.
Πένσα , θηλυκό
εργαλείο με λαβή σαν του ψαλιδιού και δύο μεταλλικές λαβίδες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από έναν τεχνίτη για να κρατήσει ακίνητο ένα άλλο αντικείμενο. Ανάμεσα στις δύο λαβίδες σχηματίζεται ένα κυκλικό κενό και κάτω από αυτό υπάρχει ένας κόφτης που μπορεί να κόψει ένα σύρμα.
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | πένσα | πένσες |
γενική | πένσας | πενσών |
αιτιατική | πένσα | πένσες |
κλητική | πένσα | πένσες |
Δείτε επίσης
λαβίδα
κόφτης
μυτοτσίμπιδο
τανάλια
κάβουρας
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License