Η ταινία Το Γεράκι της Μάλτας (αγγλ. The Maltese Falcon), γνωστή και ως 5 Ένοχοι, 3 Εγκλήματα είναι Φιλμ Νουάρ παραγωγής 1941, σε σκηνοθεσία Τζον Χιούστον. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο αστυνομικό μυθιστόρημα του Ντάσιελ Χάμετ[1][2]. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στο ρόλο του ιδιωτικού ντετέκτιβ Σαμ Σπέιντ και η Μαίρη Άστορ στο ρόλο της femme fatale πελάτισσάς του. Οι δυο πρωταγωνιστές πλαισιώνονται από τους Γκλάντις Τζορτζ, Πίτερ Λόρε και Σίντνεϊ Γκρίνστριτ. Η ταινία αποτελεί το πρώτο σκηνοθετικό εγχείρημα του Τζον Χιούστον και προτάθηκε για 3 βραβεία Όσκαρ μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας.
Η ταινία έχει χαρακτηριστεί από πολλούς κριτικούς (όπως τον Ρόμπερτ Έμπερτ[3] και τους κριτικούς του Entertainment Weekly[4]), ως μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, ενώ οι κριτικοί του περιοδικού Panorama du Film Noir Américain την αποκάλεσαν ως το πρώτο Φιλμ Νουάρ ευρείας διανομής στην ιστορία του κινηματογράφου[5].
Το 1989 η ταινία επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου ως πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική[6]. Το 1998 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου κατέταξε την ταινία στην 23η θέση στη λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.
Υπόθεση
Ο Σαμ Σπέιντ (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ) και ο Μάιλς Άρτσερ (Τζερόμ Κόουαν) είναι συνεταίροι ιδιωτικοί ντετέκτιβ. Παρά το γεγονός ότι οι δυο τους είναι συνεργάτες, ο Σαμ δεν συμπαθεί ιδιαίτερα τον Μάιλς. Μια μέρα τους επισκέπτεται στο γραφείο μια πανέμορφη γυναίκα (Μαίρη Άστορ) που τους συστήνεται ως κυρία Γουόντερλι και τους ζητάει να τη βοηθήσουν να βρει την αδελφή της. Ο Μάιλς αναλαμβάνει τις έρευνες και καταλήγει νεκρός. Από εκείνη τη στιγμή κι ύστερα ο Σπέιντ βρίσκεται περικυκλωμένος από μια σειρά παράξενων και επικίνδυνων ανδρών που όλοι σχετίζονται με διαφορετικό τρόπο με την κυρία Γουόντερλι, της οποίας το πραγματικό όνομα είναι Μπρίτζιν Ο' Σόνεσι (ο Τζόελ Κάιρο (Πίτερ Λόρε) με τις κάρτες επίσκεψης με άρωμα γαρδένιας, ο παχύσαρκος Κάσπερ Γκούτμαν (Σίντνεϊ Γκρίνστριτ) και ο μπράβος του Γουίλμερ (Ελίσα Κουκ Τζ.). Η Ο' Σόνεσι παρακαλεί τον Σπέιντ να την προστατέψει από τους άνδρες εκείνους που απειλούν τη ζωή της, ενώ η αστυνομία τον υποπτεύεται για το φόνο του Μάιλς. Περισσότεροι φόνοι πρόκειται να συμβούν, όλοι από εκείνους τους επικίνδυνους άνδρες που έχουν ως μοναδικό τους σκοπό την απόκτηση ενός αγάλματος γνωστού ως Το Γεράκι της Μάλτας.
Υπόβαθρο της ταινίας
Παρά το γεγονός ότι ο συγγραφέας του μυθιστορήματος Ντάσιελ Χάμετ είχε εργαστεί ως ιδιωτικός ντετέκτιβ στο Σαν Φρανσίσκο, ο ίδιος δήλωσε ότι ο κεντρικός ήρωας Σαμ Σπέιντ ήταν αποκύημα της φαντασίας του και ότι δεν εμπνεύστηκε από πραγματικό πρόσωπο για τη δημιουργία του[7].
Ο Χάμετ χρησιμοποίησε την πείρα του, από τα χρόνια που εργάστηκε ως ντετέκτιβ, για να δημιουργήσει πολλούς από τους χαρακτήρες του μυθιστορήματος. Χρησιμοποίησε επίσης στοιχεία από δυο διηγήματα (The Whosis Kid και The Gutting of Couffignal[8]) που δημοσίευσε στο περιοδικό Black Mask το 1925 και τα ενσωμάτωσε στην ταινία. Το μυθιστόρημά του δημοσιεύτηκε πρώτα σε πέντε μέρη από το περιοδικό Black Mask πριν κυκλοφορήσει σε μορφή βιβλίου από τις εκδόσεις Alfred A. Knopf το 1930.
Η εκδοχή του 1941 αποτελεί την τρίτη κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος. Η πρώτη έφερε τον τίτλο του μυθιστορήματος, είχε ως πρωταγωνιστές τον Ρικάρντο Κορτές και την Μπίμπι Ντάνιελς στους κεντρικούς ρόλους και προβλήθηκε το 1931. Η δεύτερη εκτέλεση με τίτλο Η Γυναίκα και οι Χίλιοι Άνδρες (Satan Met a Lady) είχε ως πρωταγωνιστές τη Μπέτι Ντέιβις και το Γουίλιαμ Γουόρεν και είχε μετατραπεί σε ελαφρά κωμωδία, με αλλαγές σε πολλά στοιχεία του αυθεντικού[9][10].
Πληροφορίες παραγωγής
Διανομή ρόλων
Ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ δεν ήταν η πρώτη επιλογή για τον ρόλο του Σαμ Σπέιντ. Ο παραγωγός της ταινίας Χαλ Ουόλις προσέγγισε αρχικά τον Τζορτζ Ραφτ, ο οποίος απέρριψε το ρόλο του Σπέιντ επειδή δεν ήθελε να συνεργαστεί με έναν άπειρο σκηνοθέτη, προτίμησε αντιθέτως να συμπρωταγωνιστήσει με τη Μάρλεν Ντίτριχ και τον Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον στην ταινία του Ράουλ Γουόλς Γυναίκα της Ταβέρνας (Manpower, 1941). Ο Ραφτ είχε επίσης απορρίψει νωρίτερα την ίδια χρονιά τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία Ο δραπέτης της Σιέρα (High Sierra, 1941) που εκτίναξε την καριέρα του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, ο οποίος μέχρι εκείνη την περίοδο λάμβανε μόνο δευτερεύοντες ρόλους από τη Warner Bros.. Όταν του ανέθεσαν το ρόλο του Σπέιντ ο 42χρονος Μπόγκαρτ ήταν ενθουσιασμένος που επρόκειτο να ερμηνεύσει έναν άνδρα που ήταν συνάμα άπληστος και έντιμος. Η συνεργασία του με τον Χιούστον σηματοδότησε την αρχή της φιλίας του με τον σκηνοθέτη, καθώς και της μετέπειτα συνεργασίας τους σε ταινίες όπως Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε (The Treasure of the Sierra Madre, 1948), Στη βοή της καταιγίδος (Key Largo, 1948) και Η Βασίλισσα της Αφρικής (The African Queen, 1951). Η ερμηνεία του Μπόγκαρτ στην ταινία αποτελεί το αρχέτυπο του ντετέκτιβ του είδους νουάρ. Αυτή ήταν επίσης η ταινία που η Ίνγκριντ Μπέργκμαν παρακολούθησε πολλές φορές για να προετοιμαστεί για το ρόλο της στην ταινία Καζαμπλάνκα (Casablanca, 1942) και να καταλάβει τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να προσεγγίσει τον Μπόγκαρτ.
Ο ρόλος της femme fatale Μπρίτζιντ Ο'Σόνεσι ανατέθηκε αρχικά στην Τζεραλντίν Φιτζέραλντ, αλλά πέρασε στη Μαίρη Άστορ όταν η Φιτζέραλντ αποφάσισε να συμμετάσχει σε μια θεατρική παράσταση. Ο Χάμετ δήλωσε ότι ο ρόλος της Ο'Σόνεσι ήταν βασισμένος σε δυο γυναίκες: μια καλλιτέχνιδα και μια γυναίκα που εμφανίστηκε στο γραφείο του στο Σαν Φρανσίσκο ζητώντας τρόπους για να μπορέσει να ξεφορτωθεί την οικονόμο της. Καμιά από εκείνες τις γυναίκες δεν ήταν όμως εγκληματίας."[7].
Ο χαρακτήρας του Χοντρού Κάσπερ Γκούτμαν ήταν βασισμένος σε εκείνον του Α. Μόντι Γκρέγκορι, ενός παχύσαρκου Βρετανού ντετέκτιβ που έγινε στη συνέχεια επιχειρηματίας και τυχοδιώκτης, ψάχνοντας χαμένους θησαυρούς όπως το επίχρυσο γεράκι της ταινίας. Δεν ήταν εύκολο να βρεθεί ο κατάλληλος ηθοποιός για να ερμηνεύσει το ρόλο. Κάποια στιγμή ο Χαλ Ουόλις πρότεινε στο Χιούστον να δοκιμάσει τον Σίντνεϊ Γκρίνστριτ, έναν υπέρβαρο θεατρικό ηθοποιό που δεν είχε εμφανιστεί ποτέ σε ταινίες. Ο Γκρίνστριτ ενθουσίασε το Χιούστον με τον όγκο, την χαρακτηριστική ομιλία, το δυνατό γέλιο και τα πεταχτά του μάτια. Μετά την επιτυχία της ταινίας ο Γκρίνστριτ επρόκειτο να αναλάβει κι άλλους κινηματογραφικούς ρόλους που ήταν παρόμοιοι μεταξύ τους (όπως για παράδειγμα εκείνον στην ταινία Καζαμπλάνκα (Casablanca, 1942).
Ο χαρακτήρας του Τζόελ Κάιρο ήταν βασισμένος σε έναν εγκληματία, τον οποίο ο Χάμετ είχε συλλάβει το 1920 για πλαστογραφία[7]. Στο μυθιστόρημα ο ήρωας είναι φανερά θηλυπρεπής. Για να αποφευχθούν προβλήματα με τους λογοκριτές, ο Πίτερ Λόρε που ανέλαβε τον ρόλο υποδύθηκε τον ήρωα χωρίς υπερβολές. Από τα συμφραζόμενα μπορεί κανείς όμως να καταλάβει τις σεξουαλικές προτιμήσεις του Κάιρο (π.χ. από τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται ένα μπαστούνι που κρατάει στο χέρι του, κατά τη διάρκεια της συζήτησής του με τον Σπέιντ, που παραπέμπει σε αναπαράσταση πεολειχίας). Η ομοφυλοφιλία δεν ήταν δυνατόν να αναφερθεί ως όρος στις ταινίες της περιόδου, καθώς απαγορευόταν από τον Κώδικα Χέιζ. Γι' αυτό το λόγο οι κινηματογραφιστές έπρεπε να βρουν τον κατάλληλο τρόπο για να την αναπαραστήσουν.
Ο Ελίσα Κοοκ Τζ. ένας γνωστός καρατερίστας ανέλαβε το ρόλο του Γουίλμερ. Ο συγκεκριμένος ρόλος όπως και εκείνος του Κάιρο θεωρείται ως ομοφυλοφιλικός από πολλούς κριτικούς, καθώς αφήνεται να εννοηθεί ότι συζούσε με άνδρα μεγαλύτερης ηλικίας.
Η Γκλάντις Τζορτζ είχε επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ πρωταγωνιστώντας στην κωμωδία του Λόρενς Ρίλεϊ Personal Appearance. Όπως και στο θεατρικό έτσι και στην ταινία ξεδίπλωσε το ταλέντο της ερμηνεύοντας τη σύζυγο του συνεργάτη του Σπέιντ Μάιλς Άρτσερ[11].
Ο ηθοποιός Γουόλτερ Χιούστον, πατέρας του σκηνοθέτη έκανε σύντομο πέρασμα από την ταινία για να φέρει τύχη στην πρώτη ταινία του γιου του.
Ανάπτυξη
Προκειμένου να σκηνοθετήσει με επιτυχία την πρώτη του ταινία ο Τζον Χιούστον σχεδίασε την κάθε σκηνή σε χαρτί και άφησε σημειώσεις σε κάθε σελίδα του σεναρίου για τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να κινήσει την κάμερα, έτσι ώστε να μην υπάρξουν καθυστερήσεις στα γυρίσματα[12]. Ο σκηνοθέτης έμεινε σταθερός στην άποψη ότι η ταινία δεν έπρεπε να βγει εκτός προϋπολογισμού, ο οποίος ήταν ήδη περιορισμένος. Παρείχε ένα λεπτομερές σενάριο στους ηθοποιούς, που τους επέτρεψε να κάνουν πρόβες με ελάχιστη ανάμειξη από την πλευρά του.
Η αποτελεσματικότητα των μεθόδων του ήταν τέτοια ώστε η ταινία να μην ξεπεράσει τον προϋπολογισμό, αλλά και να μην αφαιρεθεί σχεδόν καμιά γραμμή διαλόγου από το τελικό μοντάζ της ταινίας[13]. Πέρα από κάποια εξωτερικά γυρίσματα, ο Χιούστον γύρισε ολόκληρη την ταινία με τη σειρά του σεναρίου, πράγμα το οποίο βοήθησε πολύ τους ηθοποιούς του[14]. Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν πολύ ομαλά και πριν την προθεσμία και οι ηθοποιοί με τον σκηνοθέτη είχαν τον χρόνο να περάσουν μερικές ευχάριστες μέρες. Ο Χιούστον κάλεσε τον Μπόγκαρτ, την Άστορ και τους υπόλοιπους στο Lakeside Golf Club κοντά στην εταιρία Warner για να χαλαρώσουν στην πισίνα, να δειπνήσουν και να συζυτήσουν μέχρι το βράδυ.
Οι μόνες αφαιρέσεις που έκανε ο Χιούστον, σε σχέση με το μυθιστόρημα του Χάμετ, είχαν να κάνουν με το σεξ. Το Γραφείο Λογοκρισίας του Χέιζ απαγόρευε οποιαδήποτε σεξουαλική αναφορά.
Φωτογραφία
Κυρίαρχο ρόλο στην επιτυχία της ταινίας παίζει η φωτογραφία του Άρθουρ Έντεσον. Ο χαμηλός φωτισμός και οι ασυνήθιστες γωνίες της κάμερας, που σε πολλές περιπτώσεις ήταν τοποθετημένη στο πάτωμα απεικονίζοντας το ταβάνι (μια τεχνική που χρησιμοποίησε και ο Όρσον Γουέλς με τον διευθυντή φωτογραφίας του Πολίτη Κέιν Γκρεγκ Τόλαντ) χρησιμοποιήθηκαν για να δώσουν έμφαση στη φύση των κεντρικών χαρακτήρων και των πράξεών τους. Μερικές από τις πιο σημαντικές σκηνές είναι εκείνες που αφορούν τον Γκούτμαν, ειδικά εκείνη στην οποία εξηγεί την ιστορία του γερακιού στο Σπέιντ, περιμένοντας να δράσει το υπνωτικό που έχει ρίξει στο ποτό του. Οι περισσότερες επίσης σκηνές που αφορούν την Ο'Σόνεσι, παραπέμπουν στα σίδερα της φυλακής. Οι ριγέ πιτζάμες που φοράει σε μια από τις σκηνές, τα έπιπλα του δωματίου της που είναι ριγέ και οι ακτίδες φωτός που εισέρχονται στα δωμάτιο της διαπερνώντας τις γρίλιες των παντζουριών, προμηνύουν το μέλλον της επικίνδυνης αυτής γυναίκας. Στην τελική σκηνή της ταινίας μπαίνει στο ασανσέρ με τους αστυνομικούς κλείνοντας πίσω της την πόρτα με τα σιδερένια κάγκελα, πράγμα που υπονοεί την επικείμενη φυλάκισή της.
Υποδοχή
Το περιοδικό Variety χαρακτήρισε την ταινία ως ένα από τα καλύτερα δείγματα εναγωνίου αφήγησης σε κινηματογραφική μορφή:[15].
Ο Μπόσλεί Κράουδερ αποκάλεσε την ταινία το καλύτερο θρίλερ μυστηρίου της χρονιάς, λέγοντας: Ο νεαρός κύριος Χιούστον αφήνει υποσχέση ότι πρόκειται να γίνει ένας από τους εξυπνότερους σκηνοθέτες που υπάρχουν. Σύμφωνα με τον Κράουδερ το κόλπο που χρησιμοποίησε ο Χιούστον, ήταν ο συνδυασμός της αμερικανικής τραχύτητας με την ευγένεια της αγγλικής σχολής και με λίγο πάθος[16].
Η ταινία είχε ανέλπιστη επιτυχία και η εταιρία Warner Bros. σχεδίαζε να γυρίσει και συνέχεια με τίτλο The Further Adventures of the Maltese Falcon που επρόκειτο να σκηνοθετήσει ο Χιούστον. Αλλά τόσο το φορτωμένο πρόγραμμα του σκηνοθέτη, όσο και η αναχώρησή του για το μέτωπο στα τέλη του 1942 εμπόδισαν την υλοποίησή της.
Βραβεία
Η ταινία προτάθηκε για τρία βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, το οποίο έχασε από την ταινία του Τζον Φορντ Η κοιλάδα της κατάρας (How Green Was My Valley, 1941). Ο Σίντνεϊ Γκρίνστριτ υποψήφιος για Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου έχασε επίσης από τον Ντόναλντ Κρισπ της ταινίας Η κοιλάδα της κατάρας (How Green Was My Valley, 1941).
Βραβεία Ακαδημίας Κινηματογράφου (Όσκαρ)
Υποψηφιότητα:
Καλύτερης Ταινίας – Χαλ Ουόλις
Β' Ανδρικού Ρόλου - Σίντνεϊ Γκρινστριτ
Διασκευασμένου Σεναρίου - Τζον Χιούστον
Παραπομπές
Variety film review; October 1, 1941, page 9.
Harrison's Reports film review; October 4, 1941, page 159.
Ebert, Roger "The Maltese Falcon (1941)." rogerebert.com. May 13, 2001. February 24, 2007.
Entertainment Weekly. The 100 Greatest Movies of All Time. New York: Entertainment Weekly Books, 1999.
Sklar, Robert. Film: An International History of the Medium. [London]: Thames and Hudson, [c. 1990].
List of National Film Registry (1988–2003).
Introduction to The Maltese Falcon (1934 edition)
Dashiell Hammett. «Introduction to The Maltese Falcon (1934 edition)». Ανακτήθηκε στις April 15, 2007.
Huston, John (1980). An Open Book. New York: Alfred A. Knopf, σελ. 78.
Crowther, Bosley. Review in the New York Times. October 4, 1941. Reprinted in Luhr, William, ed. (1995). The Maltese Falcon. Dir. John Huston. Rutgers Films in Print. New Brunswick: Rutgers UP, σελ. 127. ISBN 0-8135-2236-6.
Lax, Eric. Audio commentary for Disc One of the 2006 three-disc DVD special edition of The Maltese Falcon.
Behlmer, Rudy. Behind the Scenes. Hollywood: Samuel French, 1990. p. 144.
Huston decided that the final scene of the novel and the script, in which Spade returns disgustedly to Iva Archer, would not be filmed, believing the film should end the way it was, and thus making Spade's character more honorable as the story progressed. Lax, Eric. Audio commentary for Disc One of the 2006 three-disc DVD special edition of The Maltese Falcon.
Behlmer, p. 145.
«The Maltese Falcon». Variety. September 29, 1941. Ανακτήθηκε στις 2011-11-15.
Crowther, Bosley (October 4, 1941). «The Maltese Falcon, a Fast Mystery-Thriller With Quality and Charm, at the Strand». The New York Times. Ανακτήθηκε στις 2011-11-15.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Το Γεράκι της Μάλτας (ταινία) στην IMDb
Κινηματογράφος, Ηθοποιοί, Σκηνοθέτες, Ταινίες
Εγκυκλοπαίδεια Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License