.
"Ναύδετο όρμου" που έχει προσδέσει πλοίο με συρματόσχοινο και με σχοινί (κάβο) (*)
Γενικά με τον όρο ναύδετο (το), νοείται ο μεγάλος σημαντήρας (σημαδούρα ή τσαμαδούρα – mooring buoy) που βρίσκεται αγκυροβολημένος σε συγκεκριμένη θέση (στίγμα), όπου μπορεί ένα πλοίο να προσδένεται με ασφάλεια σ΄ αυτόν, αντί να αγκυροβολήσει.
Τα ναύδετα τοποθετούνται κυρίως σε λιμένες μεγάλης ναυτιλιακής κίνησης στους οποίους όμως δεν επιτρέπει ο χώρος στροφές «επ΄ αγκύρα», καθώς επίσης και σε όρμους όταν το βάθος καθιστά επικίνδυνη τη πόντιση άγκυρας (π.χ. Σαντορίνη) ή προ των Ναυστάθμων ή άλλων αγκυροβολίων για γρήγορο απόπλου, (άπαρση), κοινώς «σαλπάρισμα».
Γενικά το ναύδετο είναι πλωτή σιδερένια κυλινδρική κατασκευή (σαν δεξαμενή) επί της οποίας φέρεται μεγάλος κρίκος (αγκύλιο) στον οποίο προσδένονται τα πλοία και ακριβώς από κάτω συνδέεται, συνήθως με αλυσίδα, με άγκυρα ή άγκυρες. Διακρίνεται στο ύφαλο μέρος (κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας) και στο έξαλο μέρος που παρά την ίσαλο φέρει προφυλακτικό συνήθως ξύλινο περίζωμα για προστασία από προσκρούσεις των πλοίων κατά τη πρόσδεσή τους σ΄ αυτό.
Τα αγκυροβόλια των ναυδέτων αποτελούνται από "ετερόστομες" άγκυρες που έχουν ποντισθεί σε γραμμή κάθετη προς τη διεύθυνση του κυρίως επικρατούντος ανέμου.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License