.
Η δημιουργία της ρομαντικής Σχολής του Μονάχου οφείλεται κατά κύριο λόγο στους ιδιαίτερους δεσμούς που δημιουργήθηκαν ανάμεσα στην Ελλάδα και την Βαυαρία στα χρόνια του Όθωνα. Εκείνη την εποχή, με την ενθάρρυνση και συνδρομή του ελληνικού Κράτους, πολλοί έλληνες καλλιτέχνες πήγαν στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου για να σπουδάσουν εικαστικές τέχνες, και κυρίως ζωγραφική. Αρκετοί από αυτούς επέστρεψαν αργότερα στην Ελλάδα για να διδάξουν στην Σχολή των Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) της Αθήνας.
Το έργο των ζωγράφων της Σχολής του Μονάχου διακρίνεται για την άριστη τεχνική στην χρήση των χρωμάτων σε βάρος της εκφραστικότητας. Οι σκηνές που απεικονίζουν οι ζωγράφοι του ακαδημαϊκού ρεαλισμού έχουν κάτι το πομπώδες και θεατρικό, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει την παντελή έλλειψη συναισθημάτων. Στον ακαδημαϊκό ρεαλισμό προέχει η ηθογραφία, δηλαδή η απεικόνιση του βίου των αστικών κέντρων και, κυρίως, της υπαίθρου, με ιδιαίτερη έμφαση στην απόδοση του αρχιτεκτονήματος, της τοπικής φορεσιάς και των αντικειμένων. Ακολουθεί η προσωπογραφία, η τοπιογραφία και τέλος η νεκρή φύση.
Στην Σχολή του Μονάχου, συγκαταλέγονται οι πρώτοι ζωγράφοι της ελεύθερης Ελλάδας Θεόδωρος Βρυζάκης (1814–1878) και Διονύσιος Τσόκος (1820–1862), αν και ο τελευταίος ανήκει περισσότερο στην Επτανησιακή Σχολή. Και οι δύο αντλούν την θεματογραφία τους από την Επανάσταση του 1821, χωρίς ωστόσο να δίνουν την πλήρη βία και τραγικότητα του πολέμου. Πιο δραματικοί ήταν οι κάπως μεταγενέστεροι θαλασσογράφοι της ίδιας σχολής Κωνσταντίνος Βολανάκης (1837–1907) και Ιωάννης Αλταμούρας (1852–1878), οι οποίοι απεικόνισαν τον ναυτικό αγώνα της Επανάστασης του 1821.
Μαζί με τον Βολανάκη, κύριοι εκπρόσωποι της Σχολής του Μονάχου θεωρούνται οι ζωγράφοι του ύστερου 19ου αι. Νικηφόρος Λύτρας (1832–1904), Νικόλαος Γύζης (1842–1901) και Γεώργιος Ιακωβίδης (1853–1907). Ο Γύζης παρέμεινε στην Γερμανία και δίδαξε στην Ακαδημία του Μονάχου, αλλά οι άλλοι τρεις επέστρεψαν στην Ελλάδα και δίδαξαν στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Η διδασκαλία και η τέχνη τους σφράγισαν την εικαστική παιδεία της περιόδου.
Ο Νικηφόρος Λύτρας, ο «γενάρχης της ελληνικής ζωγραφικής», θεωρείται ο κατεξοχήν εικονογράφος του ελληνικού βίου και τόπου κατά τον 19ο αι. Πίνακές του όπως Ο Γαλατάς και Η Προσμονή αποτελούν σημεία αναφοράς στην ιστορία της ελληνικής τέχνης. Ο Γύζης ασχολήθηκε και αυτός με την ηθογραφία, αλλά προς το τέλος της ζωής του στράφηκε προς την εικονογραφία οραμάτων, αλληγοριών και συμβολισμών. Τέλος, ο Ιακωβίδης ασχολήθηκε με την προσωπογραφία και την απεικόνιση παιδικών σκηνών. Στην Σχολή του Μονάχου ανήκουν επίσης ο Ιωάννης Ζαχαρίας ή Ζαχαριάς (1845–;) και ο Πολυχρόνης Λεμπέσης (1848–1913). Επιρροές του ακαδημαϊκού ρεαλισμού διακρίνονται επίσης στο έργο ορισμένων ελλήνων ζωγράφων του 20ού αιώνα, όπως ο Σπύρος Βικάτος (1878–1960), η Θάλεια Φλωρά-Καραβία (1871–1960) και ο Έκτωρ Δούκας (1886–1969).
Αν και ορισμένοι έλληνες ζωγράφοι, όπως π.χ. ο Περικλής Πανταζής (1849–1884), είχαν ήδη στραφεί προς τον ιμπρεσιονισμό και άλλα καλλιτεχνικά ρεύματα από τα μέσα του 19ου αιώνα, το τέλος της Σχολής του Μονάχου ήλθε όταν ο εξπρεσιονιστής Νικόλαος Λύτρας (1883–1927) και ο ιδιόρρυθμος Κωνσταντίνος Παρθένης (1878–1967) άρχισαν να διδάσκουν στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License