ART

 

.

H οχιά είναι γένος ιοβόλων/δηλητηριώδη φιδιών, που ανήκουν στην οικογένεια Βιπερίδες και στην τάξη Λεπιδωτά. Πρόκειται για το μοναδικό ιοβόλο (και γι’ αυτό επικίνδυνο) φίδι στην Ελλάδα. Συχνάζει σε παλαιούς τοίχους, ακαλλιέργητα μέρη με κλαδιά και πέτρες, ενώ μερικές φορές βρίσκεται κοντά σε κατοικίες. Η γεωγραφική της εξάπλωση περιλαμβάνει όλα τα μέρη του κόσμου, εκτός από την Αυστραλία και τη Μαδαγασκάρη. Όλα τα είδη έχουν δόντια που συνδέονται με ιοβόλους αδένες. Σήμερα αναγνωρίζονται 4 υποοικογένειες.[2]

Περιγραφή

Οχιά
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Υποσυνομοταξία: Σπονδυλωτά (Vertebrata)
Ομοταξία: Ερπετά (Reptilia)
Τάξη: Λεπιδωτά (Squamata)
Υποτάξη: Φίδια (Serpentes)
Οικογένεια: Εχιδνίδες (Viperidae)
Oppel, 1811
Συνώνυμα
  • Viperae - Laurenti, 1768
  • Viperini - Oppel, 1811
  • Viperidae - Gray, 1825[1]

Το σώμα της οχιάς έχει σχήμα κυλίνδρου, χρώμα σταχτί προς το ξανθό και καλύπτεται από φολίδες, όπως και το κεφάλι. Επίσης, στη ράχη το φίδι έχει σκούρα σχέδια σε σχήμα τεθλασμένης γραμμής, ενώ στο κεφάλι τα σχήματα που έχει σχηματίζουν το γράμμα Χ ή Λ. Το μήκος φθάνει στα αρσενικά μέχρι 60 εκατοστά. Τα θηλυκά έχουν πιο μικρό μήκος. Το κεφάλι της είναι πιο πλατύ προς τα πίσω και διακρίνεται έντονα από το σώμα. Η ουρά της είναι κοντή. Έχει δυνατή όραση ακόμα και στο σκοτάδι, ενώ η ίριδα των ματιών της έχει την ιδιότητα να αλλάζει ανάλογα με την ένταση του φωτός. Στην άνω γνάθο είναι εξοπλισμένη με δύο μυτερά δόντια, μεγαλύτερα από τα κοινά που έχει, τα οποία συνδέονται με αδένες που εκκρίνουν δηλητήριο.
Αναπαραγωγή

Τα περισσότερα είδη είναι ωοζοτόκα. Η ίδια η λέξη "viper" (επιστημονική ονομασία του φιδιού) προέρχεται από τις λατινικές λέξεις vivo = "ζω" και pario = "γεννώ"[3] Γεννά 10-20 ζωντανά μικρά, τα οποία έχουν δηλητήριο. Η τροφή τους είναι κυρίως σαύρες.


Συμπεριφορά

Όταν η οχιά δαγκώσει τη λεία, τότε πιέζονται οι αδένες και εκκρίνεται δηλητήριο, το οποίο μέσω των δοντιών περνά στην πληγή του θύματος. Ανάλογα με τις περιστάσεις, η οχιά έχει την ικανότητα να καθορίζει την ποσότητα δηλητηρίου που θα χύσει στο θύμα της. Γενικότερα, η ποσότητα του δηλητηρίου είναι ανάλογη του μεγέθους του φιδιού. Επίσης, κάποια είδη τσιμπούν περισσότερο από άλλα.[4] Κάθε χρόνο το δέρμα της αλλάζει, ενώ ανήκει στα είδη που πέφτουν σε χειμερία νάρκη,
Τροφή και επικινδυνότητα

Οι ενήλικες οχιές τρέφονται με μικρά ζώα, όπως ποντίκια, άλλα ερπετά και πτηνά. Το δηλητήριό της είναι επικίνδυνο. Τυπικά περιέχει πολλές πρωτεϊνάσες (ένζυμα που διαλύουν πρωτεΐνες). Αυτές προκαλούν συμπτώματα πόνου, οίδημα και νέκρωση, όπως επίσης και απώλεια αίματος. Ο θάνατος συνήθως επέρχεται από την πτώση της αρτηριακής πίεσης.[5] Οι οχιές δεν επιτίθενται ποτέ στον άνθρωπο εάν δεν πατηθούν, πιαστούν ή απειληθούν άμεσα. Τα περισσότερα δήγματα οχιάς στον άνθρωπο είναι «στεγνά» και προειδοποιητικά, χωρίς την έγχυση δηλητηρίου.

Αν δεχθεί κάποιος δηλητηριώδες δήγμα από οχιά, απαιτείται έγκαιρη ιατρική φροντίδα. Είναι σημαντικό να μην σκιστεί ή κοπεί το δέρμα στο σημείο του δήγματος και να μην δεθεί το δαγκωμένο μέλος. Το δηλητήριο εξαπλώνεται κυρίως μέσω της λέμφου και όχι της φλεβικής ή αρτηριακής οδού, έτσι το να προκληθεί αιμορραγία στο σημείο του δαγκώματος είναι ανούσιο αλλά και επικίνδυνο, λόγω του τραυματικού σοκ που μπορεί να προκληθεί και να επιδεινώσει την κατάσταση του ασθενούς. Επίσης μία σφιχτή περίδεση του δαγκωμένου μέλους φράσσει την κυκλοφορία του αίματος και μπορεί να προκαλέσει νέκρωση, γάγγραινα και θρομβώσεις, έτσι είναι σημαντικό να διατηρηθεί η ομαλή κυκλοφορία του αίματος. [6] Στις σοβαρότερες περιπτώσεις, αν δε φέρει το θάνατο, το δήγμα οχιάς αφήνει μόνιμη ουλή στο σημείο του δαγκώματος, ή μπορεί να απαιτηθεί ακρωτηριασμός του μέλους. Μπορεί επίσης ο ασθενής ή η ασθενής να είναι αλλεργικός στο δάγκωμα. [7] Κατά την συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων δηλητηριωδών δηγμάτων στην χώρα μας τα συμπτώματα υποχωρούν μετά την κατάλληλη ιατρική περίθαλψη και επέρχεται η πλήρης ίαση του ασθενούς.
Υποοικογένειες

Υποοικογένεια Ταξινομητής Πλήθος γενών Πλήθος ειδών Κοινή ονομασία Γεωγραφική κατανομή
Αζεμιοπίναι (Azemiopinae) Liem, Marx & Rabb, 1971 1 1 Fea's viper Μιανμάρ, Θιβέτ, Νότια Κίνα, Βόρειο Βιετνάμ.
Καυσίναι (Causinae) Cope, 1859 1 6 Οχιές της νύχτας (Night adders) Υποσαχάρια Αφρική
Κροταλίναι (Crotalinae) Oppel, 1811 18 151 Pit vipers Ανατολική Ευρώπη, Ασία, Καναδάς, Μεξικό, Κεντρική Αμερική, Νότια Αμερική
Εχιδνίναι (Viperinae) Oppel, 1811 12 66 Αληθινές οχιές Ευρώπη, Ασία και Αφρική

Τυπικό είδος = οχιά (Vipera) - Laurenti, 1768

Στην Ελλάδα απαντώνται τα είδη:

Κοινή οχιά (Vipera ammodytes)
Οθωμανική οχιά (Montivipera xanthina)
Οχιά της Μήλου (Macrovipera schweizeri)
Αστρίτης ή Βουνίσια οχιά (Vipera berus)
Νανόχεντρα (Vipera ursinii)

Βιβλιογραφία

Νέα Εγκυκλοπαιδεία, εκδ. Μαλλιάρης- Παιδεία, 2006, τ. 19, σελ. 253-54.

Παραπομπές

McDiarmid RW, Campbell JA, Touré T. 1999. Snake Species of the World: A Taxonomic and Geographic Reference, vol. 1. Herpetologists' League. 511 pp. ISBN 1-893777-00-6 (series). ISBN 1-893777-01-4 (volume).
ITIS, ID=174294, taxon=Viperidae, 10 Αυγούστου 2006
Schuett GW, Höggren M, Douglas ME, Greene HW. 2002. Biology of the Vipers. Eagle Mountain Publishing, LC. 580 pp. 16 plates. ISBN 0-9720154-0-X.
Hayes WK, Herbert SS, Rehling GC, Gennaro JF. 2002. Factors that influence venom expenditure in viperids and other snake species during predatory and defensive contexts. In Schuett GW, Höggren M, Douglas ME, Greene HW. 2002. Biology of the Vipers. Eagle Mountain Publishing, LC. 580 pp. 16 plates. ISBN 0-9720154-0-X.
Ilias Strachinis Ελληνική Ερπετοπανίδα - Herpetofauna of Greece
Slowinski J. 2000.Striking Beauties: Venomous Snakes στο California Wild. Vol. 53:2. Προσπελάστηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 2006.

Ilias Strachinis Ελληνική Ερπετοπανίδα - Herpetofauna of Greece

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Ερπετά και αμφίβια στην Ελλάδα
Συμπτώματα και Πρώτες Βοήθειες

Κατάλογος Ερπετών

Εγκυκλοπαίδεια Βιολογίας

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License