του 1573 την Ειρήνη της Ροσέλ εγγυώμενος θρησκευτική ελευθερία στους Ουγενότους.
Το τέλος
Η ένταση της διαμάχης, η φυματίωση από την οποία υπέφερε και προ παντός η σφαγή, οδήγησαν στην κατάρρευση του Καρόλου. Μερικές φορές περηφανευόταν για ό,τι έγινε, θεωρώντας ότι η σφαγή ήταν έργο του, ενώ ήταν υποχείριο της μητέρας του και των ντε Γκυζ. Όσο όμως περνούσε ο καιρός άρχισε να κατηγορεί τον εαυτό του γιατί έδωσε την έγκρισή του και καταριόταν την μητέρα του : «Εσείς είστε η αιτία όλων αυτών». Την άνοιξη του 1574 άρχισε να φτύνει αίμα και είχε παροξυσμούς. «Τί αιματοχυσία !» κραύγαζε «τί δολοφονίες ! Ποια κακή συμβουλή ακολούθησα ! Συγχώρεσέ με, Θεέ μου ! Είμαι χαμένος!». Στις 30 Μαΐου κάλεσε τον Ερρίκο της Ναβάρρας. Τον αγκάλιασε και του είπε : «Αδελφέ, χάνεις ένα καλό φίλο. Αν τους άκουγα δεν θα είσουν ζωντανός τώρα. Αλλά πάντοτε σ’ αγαπούσα. Φρόντισε την γυναίκα και την κόρη μου και ικέτευε τον Θεό για μένα. Χαίρε». Πέθανε την ίδια μέρα σε ηλικία είκοσι τεσσάρων χρόνων. Τον διαδέχτηκε ο αδελφός του Ερρίκος Γ΄ και αυτόν ο Ερρίκος της Ναβάρρας ως Ερρίκος Δ΄.
Οικογένεια
Το 1570 ο Κάρολος νυμφεύτηκε την Ελισάβετ των Αψβούργων, κόρη του Μαξιμιλιανού Β΄ αρχιδούκα της Αυστρίας και βασιλιά της Ουγγαρίας, Βοημίας, Γερμανίας, με την οποία απέκτησε την Μαρία-Ελισάβετ που απεβίωσε 5ετής.
Από την ερωμένη του Μαρί Τουσέτ απέκτησε έναν εκτός γάμου γιο:
(νόθος) Κάρολος 1573-1650, δούκας της Ανγκουλέμ, κόμης του Ωβέρν.
Γάλλοι Μονάρχες
Καρολίγγειοι
(751–888, 898–922, 936–987)
Πιπίνος ο Βραχύς (751–768) Καρλομάν Α΄ (768–771) Καρλομάγνος (768–814) Λουδοβίκος ο Ευσεβής (814–840) Κάρολος ο Φαλακρός (843–877) Λουδοβίκος ο Τραυλός (877–879) Λουδοβίκος Γ΄ (879–882) Καρλομάν Β΄ (879–884) Κάρολος ο Παχύς (885–888) Κάρολος Γ΄ (898–922) Λουδοβίκος Δ΄ (936–954) Λοθάριος (954–986) Λουδοβίκος Ε΄ (986–987)
Ροβερτιανοί
(888–898, 922–923)
Εύδης Α΄ (888–898) Ροβέρτος Α΄ (922–923)
Μποσονίδες
(923–936)
Ραούλ Α΄ (923–936)
Οίκος των Καπέτων
(987–1328)
Ούγος Καπέτος (987–996) Ροβέρτος Β' (996–1031) Ερρίκος Α' (1031–1060) Φίλιππος Α' (1060–1108) Λουδοβίκος ΣΤ' (1108–1137) Λουδοβίκος Ζ' (1137–1180) Φίλιππος Β' (1180–1223) Λουδοβίκος Η' (1223–1226) Λουδοβίκος Θ' (1226–1270) Φίλιππος Γ' (1270–1285) Φίλιππος Δ' (1285–1314) Λουδοβίκος Ι' (1314–1316) Ιωάννης Α' (1316) Φίλιππος Ε' (1316–1322) Κάρολος Δ' (1322–1328)
Οίκος των Βαλουά
(1328–1498)
Φίλιππος ΣΤ' (1328–1350) Ιωάννης Β' (1350–1364) Κάρολος Ε' (1364–1380) Κάρολος ΣΤ' (1380–1422) Κάρολος Ζ' (1422–1461) Λουδοβίκος ΙΑ' (1461–1483) Κάρολος Η' (1483–1498)
Οίκος των Βαλουά-Κλάδος της Ορλεάνης
(1498–1515)
Λουδοβίκος ΙΒ΄ (1498–1515)
Οίκος των Βαλουά-Ανγκουλέμ
(1515–1589)
Φραγκίσκος Α΄ (1515–1547) Ερρίκος Β΄ (1547–1559) Φραγκίσκος Β΄ (1559–1560) Κάρολος Θ΄ (1560–1574) Ερρίκος Γ΄ (1574–1589)
Οίκος των Βουρβόνων
(1589–1792, 1814–1815, 1815–1830)
Ερρίκος Δ΄ (1589–1610) Λουδοβίκος ΙΓ΄ (1610–1643) Λουδοβίκος ΙΔ΄ (1643–1715) Λουδοβίκος ΙΕ΄ (1715–1774) Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ (1774–1792) Λουδοβίκος ΙΖ΄ (διεκδικητής του θρόνου, 1792–1795) Λουδοβίκος ΙΗ΄ (1814–1824) Κάρολος Ι΄ (1824–1830) Λουδοβίκος-Αντώνιος του Αρτουά (1830) Ερρίκος Ε΄ (1830)
Οικογένεια Βοναπάρτη
Πρώτη Αυτοκρατορία (1804–1814, 1815)
Μέγας Ναπολέων Α΄ (1804–1814, 1815) Ναπολέων Β΄ (1815)
Οίκος των Βουρβόνων-Ορλεάνης
Ιουλιανή Μοναρχία (1830–1848)
Λουδοβίκος Φίλιππος Α΄ (1830–1848)
Οικογένεια Βοναπάρτη
Δεύτερη Αυτοκρατορία (1852–1870)
Ναπολέων Γ΄ (1852–1870)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License