.
Ο Τσαρλς Ρόμπερτ Ρέντφορντ Τζούνιορ (αγγλικά: Charles Robert Redford Jr.), γνωστότερος ως Ρόμπερτ Ρέντφορντ (18 Αυγούστου 1936) είναι Αμερικανός ηθοποιός, σκηνοθέτης[1] και ακτιβιστής.[2] Έχει κερδίσει δύο βραβεία Όσκαρ: το πρώτο (1980) για τη σκηνοθεσία της ταινίας Συνηθισμένοι Άνθρωποι (Ordinary People) και το δεύτερο (2002) για τη συνολική του προσφορά στο χώρο του κινηματογράφου.[1] Στις Η.Π.Α., επί 25 -περίπου- χρόνια, το όνομά του ήταν συνώνυμο των λέξεων "ξανθός" και "ωραίος".[3]
Τα πρώτα χρόνια
Ο Ρέντφορντ γεννήθηκε στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνια, στις 18 Αυγούστου του 1936. Ο πατέρας του ήταν, αρχικά, γαλατάς και, στη συνέχεια, λογιστής, ενώ η μητέρα του ήταν νοικοκυρά. Η καταγωγή των προγόνων του είναι βρετανική (Αγγλία και Σκωτία) και ιρλανδική, κάτι που εξηγεί, τα πυρόξανθα μαλλιά του, τα οποία είναι και το κύριο γνώρισμά του. Κατά τα σχολικά του χρόνια, ήταν συμμαθητής με το διάσημο παίκτη του μπέιζμπολ, Ντον Ντιρσντέιλ.[1] Λέγεται πως, όταν γύριζε από το σχολείο του, στο σπίτι, σταματούσε έξω από τα στούντιο της Fox, για να παρακολουθήσει τους διάσημους ηθοποιούς της εποχής.[3] Στην εφηβεία του, συνήθιζε να κάνει μικροκλοπές (τάσια αυτοκινήτων), ενώ κατανάλωνε πολύ αλκοόλ. Η συμπεριφορά του αυτή, τον εμπόδισε στο να κερδίσει κάποια υποτροφία, ώστε να μπορέσει να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο.[1]
Μόλις αποφοίτησε από το σχολείο, κέρδισε, τελικά, υποτροφία για το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, χάρις στην ικανότητά του στον αθλητισμό και -κυρίως- στο μπέιζμπολ.[3] Εκείνο το χρονικό διάστημα δούλευε ως σερβιτόρος σε ένα εστιατόριο-μπαρ.[1] Έπειτα, ξεκίνησε να δουλεύει στις πετρελαιοπηγές της Καλιφόρνια, ώστε να μαζέψει χρήματα, για να μπορέσει να κάνει ένα ταξίδι στην Ευρώπη. Κατάφερε να μείνει στη Γηραιά Ήπειρο για ένα -περίπου- χρόνο. Τον περισσότερό του καιρό, τον πέρασε στο Παρίσι, ενώ γράφτηκε και στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας. Όμως, οι κακές κριτικές των καθηγητών του, τον οδήγησαν στην επιστροφή του στις Ηνωμένες Πολιτείες.[3] Αργότερα, μετέβη στο Μπρούκλιν, για να κάνει μαθήματα ζωγραφικής, στο Ινστιτούτο Πρατ, κάτι που επηρέασε αρκετά τη ζωή και τον εαυτό του, αφού για μια περίοδο είχε αποκτήσει ένα αρκετά μποέμικο στυλ.[1] Στη συνέχεια, πήγε στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών της Νέας Υόρκης, μετά από παρότρυνση ενός φίλου του. Στην ακρόασή του, κατάφερε να εκπλήξει τους κριτές, οι οποίοι ανέφεραν πως: "διαθέτει μια φυσική άνεση στην έκφραση, ζωηρή φαντασία, ένα χάρισμα".[3] Η επαφή του αυτή με την υποκριτική τον κέρδισε και τον έκανε να ασχοληθεί σοβαρά με το αντικείμενο.[1]
Θέατρο και τηλεόραση
Ο πρώτος του ρόλος ήταν στην παράσταση Tall Story, του 1958, το οποίo παίχθηκε στο Θέατρο Μπρόντγουεϊ. Ακολούθησαν μικροί ρόλοι στις τηλεοπτικές σειρές The Naked City και Route 66.[3] Το πρωταγωνιστικό ντεμπούτο του σε τηλεοπτική σειρά, έγινε το 1960, στο Maverick. Ακολούθησαν και άλλες σειρές και θεατρικές παραστάσεις.[1] Η σπουδαιότερη παράσταση, στην οποία συμμετείχε ήταν το Barefoot in the Park, με συμπρωταγωνίστρια την Ελίζαμπεθ Άσλυ.[3] Η παράσταση παίχθηκε στο Θέατρο Μπρόντγουεϊ, το 1963 και, το 1967, κυκλοφόρησε και ως κινηματογραφική ταινία. Μέσα στο ίδιο έτος, έπαιξε στην τηλεοπτική σειρά Alcoa Premiere, για την εμφάνισή του στην οποία, κέρδισε το βραβείο Emmy β' ανδρικού ρόλου.[1]
Κινηματογράφος
Η πρώτη φορά που συμμετείχε σε κινηματογραφική ταινία ήταν το 1962, στο ανεξάρτητο War Hunt, το οποίο γυρίσθηκε μέσα σε δύο εβδομάδες. Το 1965, έπαιξε στο Situation Hopeless... But Not Serious, το οποίο ήταν η πρώτη του επίσημη ταινία. Την ίδια χρονιά, συμπρωταγωνίστησε με τους Νάταλι Γουντ και Κρίστοφερ Πλάμερ, στο Inside Daisy Clover, του Ρόμπερτ Μάλιγκαν,[3] το οποίο προτάθηκε, τελικά, για δύο βραβεία Όσκαρ, ενώ ο ίδιος ο Ρέντφορντ κέρδισε την πρώτη του Χρυσή Σφαίρα, αφού ανακηρύχθηκε ο πιο πολλά υποσχόμενος ηθοποιός.[1] Το 1966, του δόθηκε ο ρόλος του σερίφη στο The Chase, του Άρθουρ Πεν, όμως, ο ίδιος επέλεξε αυτόν του κατάδικου. Ο σερίφης ενσαρκώθηκε από το Μάρλον Μπράντο. Επίσης, συνεργάσθηκε, και πάλι, με τη Νάταλι Γουντ, αυτή τη φορά, για το This Property Is Condemned, του Σύδνεϋ Πόλλακ, το οποίο είχε βασιστεί στο ομώνυμο έργο του Τενεσί Ουΐλλιαμς. Το 1967, πρωταγωνίστησε, μαζί με την Τζέιν Φόντα, στην κινηματογραφική εκδοχή του Barefoot in the Park. To 1968, υπέγραψε συμφωνία για το γύρισμα μιας ταινίας ουέστερν με την Paramount. Ωστόσο, αθέτησε την υπόσχεσή του, με αποτέλεσμα, η υπόθεση να οδηγηθεί στα δικαστήρια και ο Ρέντφορντ, να μείνει για αρκετό χρονικό διάστημα χωρίς δουλειά. Το 1969, πρωταγωνίστησε στο γουέστερν του Τζωρτζ Ρόυ Χιλ, με τίτλο Butch Cassidy and the Sundance Kid, μαζί με τον Πωλ Νιούμαν.[3] Ο Ρέντφορντ κατάφερε να κερδίσει τους υπόλοιπους υποψήφιους (Στιβ ΜακΚουίν, Μάρλον Μπράντο, Ουώρεν Μπίτι), για το δεύτερο πρωταγωνιστικό ρόλο.[3] Η ταινία αυτή είχε μεγάλη επιτυχία, καθώς βραβεύθηκε με τέσσερα Όσκαρ. Ωστόσο, απέρριψε πρωταγωνιστικούς ρόλους στα Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ; και Ο Πρωτάρης του Μάικ Νίκολς, επειδή ανησυχούσε για την πιθανή δημιουργία του "στερεοτύπου του ξανθού αρσενικού". Στη συνέχεια, πρωταγωνίστησε σε ταινίες που είχαν μέτρια απήχηση, όπως, το Downhill racer, του Μάικλ Ρίτσι (1969). Παρ'όλα αυτά κέρδισε βραβεία BAFTA καλύτερου ηθοποιού για το Downhill racer και το Tell them Willie Boy is here.
Συνεργάσθηκε ξανά με το Σύδνεϋ Πόλλακ, το 1972, για το ουέστερν Jeremiah Johnson και το 1973, για η δραματική ιστορία αγάπης The Way We Were, μαζί με τη Μπάρμπρα Στράιζαντ. Στην ταινία αυτή, η οποία συγκαταλέγεται στις κορυφαίες του είδους της, έπαιξε έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς ρόλους του, αυτόν του Χάμπελ. Ακόμη, το τραγούδι της Στράιζαντ, The Way We Were, κέρδισε βραβείο Όσκαρ. Μεταξύ των δύο ταινιών του Πόλλακ, μεσολάβησε το The Candidate του Μάικλ Ρίτσι (1972). Ακολούθησε μια ταινία μέτριας απήχησης, το The Hot Rock. Στην επόμενη συνεργασία του με τους Τζωρτζ Ρόυ Χιλ και Πωλ Νιούμαν, ο Ρέντφορντ κατάφερε να βάλει υποψηφιότητα για το βραβείο α' ανδρικού ρόλου, για την ταινία The Sting. Το 1974, ακολούθησε μια νέα επιτυχία, το The Great Gatsby, η οποία βασίσθηκε στο αντίστοιχο λογοτεχνικό έργο του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ. Η ταινία αυτή, πέρασε από πολλές περιπέτειες, έως ότου ξεκίνησαν τα γυρίσματά της, καθώς ο πρωταγωνιστικός ρόλος, προοριζόταν για τον Τζακ Νίκολσον, όμως ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ τον κέρδισε την τελευταία στιγμή, ενώ ο σκηνοθέτης Τζακ Κλέυτον, πίεζε ασφυκτικά τον τελικό πρωταγωνιστή να απαρνηθεί το προσωπικό του στυλ και να βάψει τα μαλλιά του μαύρα, κάτι που εκείνος αρνείτο πεισματικά. Το 1975, συνεργάσθηκε, και πάλι, με τον Πόλλακ, για το πολιτικό θρίλερ Three Days of the Condor, ενώ το 1976, στην ταινία All the President's Men, η οποία και βραβεύθηκε με τέσσερα Όσκαρ, πήρε το ρόλο του δημοσιογράφου Μπομπ Γούντγουωρντ, ο οποίος πάσχιζε να διαλευκάνει το σκάνδαλο Ουωτεργκέιτ. Ακολούθησαν δύο ακόμη ταινίες, με τον Πόλλακ παραγωγό και τη Φόντα συμπρωταγωνίστρια, οι οποίες ήταν: το A Bridge Too Far, του 1977 και το The Electric Horsemen, του 1979. Το 1980, ο Ρέντφορντ σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία (Ordinary People), στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Ντόναλντ Σάδερλαντ. Η ταινία αυτή κέρδισε τέσσερα Όσκαρ και ο Ρέντφορντ αυτό του καλύτερου σκηνοθέτη. Οι κριτικοί ανέφεραν πως, ο Ρέντφορντ κατάφερε να βγάλει μια πολύ δυνατή δραματική ερμηνεία τόσο από τη Μάιρη Τάιλερ Μουρ, όσο και από το Σάδερλαντ και τον Τίμοθυ Χάττον, ο οποίος κέρδισε βραβείο β' ανδρικού ρόλου. Η δεκαετία του 70' έκλεισε με το Brubaker, του 1980.
Η δεκαετία του 80' ήταν μια πολύ λιγότερο δραστήρια περίοδος για το Ρέντφορντ, αφού συμμετείχε σε ελάχιστες ταινίες. Αυτές ήταν: το Τhe Natural, του 1984, στην οποία υποδύθηκε τον πρωταθλητή του μπέιζμπωλ, το Out of Africa, του 1985, το οποίο βραβεύθηκε με επτά Όσκαρ και ήταν καρπός μιας νέας συνεργασίας του και του Σύδνεϋ Πόλλακ,[1] ωστόσο, ο ίδιος ο Ρέντφορντ παραδέχθηκε πως, πρόκειται για τη χειρότερη ταινία, που έχει γυρίσει, σε ολόκληρη την καριέρα του, η κωμωδία Legal Eagles,[3] του 1986, στο οποίο συμπρωταγωνίστησε με τις Ντέμπρα Ουΐνγκερ και Ντάρυλ Χάννα και το Havana, του 1990, ενώ το 1988, σκηνοθέτησε την ταινία The Milagro Beanfield War.
Το 1992, συμπρωταγωνίστησε με τον Σίδνεϋ Πουατιέ, στην κωμωδία Sneakers και σκηνοθέτησε τη δραματική ταινία A River Runs Through It, με πρωταγωνιστή τον Μπραντ Πιτ. Ο Ρέντφορντ διεκδίκησε το βραβείο της Χρυσής Σφαίρας για τη δουλειά του στην ταινία αυτή. To 1993, συμπρωταγωνίστησε με τους Γούντι Χάρελσον και Ντέμι Μουρ, στην ταινία Indecent Proposal, του Έιντριαν Λάιν. Ωστόσο, ο ρόλος του χαμηλής ηθικής εκατομμυριούχου, τον έφερε αντιμέτωπο, για πρώτη και μοναδική -μέχρι σήμερα- φορά, με την υποψηφιότητα για το βραβείο του Χρυσού Βατόμουρου. Το 1994, σκηνοθέτησε το Quiz Show και έθεσε, έτσι, υποψηφιότητα για δύο βραβεία Όσκαρ: αυτού του καλύτερου σκηνοθέτη και αυτού της καλύτερης τανίας. Το 1996, έπαιξε, μαζί με τη Μισέλ Φάιφερ, στο Up Close & Personal. Το 1998, πρωταγωνίστησε και σκηνοθέτησε το The Horse Whisperer, όπου συμμετείχε και η πολύ νεαρής ηλικίας -τότε- Σκάρλετ Γιόχανσσον. Η ταινία αυτή πήγε σχετικά καλά εμπορικά, ενώ οι κριτικές που απέσπασε ήταν -ως επί το πλείστον- θετικές. Ο Ρέντφορντ προτάθηκε για τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερου σκηνοθέτη. Το 2000, σκηνοθέτησε το The Legend of Bagger Vance, με πρωταγωνιστές τους Ουίλ Σμιθ, Ματ Ντέιμον και Σαρλίζ Θερόν.
Το 2001, συμπρωταγωνίστησε με τον Μπραντ Πιτ στο Spy Game, του Τόνυ Σκοτ. Το 2002, βραβεύθηκε με Όσκαρ για τη συνολική του προσφορά στον κινηματογράφο. Ακολούθησε το θρίλερ μυστηρίου The Clearing, του 2004 με συμπρωταγωνιστές τους Ουίλεμ Νταφόε και Έλεν Μίρεν. Το 2005, έπαιξε με τους Τζένιφερ Λόπες και Μόργκαν Φρίμαν στην ταινία An Unfinished Life. Το 2007, σκηνοθέτησε το Lions for Lambs, συμπρωταγωνιστώντας με τη Μέρυλ Στριπ και τον Τομ Κρουζ.[1] To 2011, ο Ρέντφορντ σκηνοθέτησε το The Conspirator.[4] To 2012, γύρισε, σε συνεργασία με το γιο του, το Watershed ένα ντοκυμανταίρ, με θέμα την αλόγιστη εκμετάλλευση και τη σταδιακή πτώση της στάθμης του νερού του ποταμού Κολοράντο, ο οποίος αποτελεί την κύρια πηγή νερού για τις δυτικές Πολιτείες της Αμερικής.[2] Το 2012 παρουσίασε την ταινία The Company You Keep, στην οποία συμπρωταγωνιστεί με τη Τζούλι Κρίστι και τη Σούζαν Σαράντον,[5] ενώ είναι και σκηνοθέτης.[3] Το 2013 πρωταγωνίστησε στην ταινία Όλα Χάθηκαν του Τζέι Σι Τσάντορ, που προβλήθηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καννών και απέσπασε θερμά χειροκροτήματα από το κοινό [6], ενώ επίσης αναμένεται να κυκλοφορήσει ένα ακόμη ντοκυμανταίρ δικής του σκηνοθεσίας, με θέμα το σκάνδαλο Ουώτεργκέιτ.[7]
Προσωπική ζωή
To 1958, νυμφεύθηκε για πρώτη φορά[3] τη Λόλα βαν Γουάγκενεν, ενώ, το 1985, κατά τη διάρκεια της μείωσης της επαγγελματικής του δραστηριότητας, πήραν διαζύγιο. Απέκτησαν, μαζί, τέσσερα παιδιά. Το 2009, ο Ρέντφορντ νυμφεύθηκε τη Σίμπιλ Ζάγκαρς.[1]
To 1980, ίδρυσε, στη Γιούτα, το Sundance Institute, τη "μητρόπολη" του ανεξάρτητου κινηματογράφου.[3]
To Δεκέμβριο του 2010, απηύθυνε έκκληση, προς την ιρανική κυβέρνηση, μαζί με καλλιτέχνες όπως, ο Ρόμπερτ ντε Νίρο και ο Στινγκ, για την ματαίωση της εκτέλεσης της Σακινέ Μωχαμαντί Αστιανί, η οποία είχε καταδικαστεί σε θάνατο, δια λιθοβολισμού, λόγω μοιχείας και συνέργειας στη δολοφονία του συζύγου της.[8]
Είναι ακτιβιστής[2] και πολιτικά στρατευμένος με την αριστερά.[7]
Βραβεύσεις
Ως καλλιτέχνης
Βραβείο Όσκαρ για τη συνολική προσφορά του στον κινηματογράφο (2002)
Ως ηθοποιός:
Βραβείο Emmy β' ανδρικού ρόλου για την τηλεοπτική σειρά Alcoa Premiere
Χρυσή Σφαίρα πιο πολλά υποσχόμενου ηθοποιού για την ταινία Inside Daisy Clover
Βραβείο BAFTA καλύτερου ηθοποιού για την ταινία Tell Them Willie Boy Is Here
Βραβείο BAFTA καλύτερου ηθοποιού για την ταινία Downhill Racer
Ως σκηνοθέτης:
Όσκαρ σκηνοθεσίας για την ταινία Ordinary People
Φιλμογραφία
Ως ηθοποιός
Έτος | Τίτλος ταινίας στα αγγλικά | Ελληνικός τίτλος | Σημειώσεις |
---|---|---|---|
1965 | Inside Daisy Clover | Έρωτες που σβήνουν την αυγή | |
1965 | Situation Hopeless... But Not Serious | Ο Ρέντφορντ κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα του πιο πολλά υποσχόμενου ηθοποιού. Η ταινία προτάθηκε για δύο βραβεία Όσκαρ. | |
1966 | This Property Is Condemned | Αγάπη για τον έρωτα | |
1966 | The Chase | Η καταδίωξη | |
1967 | Barefoot in the Park | Ξυπόλυτοι στο Πάρκο | |
1969 | Butch Cassidy and the Sundance Kid | Οι Δύο Ληστές | |
1969 | Tell Them Willie Boy Is Here | Ο Ρέντφορντ κέρδισε το βραβείο BAFTA καλύτερου ηθοποιού | |
1969 | Downhill Racer | Ο πρωταθλητής του ιλίγγου | Ο Ρέντφορντ κέρδισε το βραβείο BAFTA καλύτερου ηθοποιού |
1970 | Little Fauss and Big Halsy | ||
1972 | Jeremiah Johnson | Ιερεμίας Τζόνσον, ο αλύγιστος | |
1972 | The Candidate | Ο υποψήφιος | |
1972 | The Hot Rock | ||
1973 | The Sting | Το Κεντρί | Ο Ρέντφορντ προτάθηκε για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου |
1973 | The Way We Were | Τα καλύτερά μας χρόνια | Η ταινία κέρδισε ένα βραβείο Όσκαρ |
1974 | The Great Gatsby | Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ | |
1975 | Three Days of the Condor | Οι τρεις μέρες του κόνδορα | |
1976 | All the President's Men | Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου | Η ταινία κέρδισε τέσσερα βραβεία Όσκαρ |
1977 | A Bridge too Far | Η γέφυρα του Άρνεμ | |
1979 | The Electric Horsemen | Ηλεκτρικός καβαλάρης | |
1980 | Brubaker | Μπρουμπέικερ, το πιο σκληρό αγκάθι | |
1984 | The Natural | Ο καλύτερος | |
1985 | Out of Africa | Πέρα από την Αφρική | Η ταινία προτάθηκε για επτά βραβεία Όσκαρ. |
1986 | Legal Eagles | Τρεις και μοναδικοί | |
1990 | Havana | Αβάνα | |
1992 | Sneakers | Οι αθόρυβοι | |
1993 | Indecent Proposal | Ανήθικη πρόταση | Ο Ρέντφορντ προτάθηκε για το Χρυσό Βατόμουρο. |
1996 | Up Close & Personal | Υπόθεση πολύ προσωπική | |
1998 | The Horse Whisperer | Γητευτής των αλόγων | |
2001 | The Last Castle | Το τελευταίο οχυρό | |
2001 | Spy Game | Παιχνίδι κατασκόπων | |
2004 | The Clearing | Το ξέφωτο | |
2005 | An Unfinished Life | Αγεφύρωτες σχέσεις | |
2007 | Lions for Lambs | Λέοντες αντί αμνών | |
2012 | The Company You Keep | Ο Κανόνας της Σιωπής | |
2013 | All is Lost | Όλα Χάθηκαν | |
2014 | Captain America: The Winter Soldier | Captain America 2: Ο Στρατιώτης του Χειμώνα |
Ως σκηνοθέτης
Έτος | Τίτλος ταινίας στα αγγλικά | Ελληνικός τίτλος | Σημειώσεις |
---|---|---|---|
1980 | Ordinary People | Συνηθισμένοι Άνθρωποι | |
1988 | The Milagro Beanfield | Μιλάγκρο, η Γη της σύγκρουσης | |
1992 | A River Runs Through It | Το ποτάμι κυλά ανάμεσά μας | Ο Ρέντφορντ προτάθηκε για τη Χρυσή Σφαίρα σκηνοθεσίας. |
1994 | Quiz Show | Ο Ρέντφορντ προτάθηκε για Όσκαρ σκηνοθεσίας και Όσκαρ καλύτερης ταινίας. | |
1998 | The Horse Whisperer | Γητευτής των αλόγων | Ο Ρέντφορντ προτάθηκε για τη Χρυσή Σφαίρα σκηνοθεσίας. |
2000 | The Legend of Bagger Vance | Ο θρύλος του Μπάγκερ Βανς | |
2007 | Lions for Lambs | Λέοντες αντί αμνών | |
2010 | The Conspirator | Ύποπτη συνομωσίας | |
2012 | The Company You Keep | Ο Κανόνας της Σιωπής |
Παραπομπές
^ Who is who: Ρόμπερτ Ρέντφορντ Clickatlife.com
^ «Watershed»: το νέο ντοκιμαντέρ του Ρόμπερτ Ρέντφορντ Ert.gr
^ Τα καλύτερά του χρόνια ΤΟ ΒΗΜΑ
^ ΥΠΟΠΤΗ ΣΥΝΟΜΩΣΙΑΣ (THE CONSPIRATOR) του Ρόμπερτ Ρέντφορντ (2011) Myfilm.gr
^ Ρόμπερτ Ρέντφορντ: "Πάντα θα υπάρχει λόγος για αντίσταση" Η Αυγή
66ο φεστιβάλ Καννών: Ο γέρος και η θάλασσα... ΤΟ ΒΗΜΑ
Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ θα γυρίσει ντοκιμαντέρ για το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, Iefimerida.gr
^ Ντε Νίρο, Ρέντφορντ και Στινγκ, στο πλευρό της Ιρανής "μοιχού" Epikaira.gr
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Κριτική της ταινίας The Chase
Κριτική της ταινίας The Conspirator
Ρόμπερτ Ρέντφορντ στο IMDb (Αγγλικά)
,
Βραβείο Σέσιλ Ντε Μιλ (Cecil B. DeMille)
Σέσιλ Ντε Μιλ (1952) Ουώλτ Ντίσνεϊ (1953) Ντάριλ Ζάνουκ (1954) Τζιν Χέρσολτ (1955) Τζακ Γουόρνερ (1956) Μέρβιν Λι Ρόϊ (1957) Μπάντι Άντλερ (1958) Μορίς Σεβαλιέ (1959) Μπινγκ Κρόσμπυ (1960) Φρεντ Ασταίρ (1961) Τζούντι Γκάρλαντ (1962) Μπομπ Χόουπ (1963) Τζόσεφ Ε. Λιβάιν (1964) Τζέιμς Στιούαρτ (1965) Τζον Γουέιν (1966) Τσάρλτον Ίστον (1967) Κερκ Ντάγκλας (1968) Γκρέγκορι Πεκ (1969) Τζόαν Κρόφορντ (1970) Φρανκ Σινάτρα (1971) Άλφρεντ Χίτσκοκ (1972) Σάμιουελ Γκόλντουιν (1973) Μπέτι Ντέιβις (1974) Χαλ Μπ. Ουόλις (1975) Ουόλτερ Μίρις (1977) Ρεντ Σκέλτον (1978) Λουσίλ Μπολ (1979) Χένρι Φόντα (1980) Τζιν Κέλλυ (1981) Σίντνεϊ Πουατιέ (1982) Λόρενς Ολίβιε (1983) Πολ Νιούμαν (1984) Ελίζαμπεθ Τέιλορ (1985) Μπάρμπαρα Στάνγουικ (1986) Άντονι Κουίν (1987) Κλιντ Ίστγουντ (1988) Ντόρις Ντέι (1989) Όντρεϊ Χέπμπορν (1990) Τζακ Λέμμον (1991) Ρόμπερτ Μίτσαμ (1992) Λορίν Μπακόλ (1993) Ρόμπερτ Ρέντφορντ (1994) Σοφία Λόρεν (1995) Σον Κόνερι (1996) Ντάστιν Χόφμαν (1997) Σίρλεϊ Μακ Λέιν (1998) Τζακ Νίκολσον (1999) Μπάρμπαρα Στρέιζαντ (2000) Αλ Πατσίνο (2001) Χάρισον Φορντ (2002) Τζιν Χάκμαν (2003) Μάικλ Ντάγκλας (2004) Ρόμπιν Ουίλιαμς (2005) Άντονι Χόπκινς (2006) Γουόρεν Μπίτι (2007) Στίβεν Σπίλμπεργκ (2009) Μάρτιν Σκορτσέζε (2010) Ρόμπερτ Ντε Νίρο (2011) Μόργκαν Φρίμαν (2012) Τζόντι Φόστερ (2013) Γούντι Άλεν (2014) Τζορτζ Κλούνεϊ (2015) Ντένζελ Ουάσινγκτον (2016)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License