.
Ο Νικόλαος Βώκος (Ύδρα, 1854 – Αθήνα, 1902) ήταν έλληνας ζωγράφος της Σχολής του Μονάχου.
Νικόλαος Βώκος
Ήταν γιος του Εμμανουή Μιαούλη και εγγονός του Ανδρέα, γράφτηκε αρχικά για σπουδές στην Σχολή Ευελπίδων, αλλά γρήγορα την εγκατέλειψε για σπουδάσει ζωγραφική στο Σχολείον των Τεχνών (την μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) κατά την περίοδο 1874–1878. Το 1885, μετά από διαγωνισμό, έλαβε υποτροφία για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Μόναχο με δασκάλους τον Νικόλαο Γύζη, τον Λούντβιχ Λοφτς (Ludwig Löfftz) και τον Ανδρέα Μύλλερ (Andreas Müller). Στο Μόναχο παρέμεινε επί 16 χρόνια διατηρώντας σχολή ζωγραφικής μέχρι που ασθένησε.
Συμμετείχε σε σχετικώς λίγες εκθέσεις: Μόναχο (1898), Παρίσι (1900), Αθήνα, Σύλλογος Παρνασσός (1901), κ.ά.
Θεόδωρος Αρεταίος, Νικόλαος Βώκος
Επέστρεψε στην Αθήνα το 1902 και πέθανε λίγους μήνες μετά στο Παλαιό Φάληρο.
Νεαρό κορίτσι με λουλούδια
Χωριατοπούλα
Νεκρή φύση με ψάρια
Ως ζωγράφος καταπιάστηκε με όλα τα θέματα: ηθογραφίες, τοπιογραφίες, προσωπογραφίες, αγιογραφίες (Αγία Ειρήνη Αθηνών, Μητρόπολη Ύδρας). Διακρίθηκε ωστόσο για τις πολύ ρεαλιστικές νεκρές φύσεις με θαλασσινά.
Μεταξύ των βραβευθέντων έργων του ονομαστά υπήρξαν ο Ιχθυοπώλης (Βραβείο Σικάγου) και το Επιτραπέζιον, που κόσμησε τα Ανάκτορα του Αντιβασιλέως της Βαυαρίας Λεοπόλδου..
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License