.
Ο Γερμανός Α΄ διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατά τα έτη 715 ως 730.
Καταγόταν από επιφανή οικογένεια. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, πιθανότατα το 634. Το 668 ο πατέρας του, πατρίκιος Ιουστινιανός, δολοφονήθηκε για πολιτικούς λόγους και ο ίδιος εξαναγκάστηκε να ευνουχιστεί και να καταταγεί στον κλήρο.
Επί Πατριάρχη Κύρου, περί το 705 ή 706, χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Κυζίκου. Το διάστημα εκείνο, ο Αυτοκράτορας Φιλιππικός Βαρδάνης επιχειρούσε να καταδικαστούν οι αποφάσεις της Στ' Οικουμενικής Συνόδου κατά του Μονοφυσιτισμού και του Μονοθελητισμού. Για το σκοπό αυτό συνεκάλεσε Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, τα πρακτικά της οποίας όμως έχουν χαθεί, και δεν υπάρχει άλλη μαρτυρία για το εάν ο Γερμανός υπέγραψε ή όχι. Πάντως, το γεγονός ότι δεν ήταν Μονοθελητής φαίνεται και από το ότι αμέσως μετά την εκλογή του στον Πατριαρχικό Θρόνο το 715 συνεκάλεσε Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επικύρωσε τις αποφάσεις της Στ΄ Οικουμενικής Συνόδου και αναθεμάτισε τον Κύρο και το Σέργιο.
Από τις πρώτες προτεραιότητες του Γερμανού ήταν η προσέγγιση με την Αρμενική Εκκλησία. Ήταν τόσο ειλικρινής η επιθυμία του για ένωση των δύο εκκλησιών, και τόση η συμβολή του στην κατεύθυνση αυτή, ώστε η Αρμενική Εκκλησία να τον τιμήσει συνεορτάζοντας τη μνήμη του με την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Επί των ημερών της Πατριαρχίας του ξέσπασε η εικονομαχική έριδα. Στους πρωταιτίους της, επισκόπους Νακωλείας Κωνσταντίνο, Εφέσου Θεοδόσιο και Κλαυδιουπόλεως Θωμά, ο Γερμανός απέστειλε τρεις επιστολές, προσπαθώντας να τους μεταπείσει. Όταν όμως ο Αυτοκράτορας Λέων Γ' ο Ίσαυρος υιοθέτησε εικονομαχική πολιτική, η σύγκρουση μαζί του ήταν αναπόφευκτη. Ο Λέων προσπάθησε να αποφύγει τη σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου, η οποία θα καταδίκαζε τους Εικονομάχους, και για το λόγο αυτό συγκάλεσε ευρεία σύσκεψη (σιλέντιο) από επιφανείς πολιτικούς και θεολόγους, ζητώντας τη συμμετοχή και του Πατριάρχη Γερμανού. Αυτός όμως αρνήθηκε οποιαδήποτε συμμετοχή, υποστηρίζοντας ότι «χωρὶς οἰκουμενικῆς συνόδου καινοτομῆσαι πίστιν ἀδύνατον»[1]. Κατόπιν, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την ενέργεια αυτή του Αυτοκράτορα, άφησε το ωμοφόριό του στην Αγία Τράπεζα του ναού των Ανακτόρων, δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο την παραίτησή του. Αυτό συνέβη το έτος 730 και έκτοτε ο Γερμανός αποσύρθηκε στο πατρικό του στο Πλατάνιο, όπου και πέθανε στις 11 Μαΐου του 740. Ανακηρύχθηκε άγιος και η μνήμη του τιμάται στις 12 Μαΐου.
Ο Γερμανός υπήρξε αξιόλογος συγγραφέας και υμνογράφος. Τα σημαντικότερα έργα του είναι: Περὶ αἱρέσεων καὶ συνόδων, Διάλογοι περὶ ὅρου ζωῆς, Ἐπιστολαὶ δογματικαί, Ἐγκώμιον εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου. Η επιστημονική έρευνα δεν έχει ακόμη επιλύσει το θέμα της πατρότητας πολλών έργων του, κυρίως υμνογραφικών, που αποδίδονται σε αυτόν ή στον ομώνυμό του Γερμανό Β΄.
Παραπομπές
1. ↑ (Ρ.Ο., 98, 156)
Πηγές
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License