.
Ο Λεωνίδας Ανδρούτσος (1824 - 1836) ήταν γιος του Οδυσσέα Ανδρούτσου.
Βιογραφικά στοιχεία
Λεωνίδας Ανδρούτσος, Θεόφιλος Χατζημιχαήλ
Γεννήθηκε το 1824 στις Λιβανάτες Φθιώτιδας από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και την γυναίκα του, Ελένη Καρέλη. Βαφτίστηκε Λεωνίδας προς τιμή του ήρωα της Μάχης στο Χάνι της Γραβιάς. Έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικία ενός χρονό. Η μητέρα του τον έκρυβε σε φίλους και σπηλιές για να τον σώσει από τους ανθρώπους του Κωλέτη που είχε δώσει διαταγή να τον βρουν και να τον σκοτώσουν. Ο πατέρας του, Οδυσσέας δεν τους είχε αφήσει άλλη περιουσία, αφού είχε προσφέρει όλα τα υπάρχοντά του για τον Ιερό Αγώνα και με δικά του χρήματα είχε οχυρωθεί η Ακρόπολη της Αθήνας. Με την έλευση του Όθωνα, ο μικρός Λεωνίδας στάλθηκε στο Μόναχο της Βαυαρίας, όπου ήτανε να μεγαλώσει στο περιβάλλον του βασιλιά Λουδοβίκου Α'. Δυστυχώς όμως αρρώστησε βαριά το 1836 όταν ξέσπασε επιδημία χολέρας και πέθανε στις 11 Δεκεμβρίου σε ηλικία δώδεκα χρονών. Ο βασιλιάς Λουδοβίκος που τον αγαπούσε σαν παιδί του τον έθαψε με τιμές και κατέθεσε ένα ποσό στην τράπεζα, με την εντολή, να γίνεται η συντήρηση του τάφου, από τους τόκους των χρημάτων. Ο τάφος του υπάρχει ακόμα και σήμερα στο παλιό νεκροταφείο της πόλης του Μονάχου, απέναντι στον τάφο ενός άλλου μεγάλου αγωνιστή της ελληνικής επανάστασης, του Ηλία Κατσάκου Μαυρομιχάλη.
Το ταφικό μνημείο του Λεωνίδα Ανδρούτσου
Στο ταφικό μνημείο του Λεωνίδα Ανδρούτσου χαράχτηκε δίγλωσση επιγραφή του φιλέλληνα ουμανιστή Θείρσιου στα ελληνικά και γερμανικά. Εκτός από τα προσωπικά στοιχεία και την ιστορία του μνημείου, φέρει την εξής επιγραφή:
«Ειμί θάλος πολυανθές, υπ’ ανδρών βλαστέν αρίστων,
οίτινες αντ’ αρετής έργ οδυνηρά πάθον.
Τον δε πάππον ελών νηλεώς εφόνευσ ο τύραννος,
ου βία αλλά δολω, φάρμακα λυγρά διδούς.
Τον δ ου γεννητήρα, τον εν πολέμοις αδάμαστον,
εχθροδαποί πύργον κρήμνισαν εκ μεγάλου.
Μήτηρ δε, η Παρνασσού ενί σπηλαίοις μ’έτικτεν,
ενθάδε δωδεκάτη κλαύσεν αποφθίμενον»
Πηγές
Ταφικό μνημείο Λεωνίδα Ανδρούτσου , Alter Sudlicher Friedhof – Kapuziner Str., 80469 Munchen,(*)
Ελληνικά: ΕΝΘΑΔΕ ΚΕΙΤΑΙ
ΛΕΟΝΙΔΗΣ ΕΚΤΟΝΟΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ ΥΙΟΣ ΟΔΥΣΣΕΩΣ
ΠΡΟ ΤΗΣ ΗΒΗΣ ΑΠΟΘΑΝΩΝ ΕΝ ΜΟΝΑΧΩ
ΤΗΙ ΠΙΙΙ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΕΤΕΙ ΧΗΗΗΗΗΗΗΗΗΔΔΔΙΙΙ
ΤΟΝ ΤΑΦΟΝ ΑΥΤΟΝ ΑΝΕΣΤΗΣΕ
ΠΑΛΑΙΟΣ ΤΙΣ ΦΙΛΕΛΛΗΝ
ΛΟΔΟΙΚΟΣ Ο ΤΗΣ ΒΑΥΑΡΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ. Είμαι ένας μικρός θάμνος με πολλά άνθη, που με φύτεψαν με στοργή ξεχωριστοί άνθρωποι, οι οποίοι αντί για αγάπη, δόξα και τιμές, έπαθαν φοβερά δεινά.
Τον δοξασμένο παππού μου τον κυνήγησε και τον σκότωσε ο τύρανος Τούρκος που τον ξεγέλασε με τεχνάσματα και τον δηλητηρίασε.
Τον πατέρα μου, τον φοβερό και αδάμαστο πολεμιστή, αδερφικά ελληνικά χέρια, τον πέταξαν επάνω από το ψηλό κάστρο της Αθήνας και τον σκότωσαν.
Η μητέρα μου, που με γέννησε στο απρόσιτο σπήλαιο του Παρνασσού, απαρηγόρητη με θρηνεί, εμένα το άτυχο παιδί της. Κλάψε μητέρα κλάψε .