.
Ο Άγγελος Αγαπητός ήταν στρατιωτικός, πολιτικός και αντιστασιακός. Γεννήθηκε το 1894 στην Ορμύλια, όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Σπούδασε στη Θεσσαλονίκη και μετά από μια σύντομη υπαλληλική καριέρα κατατάχθηκε το 1914 στον Ελληνικό Στρατό. Ως υπαξιωματικός μυείται στο Κίνημα της Εθνικής Άμυνας και για την δράση του στο μέτωπο προήχθηκε σε ανθυπασπιστή και παρασημοφορήθηκε με το Γαλλικό Σταυρό μετά Δάφνης. Ήταν από τους πρώτους που αποβιβάζονται με τον Ελληνικό Στρατό στην Σμύρνη το 1919. Λαμβάνει μέρος, ως αξιωματικός, στην Μικρασιατική Εκστρατεία όπου τραυματίζεται. Για την πλούσια δράση του παρασημοφορείται. Μετά την κατάρρευση του μετώπου συμμετέχει στο κίνημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1922. Εκλέγετε βουλευτής Χαλκιδικής το 1923 και βοηθά σημαντικά στην εγκατάσταση των προσφύγων. Στις επόμενες εκλογές δεν επανεκλέγεται και εγκαθίσταται στην Ορμύλια ασχολούμενος με αγροτικές εργασίες.
Μετά την κατάρρευση της ελληνικής άμυνας από την γερμανική εισβολή τον Απρίλιο του 1941, ο Αγαπητός βοηθά, με δική του οικονομική επιβάρυνση, τους στρατιώτες του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος που είχαν παραμείνει εγκλωβισμένοι στη Ελλάδα, να διαφύγουν από την Χαλκιδική προς την Σμύρνη και την Μέση Ανατολή. Προσχωρεί στην αντιστασιακή οργάνωση ΥΒΕ και γίνεται υπεύθυνός της στην Χαλκιδική. Στα τέλη του 1942 διαφεύγει στην Μέση Ανατολή και ενστερνίζεται τις απόψεις των οπαδών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται για την συμμετοχή του στο κίνημα του Απριλίου 1944. Μετά την Απελευθέρωση εκτοπίζεται σε διάφορα νησιά του Αιγαίου. Σε ολιγόμηνη άδεια που του δόθηκε, όταν βρίσκονταν στον Άγιο Ευστράτιο, επέστρεψε στην Ορμύλια όπου πέθανε στις 29 Νοεμβρίου 1958.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Άγγελος (Αγγελάκης) Αγαπητός γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 1894α[›] στην Ορμύλια, ένα κεφαλοχώρι της Χαλκιδικής. Ήταν το δεύτερο παιδί του Δημήτρη Αγαπητού, κτηματία και διαχειριστή μεγάλης μοναστηριακής περιουσίας στη Σιθωνία που έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από την τοπική κοινωνία, και της Ευθυμίας Δημ. Λάζου - Παπαγγέλου[1]. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην Ορμύλια όπου τέλειωσε το δημοτικό σχολείο και το 1904 γράφτηκε στο «Μαράσλειον Ελληνογαλλικόν, Εμπορικόν και Πρακτικόν Λύκειον του Στέφανου Νούκα» στη Θεσσαλονίκη ένα από τα καλύτερα πνευματικά ιδρύματα του υπόδουλου ελληνισμού[2]. Αποφοίτησε έπειτα από οκτώ χρόνια σπουδών και εργάστηκε ως λογιστής ενός Γάλλου αντιπρόσωπου βιομηχανικών προϊόντων [2]. Μετά την απελευθέρωση της Χαλκιδικής από τους Τούρκους εργάστηκε για ένα μικρό διάστημα ως διοικητικός υπάλληλος στις Νέες χώρες της ελληνικής επικράτειας[3].
Από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως την Μικρασιατική Καταστροφή
Στις αρχές του 1914 κατατάχτηκε ως κληρωτός στον Ελληνικό Στρατό, στον 6ο Λόχο του 17ου Συντάγματος της VI Μεραρχίας, που είχε ως έδρα τις Σέρρες[4]. Ύστερα από έξι μήνες θητείας προήχθη σε λοχία-σιτιστή στον λόχου του Λοχαγού Γεωργίου Κονδύλη. Με τον Κονδύλη μάλιστα συνδέθηκε στενότερα καθώς του περέδιδε μαθήματα γαλλικών. Με την έξοδο της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1915 , βρέθηκε να υπηρετεί υπο τις διαταγές του Λοχαγού Παπασταματίου, έναν αξιωματικό που ο Αγαπητός εκτιμούσε ιδιαίτερα. Από τον Κονδύλη και τον Παπασταματίου μυήθηκε στο Κίνημα Εθνικής Άμυνας, όντας ο μοναδικός υπαξιωματικός του κινήματος[4]. Όμως, πολλοί φιλοβασιλικοί χαλκιδικιώτες στρατιώτες λιποτάκτησαν αρνούμενοι να συμμετάσχουν στο κίνημα και επέστρεψαν στον τόπο καταγωγής τους. Για να τους επαναφέρουν στον στρατό της Εθνικής Άμυνας, οι «αμυνίτες» απέστειλαν στην Χαλκιδική τον Κονδύλη [5]. Ο Κονδύλης ζήτησε από τον Αγαπητό να τον ακολουθήσει στην Χαλκιδική, αυτός όμως αρνήθηκε. Οι βίαιες μέθοδοι που χρησιμοποίησε ο Κονδύλης στην Χαλκιδική, έβρισκαν σφόδρα αντίθετο τον Αγαπητό, που αποτροπιασμένος ζήτησε να μετατεθεί στο πολεμικό μέτωπο[4].
Μαζί με άλλους υπαξιωματικούς ο Αγαπητός πήγε στην Θεσσαλονίκη [2] και από εκεί στο μέτωπο όπου τοποθετήθηκε στον 1ο Λόχο του 17ου Συντάγματος που βρίσκονταν στον Αγγλικό Τομέα του Μετώπου[4]. Σε μια επιχείρηση στο όρος Πάικο το 1917 έγινε σύνδεσμος, λόγω της καλής γνώσης γαλλικών[4], μεταξύ του λόχου του και του γαλλικού τάγματος που διηύθυνε τις επιχειρήσεις. Στις μάχες αυτές ο Αγαπητός τραυματίστηκε και μετά από ολιγοήμερη νοσηλεία επέστρεψε στον λόχο και ανέλαβε την ηγεσία του. Διακρινόμενος στα νέα του καθήκοντα προήχθη επ΄ ανδραγαθία σε ανθυπασπιστή και έλαβε τον Γαλλικό Σταυρό μετά Δάφνης. Από το μέτωπο μετατέθηκε στην Θεσσαλονίκη και ανέλαβε προγυμναστής στα έμπεδα και στο φρουραρχείο[6]. Toν Δεκέμβριο του 1917 προήχθη στον βαθμό του Ανθυπολοχαγού[4].
Τον Μάιο του 1919 ο Αγαπητός είναι από τους πρώτους που αποβιβάζεται με τα ελληνικά στρατεύματα στην Μικρά Ασία. Στις αρχές του επόμενου έτους γίνετε Υπολοχαγός και αναλαμβάνει την διοίκηση της III Πυροβολαρχίας[4]. Λαμβάνει μέρος στις επιχειρήσεις στην Νικομήδεια και στον τομέα της Σμύρνης, όπως και στην εκστρατεία του Σαγγάριου, όπου στις 15 Αυγούστου 1921 τραυματίστηκε βαριά. Μεταφέρετε στην Αθήνα, στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», αναρρώνει πλήρως και επιστέφει στην Μικρά Ασία όπου τοποθετείτε Διοικητής του 2ου Λόχου τραυματιών. Η συνεισφορά του Αγαπητού στις μάχες αναγνωρίζετε από τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄ που του απονέμει το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίαςβ[›] «διότι από μακρού χρόνου υπηρετών εν τω μετώπω επεδείξατο, εν τω κύκλω της ενεργείας του εξαιρετικήν ικανότητα, ζήλον και προθυμίαν περί την εκτέλεσιν απασών των ανατεθεισών αυτώ υπηρεσιών»[4]. Στις αρχές Μαΐου 1922 μετατέθηκε στο Νότιο Συγκρότημα της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Κατά την οπισθοχώρηση της Στρατιάς τον Αύγουστο του 1922 υπηρετούσε ως διοικητής λόχου σ' ένα σύνταγμα που είχε έδρα την Κιουτάχεια. Το Σύνταγμά του διαλύθηκε αλλά ο Αγαπητός κατάφερε να φτάσει στο Σαλιχλί την ίδια στιγμή που έφτασε εκεί ο Συνταγματάρχης Νικόλαος Πλαστήρας. Μετά από μάχες οπισθοφυλακών έφτασε στη Χερσόνησο της Ερυθραίας, από όπου πέρασε στη Χίο. Εκεί συμμετείχε στην Επανάσταση της 11ης Σεπτεμβρίου 1922 και αργότερα στην Αθήνα έγινε από τους βασικούς συνεργάτες του Πλαστήρα και διορίστηκε ταμίας της Επανάστασης [7].
Η πολιτική δράση
Στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου 1923 εκλέχτηκε βουλευτής της επαρχίας Χαλκιδικής και έλαβε μέρος στην Δ' Συντακτική Συνέλευση. Κατά την διάρκεια της θητείας του συνέβαλε στην υποδοχή και εγκατάσταση χιλιάδων προσφύγων που έφτασαν στην Χαλκιδική. Μαζί με τους Κ. Ματσιώρη από τον Πολύγυρο και τον Συνταγματάρχη Μαυρουδή από την Αρναία υπέβαλαν ένα υπόμνημα στην κυβέρνηση, με ονομαστικό κατάλογο των μοναστηριακών αγροκτημάτων του Αγίου Όρους που υπήρχαν στην Χαλκιδική. Στο υπόμνημα πρότειναν την εγκατάσταση των προσφύγων σε αυτά τα κτήματα, με την κυβέρνηση τελικά να αποφασίζει την ενοικίασή τους[7]. Όμως αυτή η ενέργεια ήταν επιζήμια για τον Αγαπητό, αφενός διότι έπληξε τα συμφέροντα των μεγαλοκτημόνων και των καλόγερων με αποτέλεσμα στις επόμενες εκλογές να μην επανεκλεγεί[8], αφετέρου είχε προσωπική και οικογενειακή οικονομική ζημιά, αφού η οικογένεια του ενοικίαζε κι εκμεταλλεύονταν πάνω από 1.500 στρέμματα μοναστηριακής γης στον έφορο κάμπο της Ορμύλιας[4]. Συνεχισε την στρατιωτική του θητεία με τον βαθμό του Λοχαγού, όταν το 1925 ο Στρατηγός Πάγκαλος επέβαλε την δικτατορία του, αναγκάζοντάς τον Αγαπητό να παραιτηθεί από το στράτευμα. Δυσφορώντας για την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε επέστρεψε στην Ορμύλια και εγκταταστάθηκε στην περιοχή Ψακούδια ασχολούμενος πλέον μόνο με τα κτήματά του[4].
Στην Κατοχή και την Αντίσταση
Στο Ελληνοϊταλικό πόλεμο ο Αγαπητός δεν κλήθηκε από το καθεστώς του Μεταξά να πολεμήσει, γεγονός που το έφερε βαρέως διότι επιθυμούσε να συμμετέχει στον αγώνα του έθνους. Ωστόσο, στην Ορμύλια πρωτοστάτησε στην διεξαγωγή εράνων για τα θύματα πολέμου και βοήθησε πολλούς κατοίκους της Θεσσαλονίκης που έφευγαν από την πόλη τους εξαιτίας των βομβαρδισμών, εξασφαλίζοντάς τους στέγη και τροφή[4]. Μετά την Γερμανική εισβολή και κατά τις πρώτες μέρες της κατοχής συναντήθηκε με τον θείο του, Αθανάσιο Παλαμίδη, έναν επιφανή άνδρα με επιρροή στον Πολύγυρο[9], και με άλλους παράγοντες συζήτησαν για τις δυνατότητες οργάνωσης των κατοίκων της Χαλκιδικής, της παθητικής αντίστασης, της εθνικής ενότητας και της επικοινωνίας με την εξόριστη κυβέρνηση. Αμέσως μετά συναντήθηκαν με τον Μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίο, ο οποίος επιδοκίμασε ενθουσιωδώς τις απόψεις τους[10]. Τελικά ο Αγαπητός, κρίνοντας ότι πρέπει να συνεργαστούν με δυναμικότερα στοιχεία, συνάντησε στην Θεσσαλονίκη τους ταγματάρχες Παπαθανασίου και Κώνστα, οι οποίοι κατάγονταν από την Χαλκιδική. Από τον Παπαθανασίου μυήθηκε προφανώς στους ΥΒΕ (Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος), τη πρώτη μη κομμουνιστική αντιστασιακή οργάνωση στην Μακεδονία και ίσως τη πρώτη σε όλη την Ελλάδα [11], και ανέλαβε να προετοιμάσει την αντίσταση στην Χαλκιδική[9].
Η κατάρρευση της άμυνας από την γερμανική προέλαση τον Απρίλιο του 1941 είχε σαν αποτέλεσμα να βρεθούν στην Χαλκιδική καταδιωκόμενοι στρατιώτες του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος. Κατά το τέλος καλοκαιριού εμφανίστηκε στην περιοχή ένα βενζινόπλοιο, το οποίο μετέφερε Άγγλους και Έλληνες, με προορισμό την Τουρκία. Οι Γερμανοί το καταδίωξαν αλλά οι επιβάτες κατάφεραν να αποβιβαστούν στην ξηρά. Με την συνδρομή των κατοίκων των γύρω χωριών απεκρύβησαν και τροφοδοτήθηκαν με σκοπό να προωθηθούν όπου επιθυμούσαν. Το γεγονός αυτό αντί να αποθαρρύνει τους κατοίκους τόνωσε το εθνικό τους φρόνημα και πλέον η προσχώρηση στην αντίσταση κατά των κατακτητών γινόταν αυθόρμητα[12].
Σύμφωνα με το σχέδιο ενέργειας των ΥΒΕ ο Αγαπητός, ως Υπεύθυνος Χαλκιδικής, ανέλαβε την γενική διεύθυνση των επιχειρήσεων φυγαδεύσεως Άγγλων και Ελλήνων στην Μέση Ανατολή, των πληροφοριών που απευθύνονταν προς το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής και του ρεύματος επικοινωνίας Μακεδονίας-Μέσης Ανατολής[13] Έτσι μαζί με άλλους κάτοικους της Ορμύλιας, και με δικά του έξοδα, οργάνωσε τον Σεπτέμβριο του 1941 σε ορεινή δασική περιοχή μεταξύ Ορμύλιας, Βατοπαιδίου και Μεταγγίτσι ένα μυστικό στρατόπεδο προσωρινής διαμονής των κινούμενων από την Μακεδονία προς την Μέση Ανατολή και αντιθέτως, με το κωδικό όνομα ''Κλαδούπολη''[14]. Από τις αρχές του 1942 ξεκίνησαν με μικρά καΐκια οι πρώτες αποστολές προς την Τουρκία. Στις 18 Απριλίου 1942 διέφυγαν μέσω της Κλαδούπολης δύο από τους σημαντικότερους συνεργάτες του Αγαπητού, ο γιατρός Φιλιππίδης και ο έφεδρος αξιωματικός Δημητριος Παλαμίδης. Λίγες μέρες μετά έγινε η πρώτη οργανωμένη αποστολή στην Μ. Ανατολή όταν μια ομάδα 20 Ελλήνων αξιωματικών με επικεφαλής τον Ταγματάρχη Ι. Κώνστα διέφυγε από την Βουρβουρού μέσω Αγίου Όρους στην Ίμβρο. Μαζί τους διέφυγε και ο Βρετανός Επισμηναγός Έντουαρτ Χάουελγ[›] [15] Έτσι ο Αγαπητός κατάφερε να έρθει σε επαφή με το συμμαχικές μυστικές υπηρεσίες στην Σμύρνη και στη Μ. Ανατολή. Για να βελτιωθεί το δίκτυο διαφυγής της Κλαδούπολης έλαβε την 1η Σεπτεμβρίου από το Κάιρο τη πρώτη οικονομική βοήθεια [16]. Κατά τα τέλη Αυγούστου αρχές Σεπτεμβρίου βοήθησε καθοριστικά τον απεσταλμένο από την Μ. Ανατολή Γεώργιο Μαργέτη να ιδρύσει και να εγκαταστήσει στην Θεσσαλονίκη το δίκτυο πληροφοριών και ασυρμάτου Ζέυς, το οποίο εξελίχτηκε σε μια από τις σημαντικότερες πηγές πληροφοριών για τους συμμάχους στην Μακεδονία[17][18].
Μέση Ανατολή
Το ίδιο διάστημα ο Αγαπητός ασχολήθηκε, μαζί με τον Παπαθανασίου, με την προσπάθεια συγκρότησης ένοπλων ανταρτικών τμημάτων. Η δράση του όμως δεν πέρασε απαρατήρητη από τους Γερμανούς, οι οποίοι στο τέλος Οκτωβρίου προσπάθησαν να τον συλλάβουν. Μετά από λίγες μέρες, κατά τις οποίες κρύβονταν στο βουνό, εγκατέλειψε στα τέλη Νοεμβρίου 1942 την Χαλκιδική και μέσω Σμύρνης διέφυγε στο Κάιρο[19]. Πριν αναχωρήσει συμφώνησε με τον Παπαθανασίου ότι θα είναι ο επίσημος εκπρόσωπος των ΥΒΕ στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση [20]. Στην Μέση Ανατολή οι Βρετανοί των τίμησαν για τις υπηρεσίες του, χαρίζοντάς του ένα χρυσό ρολόι, και του υποσχέθηκαν ότι θα αποσταλεί πίσω στην Χαλκιδική για να προετοιμάσει την ένοπλη αντίσταση. Στις αρχές του 1943 αρνήθηκε πρόταση να συμπεριληφθεί στην Κυβέρνηση Εμμανουήλ Τσουδερού[8]. Την άνοιξη του 1943 φτάνει στην Σμύρνη προκειμένου να σταλθεί στη Θεσσαλονίκη με ειδική αποστολή της SOE. Εκεί ο Υποπλοίαρχος Noël Rees, επικεφαλής της βρετανικής μυστικής υπηρεσίας ISLD, αντιτάχθηκε στην μεταφορά του Αγαπητού και έτσι επέστρεψε στη Μέση Ανατολή[21]. Παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του δεν αξιοποιήθηκε από τις συμμαχικές υπηρεσίες ή την ελληνική κυβέρνηση. Απογοητευμένος προσχωρεί στο μέρος των οπαδών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και τον Οκτώβριο υπογράφει ως «πρώην βουλευτής-αρχηγός Εθνικής Οργανώσεως Χαλκιδικής» το καταστατικό της ΕΣΑ (Επιτροπή Συντονισμού Αγώνα)[22].
Τον Απρίλιο του 1944 ξεσπά ένα στασιαστικό κίνημα στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις της Μέσης Ανατολής. Ο Αγαπητός συμμετέχει σε μια αντιπροσωπία που επισκέπτεται στις 4 Απριλίου τον Σοφοκλή Βενιζέλο ζητώντας του να αναλάβει πρωθυπουργός σε συνεργασία με την νεοϊδρυθείσα στην Ελλάδα ΠΕΕΑ[23], την ελεγχόμενη δηλαδή από το ΕΑΜ Κυβέρνηση του βουνού. Το κίνημα κατασταλθηκε με την επέμβαση των Βρετανών και για την συμμετοχή του ο Αγαπητός διαγράφηκε από τους καταλόγους των αξιωματικών και φυλακίστηκε στην Ιερουσαλήμ[24] και έπειτα στο στρατόπεδο Καμπρίτ της Αιγύπτου μέχρι το Νοέμβριο του 1945[19].
Εξορία και θάνατος
Στις αρχές του 1946 επιστρέφει στην Ελλάδα και ανακηρύσσεται επίτιμος πρόεδρος του ΕΑΜ Χαλκιδικής[19]. Παρότι δεν υπήρξε ποτέ μέλος του ΚΚΕ συλλαμβάνεται και από το 1947 εκτοπίζετε σε διάφορα νησιά του Αιγαίου. Το καλοκαίρι του 1958 βρίσκονταν στο στρατόπεδο εξόριστων του Αγίου Ευστρατίου απ΄ όπου του δόθηκε τρίμηνη άδεια. Ταξίδεψε στην Ορμύλια και μία μέρα πριν τη λήξη της άδειάς του απεβίωσε, την 29η Νοεμβρίου 1958[23], από άγνωστη αιτία[24].
Κατά την διάρκεια του εγκλεισμού του συνέγραψε ογκώδες έργο, με θέματα πολιτικά και οικονομικά, το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος του παραμένει ανέκδοτο. Κατάφερε να εκδώσει δύο βιβλία για την περίοδο της Αντίστασης, το Σκέψεις και εντυπώσεις από τον ελληνικό αγώνα στην Ελλάδα και Μέση Ανατολής και Σκέψεις και εντυπώσεις από τον ελληνικό αγώνα 1941-1945. Επίσης έκδωσε τα: Η ιστορική αγροτική εξέλιξη στην Ελλάδα - Ελευθεροχωριτισμός και το Αποκεντρωτική αυτοδιοίκηση με βάση την κοινότητα και την παραγωγήδ[›] , στα οποία διαφαίνονται οι αριστερές του πεποιθήσεις για την πολιτική και την κοινωνία[24].
Σημειώσεις
^ α: Αν και έχει επικρατήσει η άποψη ότι έχει γεννηθεί το 1893[1][9][25]η ορθή χρονολογία είναι το 1894. Αυτή την ημερομηνία (11/1/1894) αναφέρει ο πατέρας του που την έχει καταγράψει σε ενθυμίσεις εκκλησιαστικού βιβλίου[26].
^ β: Ο Παπαπολυβίου αναφέρει ότι το μετάλλιο αυτό ήταν ο Πολεμικός Σταυρός Γ΄ Τάξεως[27]
^ γ: Ο Αγαπητός γράφει ότι ο Χάουελ την περίοδο εκείνη ήταν αντισμήναρχος (Wing Commander). Όμως στην Μάχη της Κρήτης ήταν διοικητής της Νο 33 Μοίρας της RAF και έφερε τον βαθμό του επισμηναγού[28],. Κατά την πρώτη μέρα της γερμανικής επίθεσης στην Κρήτη ο Χάουελ τραυματίστηκε βαριά και αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς. Μεταφέρθηκε στον Πειραιά και έπειτα στην Θεσσαλονίκη [29], απ΄ όπου δραπέτευσε στην Χαλκιδική. Με την βοήθεια του δικτύου του Αγαπητού κατάφερε να διαφύγει στην Τουρκία. Την περιπετειώδη αυτή πορεία κατέγραψε στα απομνημονεύματά του με τίτλο Φυγή προς την ζωή
^ δ: Το βιβλίο αυτό υπάρχει στο Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ανέμη - Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών, στην διεύθυνση http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/9/4/9/metadata-5d3c137498cf87397083652dec9dfdac_1242893104.tkl.
Παραπομπές
↑ 1,0 1,1 Σμάγας (2011) Μέρος Α΄
↑ 2,0 2,1 2,2 Κανατάς (2000) σ. 99
↑ Παπαπολυβίου (2009) σ. 145
↑ 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 Σμάγας (2011) Μέρος Β΄
↑ Κανατάς (2012) σ. 6
↑ Κανατάς (2000) σ.99
↑ 7,0 7,1 Κανατάς (2000) σ. 100
↑ 8,0 8,1 Κανατάς (2000) σ. 101
↑ 9,0 9,1 9,2 Καλογρηάς (2012) σ. 210
↑ Αγαπητός (1942) σ. 203-204
↑ Καλογρηάς (2012) σ. 179
↑ Αγαπητός (1942) σ. 204-205
↑ Παπαθανασίου (1988) Α΄ σ. 48. 424
↑ Παπαθανασίου (1988) Α΄ σ. 431
↑ Αγαπητός (1942) σ. 205
↑ Σμάγας (2011) μέρος Γ΄
↑ Καλογρηάς (2012) σ. 211
↑ Παπαπολυβίου (2009) σ. 148
↑ 19,0 19,1 19,2 Σμάγας (2011) μέρος Δ΄
↑ Παπαθανασίου (1988) Α΄ σ. 425
↑ Μακρής-Στάικος (2011) σ.145
↑ Παπαπολυβίου (2009) σ. 148-149
↑ 23,0 23,1 Παπαπολυβίου (2009) σ. 149
↑ 24,0 24,1 24,2 Κανατάς (2000) σ. 102
↑ Ζωγραφάκης (2006) σ. 362
↑ Παπαπολυβίου (2009) σ. 150 σημ. 190
↑ Παπαπολυβίου (2009) σ. 145
↑ Τερνιώτης (2001) σ. 66
↑ Τερνιώτης (2001) σ. 79, 81
Βιβλιογραφία
Αγαπητός Άγγελος (1942). "Έκθεσις Αγγέλου Αγαπητού εφ. λοχαγού πρώην Πολιτευτού. Περί της εν Χαλκιδική και Μακεδονία εξελλιχθείσης κατάστάσεως από της ημέρας της Κατοχής μέχρι σήμερον Δεκέμβριος 1942", στο Αρχεία Εθνικής Αντίστασης, εκδ. ΓΕΣ/ΔΙΣ 1998, τομ. 5ος ,έγγραφο 21, σσ. 203-207.
Ζωγραφάκης Γεώργιος Ι. (2006). Εθνική Αντίσταση στην Χαλκιδική, εκδ. Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Χαλκιδικής, Πολύγυρος.
Καλογρηάς Βάιος (2012). Το αντίπαλο δέος, Οι εθνικιστικές οργανώσεις αντίστασης στην κατεχόμενη Μακεδονία (1941-1944), εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, ISBN 978-960-12-2076-5.
Κανατάς Γιάννης Δ. (2000). Η παλιά Νικήτη, Έκδοση της Εκπολιτιστικής Εταιρείας των Νέων Νικήτης Ο Σίθων.
Κανατάς Γιάννης Δ. (2012). "Τα Δεκεμβριανά του 1916 στον Πολύγυρο", περιοδικό Πολύγυρος, τεύχ. 72, σσ. 6-11.
Παπαθανασίου Παρμενίων Ι. (1988). Για τον ελληνικό βορρά Μακεδονία 1941-44, Εθνική αντίσταση και τραγωδία, Το ανέκδοτο αρχείο-ημερολόγιο του τότε ταγματάρχη Γιάννη Παπαθανασίου ιδρυτικού μέλους της οργανώσεως ΥΒΕ/ΠΑΟ, τόμ. Α΄, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα.
Παπαπολυβίου Πέτρος (2009). Αναζητώντας την ελευθερία, εκδ. Επίκεντρο, ISBN 978-960-458-222-8.
Σμάγας Γιάννης (2011). "Αγγελάκης Αγαπητός Η πορεία μιας ζωή γεμάτη αγώνες για την πατρίδα την ελευθερία και τη κοινωνία", από την ανέκδοτη εργασία με τίτλο Οι προσωπικότητες της Ορμύλιας, Μέρος Α΄, Μέρος Β΄, Μέρος Γ΄, Μέρος Δ΄.
Μακρής-Στάικος Πέτρος Στ. Ο Άγγλος πρόξενος Ο υποπλοίαρχος Noël C. Rees και οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες: Ελλάδα - Μέση Ανατολή (1939-1944), εκδ. Ωκεανίδα, Αθήνα ISBN 978-960-410-650-9.
Τερνιώτης Γιάννης (2001). "Υπερασπίζοντας το Μάλεμε - Η συμμετοχή της 30ής και της 33ης Μοίρας της RAF στη Μάχη της Κρήτης", περιοδικό Αεροπορική Ιστορία, εκδ. Περισκόπιο, τ. 11, σσ. 62-81.
Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License