.
Το μαγνητόμετρο πρωτονίου μετρά πολύ μικρές αποκλίσεις του μαγνητικού πεδίου της γης, γεγονός που μας επιτρέπει να ανιχνεύουμε σιδηρά αντικείμενα στην ξηρά και τη θάλασσα, διαδικασία που αποκαλείται γεωφυσική διασκόπηση. Η γεωφυσική διασκόπηση έχει ως κύριο στόχο της τη δημιουργία μιας σχετικά ακριβούς αποτύπωσης των θαμμένων «αντικειμένων» στο εσωτερικό του εδάφους μιας συγκεκριμένης περιοχής. Τα μαγνητόμετρα πρωτονίου χρησιμοποιούνται στην αρχαιολογία για την ανίχνευση και χαρτογράφηση κατεδαφισμένων τοίχων και κτηρίων. Χρησιμοποιούνται, επίσης, στην υποβρύχια αρχαιολογία για τον εντοπισμό ναυαγίων, πολύ περισσότερο στον τομέα των αυτόνομων καταδύσεων για συγχρονα ναυάγια με μεγάλη μάζα σιδήρου.
Η βασική δομή του μαγνητομέτρου πρωτονίου συνίσταται σε μια χάλκινη συνήθως ηλεκτραγώγιμη σπείρα που περιβάλλει έναν κύκλινδρο παραφίνης ή κηροζίνης, υλικά δηλαδή που είναι πλούσια σε πρωτόνια. Μετρήσιμο ηλεκτρικό ρεύμα εισάγεται στη σπείρα εξαιτίας της επαναδιευθέτησης των πρωτονίων της η παραφίνης, καθώς το μαγνητόμετρο περνά πάνω από εναλασσόμενο μαγνητικό πεδίο.
Το μαγνητόμετρο στην Αρχαιολογία
Σύμφωνα με τον Κρίστοφερ Πιμπλς (Christopher S. Peebles) στο Γεωφυσική στον αρχαιολογικό τόπο του Angel: Παρελθόν, Παρόν και Μέλλον, "το 1958, ο Τζ Μπλακ (G. Black) και ο Έλι Λίλυ (Eli Lilly), ακολουθώντας προγενέστερες εργασίες του Μ. Άιτκεν (M. J. Aitken) και των συνεργατών του στο Αρχαιομετρικό Εργαστήριο του πανεπιστημίου της Οξφόρδης χρησιμοποίησαν το μαγνητόμετρο πρωτονίου για να εντοπίσουν και να χαρτογραφήσουν θαμμένα αρχαιολογικά τέχνεργα. Το 1959, με την υποστήριξη της Ιστορικής Εταιρείας της Ιντιάνα, ο Τζ. Μπλακ κατασκεύασε ένα βελτιωμένο μαγνητόμετρο για γενικούς σκοπούς. Αποδείχθηκε λίγο καλύτερο από τα προηγούμενα στον εντοπισμό μεγάλων μαζών, lαλλά δεν ήταν πραγματικά κατάλληλο για αρχαιολογικές εφαρμογές. Το l959 πάλι με την υποστήριξη της Ιστορικής Εταιρείας κατασκευάστηκε ένα μαγνητόμετρο προορισμένο ειδικά για την αρχαιολογική έρευνα. από το Αρχαιομετρικό Εργαστήριο της Οξφόρδης".
"Το 1961 και το 1963 το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών (National Science Foundation) χρηματοδότησε τον Μπλακ και την Ιστορική Εταιρεία της Ιντιάνα για να διερευνήσουν τη χρησιμότητα του μαγνητόμετρου στην αρχαιολογική έρευνα. Στην περίοδο 1961-1963, ερευνήθηκαν πάνω από 30.000 τετρ. μέτρα στον αρχαιολογικό τόπο του Angel και πάνω από 2.000 τετρ. μέτρα ανασκάφθηκαν, προκειμένου να διαπιστωθεί η ακρίβεια του οργάνου. Αυτή ήταν η πρώτη συστηματική χρήση του μαγνητομέτρου πρωτονίου για την αρχαιολογική έρευνα και το όλο έργο δημοσιεύθηκε και από τον Μπλακ και από τον συνεργάτη του Ρ. Τζόνστον, (R. B. Johnston)".
Δείτε επίσης
μαγνητόμετρο
Προτεινόμενη Βιβλιογραφία
Black, G. A. and Johnston, R. B., "A Test of Magnetometry as an Aid to Archaeology," American Antiquity, Vol. 28, pp. 199-205, 1962.
Black, G. A., Angel Site: An Archaeological Historical, and Ethnological Study, 2 vols., Indiana Historical Society, Indianapolis, 1967.
Johnston, R. B., "Proton Magnetometry and its Application to Archaeology: An Evaluation at Angel Site," Indiana Historical Society, Prehistory Research Series, Vol. IV, No. II, 1962
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License