ART

 

.

Ο Βους ο ταύρος (Bos taurus) η επιστημονική ονομασία που έχει δοθεί στο σύνολο των οικόσιτων βοοειδών του Παλαιού Κόσμου που κατάγονται από τον άγριο άουροχς. Είναι ένα είδος μεγαλόσωμων μηρυκαστικών θηλαστικών (120 με 150 εκατοστόμετρα για 600 με 800 χιλιόγραμμα). Διακρίνονται δύο κύρια υποείδη : η οικόσιτη αγελάδα της Ευρώπης (Βους ο ταύρος ο ταύρος, συν. Βους ο πρωτογενής ο ταύρος) και το ζεμπού (Βους ο ταύρος ο ινδικός, συν. Βους ο πρωτογενής ο ταύρος), στα οποία κάποιοι συγγραφείς προσθέτουν τα, Βους ο ταύρος ο πρωτογενής, ο Άουροχς που εξαφανίστηκε τον 17ο αιώνα σε άγρια κατάσταση, αλλά οι κτηνοτρόφοι επιχειρούν να ανασυστήσουν μία φυλή πολύ κοντινή.

CH cow 2

Ελβετική αγελάδα Braunvieh

Βους ο ταύρος
Κατάσταση διατήρησης
Εξημερωμένο
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Τάξη: Αρτιοδάκτυλα (Artiodactyla)
Οικογένεια: Βοοειδή (Bovidae)
Υποοικογένεια: Βοοίνες (Bovinae)
Γένος: Βους (Bos)
Είδος: Β. ο ταύρος
Διώνυμο
Βους ο ταύρος (Bos taurus)
Λινναίος, 1758

Συνώνυμα
  • Βους ο πρωτογενής (Bos primigenius) Βογιάνους, 1827
  • Bos primigenius taurus
  • Bos primigenius f. taurus

Ο Βους ο ταύρος εχει εξημερωθεί εδώ και 10.000 χρόνια στην Μέση Ανατολή, και ύστερα η εκτροφή τους αναπτύχθηκε σταδιακά σε ολόκληρο τον πλανήτη. Οι κυριότερες υπηρεσίες τους ήταν η παραγωγή κρέατος και γάλκτος και η εργασία. Οι βοοΐνες υπηρετούν επίσης στην παραγωγή δέρματος, κεράτων για τα μαχαίρια, ή κοπριάς για θέρμανση και για την γονιμοποίηση των εδαφών.

Οι βοοΐνες ενθουσίαζαν πάντα τους ανθρώπους, για τους οποίους ο ταύρος είναι ένα σύμβολο δυνάμεως και γονιμότητας. Για αυτό αυτά τα ζώα είναι παρόντα σε διάφορες θρησκείες. Αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του δυτικού πολιτισμού, και βρίσκονται ως θέμα εμπνεύσεως ζωγράφων και γλυπτών ή σαν πρόσωπα κόμικς, ταινιών ή διαφημίσεων.

Bos taurus

Ονομασίες που δηλώνουν τους αντιπροσώπους του είδους

Το είδος δεν έχει γενική κοινή ονομασία αλλά διάφοροι όροι χρησιμοποιούνται για διαχωρισμό των αντιπροσώπων του βάση του φύλου τους, της ηλικίας τους ή της καταγωγής τους.

Χαρακτηριστικό Ονομασία
αναπαραγωγικό ενήλικο θηλυκό αγελάδα
αναπαραγωγικό ενήλικο αρσενικό ταύρος
αρσενικό ευνουχισμένο βόδι
νεαρό (γενικός όρος) μοσχάρι
νεαρό άνω του ενός έτους δαμάλι
γενιά με καμπούρα ζεμπού

Στο πλαίσιο της εκτροφής, ο όρος « βοοειδές » χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει το είδος, μολονότι αυτός ο όρος επίσης αναφέρεται ευρύτερα σε όλη την οικογένεια των Βοοειδών.


Περιγραφή
Ανατομία
Κρανίο του είδους

Ο Βους ο ταύρος είναι ένα μεγάλο εύρωστο ζώο, που ζυγίζει κατά μέσο όρο 750 χιλιόγραμμα, με μεγάλες διακυμάνσεις (μεταξύ 150 και 1350 χιλιογράμμων[1], και έχει ύψος κυμαινόμενο μεταξύ 120 και 150 εκατοστόμετρα ανάλογα με την φυλή και το ατομο[2]

Η οδόντωσή τους είναι προσαρμοσμένη σε φυτική τροφή. Αποτελείται από 32 δόντια στους ενηλίκους: οκτώ κάτω τομείς, τέσσερεις προγομφίους και τρεις γομφίους σε κάθε γνάθο. Οι κοπτήρες είναι προσανατολισμένοι προς τα μπροστά. Επιτρέπουν την κοπή των χόρτων. Οι βοοίνες δεν έχουν άνω τομείς. Αυτοί έχουν αντικατασταθεί από μία σφαιρική προεξοχή των ούλων. Η γνάθος είναι προσαρμοσμένη σε κυκλική κίνηση που επιτρέπει στο ζώο να βόσκει. Οι γομφίοι τους τους επιτρέπουν να συνθλίβουν τα φυτά για να είναι επαρκώς λεπτά ωστε να γίνει κατάλληλη πέψη. Η προεκτατή γλώσσα τους καλύπτεται από καράτινες θηλές που την καθιστούν τραχειά[3]. Το ρύγχος είναι πλατύ και παχύ. Το μέτωπο είναι αρκετά μεγάλο, επίπεδο, και φέρει σγουρό και παχύ τρίχωμα στην κορυφή του : ο κότσος. Μεταξύ της γραμμής των ματιών και του ρύγχους, το μέτωπο προεκτείνεται στο επιρρίνιο. Το ζώο διαθέτει δύο κοίλα κέρατα, των οποίων το μέγεθος ποικίλλει ανάλογα με το ζώο, σε κάθε πλευρά του κρανίου του. Τα κέρατα είναι γενικώς προσανατολισμένα προς τα επάνω, ή προς τα πλάγια, και το σχήμα τους θυμίζει λύρα. Τα αυτιά βρίσκονται χαμηλά και έχουν σχήμα χωνιού, κρεμαστά στα ζεμπού. Εξωτερικά τα πτερύγια καλύπτονται από λεπτό τρίχωμα και εσωτερικά από μακρύ τρίχωμα. Τα μάτια είναι ελαφρώς σφαιρικά[3].


Σχηματική περιγραφή του κεφαλιού της αγελάδας : 1. Salière 2. Αυτί 3. Κρόταφος 4. Κέρατο 5. Κότσος 6. Μέτωπο 7. Μάτι 8. Επιρρίνιο 9. Ρουθούνι 10. Ρύγχος 11. Γένειο 12. Auge 13. Λαιμός

Ο Βους ο ταύρος έχει κοντό και πλατύ λαιμό, και προγούλι που κρέμεται κάτω από το στήθος. Η ουρά του είναι μακριά και φουντωτή στην άκρη. Συνδέεται πολύ ψηλά, σε μία εσοχή ανάμεσα στα οστά της λεκάνης. Η πλάτη είναι ελαφρώς κοίλη. Τα ζεμπού διαθέτουν μία καμπούρα αμέσως μετά τον λαιμό[4]. Η λεκάνη είναι προεξέουσα και οι γοφοί πλατείς και πεπλατυσμένοι. Τα θηλυκά διαθέτουν μαστό συνδεδεμένο κάτω από το στομάχι προς το πίσω μέρος του ζώου.

Schéma Veau-tag
Περιγραφικό διάγραμμα αγελάδας

Οι αγελάδες έχουν ένα στομάχι με 4 τμήματα. Πολλές φορές καταπίνουν και μεταλλικά αντικείμενα. Είναι ζώα μηρυκαστικά, που σημαίνει ξαναφέρνουν την τροφή τους στο στόμα και την αναμασούν. Η τροφή τους περιλαμβάνει κυρίως χόρτα. Η διάρκεια της κύησης είναι 9 μήνες. Ένα νεογέννητο μοσχαράκι ζυγίζει από 25 μέχρι 45 κιλά. Το παγκόσμιο ρεκόρ για το βαρύτερο ταύρο κατείχε ένας ταύρος, ονόματι Ντονέτο, ο οποίος παρουσιάστηκε το 1955 σε έκθεση στο Αρέτσο. Ζύγιζε 1.740 κιλά.[5] Οι αγελάδες ζουν συνήθως 15 χρόνια και σπάνια μπορούν να φτάσουν ως τα 25 χρόνια.


Προέλευση

Δεν είναι γνωστό πότε εξημερώθηκε το ζώο και έγινε κατοικίδιο. Η αρχική του πατρίδα θεωρείται η Ασία. Από εκεί εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο και προσαρμόστηκε ανάλογα με τους φυσικούς παράγοντες κάθε τόπου. Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν ποικίλες φυλές. Η σημερινή μορφή της «βελτιωμένης» αγελάδας διαμορφώθηκε με ανθρώπινη παρέμβαση και συγκεκριμένα με τη χρήση ζωοτεχνικών μεθόδων, όπως επιλογή, αιμομιξία, πλούσια διατροφή και διασταύρωση. Η «βελτίωση» αυτή προχώρησε πιο πολύ στα δυτικά, εξαιτίας του εύκρατου κλίματος και της υγρασίας στις παράκτιες περιοχές και στα νησιά της Μάγχης, όπως επίσης στην Αγγλία και στη Βόρεια Θάλασσα. Οι βελτιωμένες φυλές μεταφέρθηκαν και κατέκτησαν την Αμερική και άρχισαν να επεκτείνονται σε όλο τον κόσμο.


Χρήσεις

Η αγελάδα χρησιμοποιείται για το γάλα που παράγει και για αναπαραγωγή. Το βόδι και το μοσχάρι χρησιμοποιείται για παραγωγή κρέατος, ενώ οι ταύροι χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για αναπαραγωγή. Παλαιότερα, τα βόδια χρησιμοποιούνταν και από γεωργούς για δουλειές όπως η άροση,
Φυλές

Αγελάδα εγχώριας φυλής, που υπήρχε και υπάρχει ακόμα στην Ελλάδα. Έχει μικρό σώμα, αλλά είναι τραχιά στο τρίχωμα και ικανή να περπατάει όλη τη μέρα. Παράγει γάλα όσο χρειάζεται για το μοσχάρι της. Το τρίχωμά της έχει χρώμα μαύρο και σταχτί. Τα νεαρά ζώα είναι περίπου μαύρα και με την ηλικία γίνονται σταχτιά ως άσπρα. Η εν λόγω φυλή εξαφανίζεται σταδιακά. Εκτοπίστηκε από βελτιωμένες φυλές, οι οποίες εισάγονται από άλλα κράτη.


Βελτιωμένη αγελάδα: η φυλή αυτή προήλθε κυρίως από διασταυρώσεις των εγχώριων αγελάδων με ταύρους ή μοσχάρια ή άλλες αγελάδες (εισαγόμενα). Η βελτιωμένη αγελάδα είναι μεγαλόσωμη και πολύ νωρίς φθάνει σε ηλικία για να γεννήσει. Παράγει γάλα σε μεγάλες ποσότητες και για το λόγο αυτό έχει ανάγκη πολλής τροφής. Για το λόγο αυτό, δεν μπορεί να αναπτυχθεί στην Ελλάδα, λόγω έλλειψης λιβαδιών..

Ασθένειες και ασφάλεια για τους ανθρώπους

Οι βελτιωμένες αγελάδες είναι περισσότερο ευάλωτες στις ασθένειες, επειδή με τον ενσταβλισμό απομακρύνθηκαν από τη φυσική ζωή. Πολλές αγελάδες υποφέρουν από διαταραχές, με σοβαρότερη τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια, η οποία είναι επίσης γνωστή ως «νόσος των τρελών αγελάδων». Η εν λόγω νόσος μεταδίδεται στον άνθρωπο μέσω της τροφικής αλυσίδας και εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Αγγλία, τη δεκαετία του 1990. Στη συνέχεια μεταδόθηκε και σε άλλες χώρες και οδήγησε στην απαγόρευση εισαγωγής βόειου κρέατος και παραγώγων από το Ηνωμένο Βασίλειο προς τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τον Οκτώβριο του 2015, ο IARC κατάταξε την κατανάλωση κόκκινου κρέατος στην Κατηγορία 2Α: Πιθανότατα (probable) καρκινογενή για τον άνθρωπο, σχετίζοντάς την με τον καρκίνο του εντέρου, ενώ την κατανάλωση επεξεργασμένου κρέατος στην Κατηγορία 1: Καρκινογενή για τον άνθρωπο.[6]


Βιβλιογραφία

Νέα Εγκυκλοπαιδεία, εκδ. Μαλλιάρης- Παιδεία, 2006, τ. 1, σελ. 88-89.
Bhattacharya, S. 2003. Cattle ownership makes it a man's world. Newscientist.com. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2006.
Cattle Today (CT). 2006. Ιστότοπος. Φυλές αγελάδας. Cattle Today. Ανακτήθηκε 26 Δεκεμβρίου 2006)
Clay, J. 2004. World Agriculture and the Environment: A Commodity-by-Commodity Guide to Impacts and Practices. Washington, D.C., USA: Island Press. ISBN 1-55963-370-0.
Clutton-Brock, J. 1999. A Natural History of Domesticated Mammals. Cambridge UK : Cambridge University Press. ISBN 0-521-63495-4.
Purdy, Herman R.; R. John Dawes; Dr. Robert Hough (2008). Breeds Of Cattle (2nd Edition έκδοση). - A visual textbook containing History/Origin, Phenotype & Statistics of 45 breeds.
Huffman, B. 2006. The ultimate ungulate page. UltimateUngulate.com. Ανακτήθηκε 26 Δεκεμβρίου 2006
Invasive Species Specialist Group (ISSG). 2005. .Bos taurus. Global Invasive Species Database.
Nowak, R.M. and Paradiso, J.L. 1983. Walker's Mammals of the World. Baltimore, Maryland, USA: The Johns Hopkins University Press. ISBN 0-8018-2525-3
Oklahoma State University (OSU). 2006. Breeds of Cattle. Ανακτήθηκε 5 Ιανουαρίου 2007.
Public Broadcasting Service (PBS). 2004. Holy cow. PBS Nature. Ανακτήθηκε 5 Ιανουαρίου 2007. .
Rath, S. 1998. The Complete Cow. Stillwater, Minnesota, USA: Voyageur Press. ISBN 0-89658-375-9.
Raudiansky, S. 1992. The Covenant of the Wild. New York: William Morrow and Company, Inc. ISBN 0-688-09610-7.
Spectrum Commodities (SC). 2006. Live cattle. Spectrumcommodities.com. Ανακτήθηκε 5 Ιανουαρίου 2007.
Voelker, W. 1986. The Natural History of Living Mammals. Medford, New Jersey, USA: Plexus Publishing, Inc. ISBN 0-937548-08-1.
Yogananda, P. 1946. The Autobiography of a Yogi. Los Angeles, California, USA: Self Realization Fellowship. ISBN 0-87612-083-4.

Διαβάστε επίσης

Αγελάδες και ελάφια βόσκουν με πυξίδα

Παραπομπές

Tanya Dewey. «Bos taurus». Στο: University of Michigan Museum of Zoology (στα Αγγλικά).
Christian Dudouet (2004). La production des bovins allaitants (La France Agricole έκδοση), σελ. 383. ISBN 2855570913.
Alain Raveneau (1996). Le livre de la vache (rustica έκδοση). Παρίσι. ISBN 2-84038-136-2.
Anselm Gaétan Desmarest (1820). Mammalogie ou description des espèces de mammifères, σελ. 553.
Friend, John B., Cattle of the World, Blandford Press, Dorset, 1978
PRESS RELEASE N° 240, 26 October 2015, IARC Monographs evaluate consumption of red meat and processed meat

Θηλαστικά

Κατάλογος Θηλαστικών

Εγκυκλοπαίδεια Βιολογίας

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License