.
Ο Ντίνος Ουζιέλ (Θεσσαλονίκη 22 Δεκεμβρίου 1916 - Θεσσαλονίκη 24 Νοεμβρίου 1983[1]) ήταν Έλληνας, μέλος της εβραϊκής κοινότητας, πυγμάχος αθλητής του στίβου και της επιτραπέζιας αντισφαίρισης μέλος της εθνικής ομάδας πυγμαχίας μετέπειτα προπονητής, διαιτητής και διοικητικός παράγοντας.
Ήταν γιος του Ντανιέλ Ουζιέλ και της Λούνα, είχε άλλες δύο αδελφές την Πόλα και την Νίνα, ο πατέρας του ήταν βιοτέχνης κρασιού. Γράφτηκε από μικρός στην Μακαμπή, αρχικά στο τμήμα προσκόπων και έπειτα στο τμήμα κλασσικού αθλητισμού με προπονητή τον Λέων Πασύ. Πρώτη μεγάλη διοργάνωση που συμμετείχε ήταν η Μακαμπιάδα του 1935 όπου εκεί του κέντρισε τον ενδιαφέρον η πυγμαχία. Επιστρέφοντας στην Θεσσαλονίκη συνέχισε να παίρνει μέρος σε αγώνες σαν αθλητής στίβου σε τοπικές κυρίως διοργανώσεις κατακτώντας μετάλλια. Παράλληλα ασχολητε και με την επιτραπέζια αντισφαίριση όπου με την ομάδα της Μακάμπη κατέκτησε τα πρωταθλήματα Θεσσαλονίκης του 1935 και του 1937.
Άρχισε να ασχολείτε με την πυγμαχία στα τέλη της δεκαετίας του 30, με την Μακάμπη έδωσε πολλούς αγώνες σε δια συλλογικούς αγώνες με άλλους συλλόγους. Το 1940 πήρε μέρος με την ομάδα της Θεσσαλονίκης στους εργατικούς αγώνες και απέκτησε πανελλήνια φήμη και οι επιστολές έφταναν η μία μετά την άλλη για αναμετρήσεις με άλλους αθλητές. Τον Ιούνιο στον Βόλο νίκησε τον πρωταθλητή Θεσσαλίας Χατζηγεωργίου με νοκ άουτ στο Β΄γύρο. Τον Οκτώβριο νίκησε στην Θεσσαλονίκη τον Μανιτσάρη και άτυπα θεωρούνταν πρωταθλητής Ελλάδας ερασιτεχνών. Την ίδια χρονιά είχε αρχίσει να δίνει και φιλανθρωπικούς αγώνες.
Στον Β' παγκόσμιο πόλεμο εκτοπίστηκε στο στρατόπεδο Χιρς της Θεσσαλονίκης όπου έκανε 15 απόπειρες απόδρασης. Στην τελευταία απόπειρα κατάφερε και απέδρασε φεύγοντας στα βουνά όπου εντάχτηκε στην εθνική αντίσταση. Μετά την απελευθέρωση όπου είχε χάση όλη του την οικογένεια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, επέστρεψε στην Θεσσαλονίκη και στους αγώνες. Το 1946 μάλιστα ήταν μέλος της ελληνικής αποστολής στους διασυμμαχικούς αγώνες του Λονδίνου. Την ίδια χρονιά διεκδικήσει το πανελλήνιο πρωτάθλημα ημιβαρέων σε τελικό από τον Τάκη Ανδριτσόπουλο[2]. Στο τέλος της καριέρας του έγινε διαιτητής αγώνων πυγμαχίας αλλά και προπονητής.
Το 1961 απέκτησε δίπλωμα προπονητή στην Γαλλία όπως και το 1967 μετέβη πάλι στην Γαλλία για να αποκτήσει δίπλωμα διαιτητή[3]. Το 1966 πρωτοστάτησε στην επανίδρυση της Μακάμπη και ανέλαβε έφορος πυγμαχίας. Το 1969 ήταν ο αρχηγός της ελληνικής αποστολής στην Μακαμπιάδα, το 1971 ορίστηκε σύμβουλος της ΤΕ Πυγμαχίας. Το 1981 τιμήθηκε από την Ελληνική ομοσπονδία Πυγμαχίας για την προσφορά και συμβολή του στην διάδοση και πρόοδο της πυγμαχίας.
Στην προσωπική του ζωή ασχολείθηκε με το εμπόριο και παντρεύτηκε την Σάρα-Γεωργία με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά.
Παραπομπές
1. ↑ Αθλητική ηχώ φύλλο 25 Νοεμβρίου 1983
2. ↑ Αθλητική Ηχώ Φύλλο 5 Σεπτεμβρίου 1946
3. ↑ Αθλητική Ηχώ φύλλο 27/6/1969
Πηγές
* Γυμναστικός Σύλλογος Μακαμπή Θεσσαλονίκης 1908-2010, Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης 2010, ISBN 978-960-92592-9-3
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License