Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ
|
Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (αγγλικά: Manchester United Football Club) είναι μία από τις ιστορικότερες ποδοσφαιρικές ομάδες της Αγγλίας. Η έδρα της είναι το Ολντ Τράφορντ, στην πόλη του Μάντσεστερ. Έχει κατακτήσει 18 φορές το Αγγλικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, 11 φορές το Κύπελλο Αγγλίας και 3 φορές το Τσάμπιονς Λιγκ. Οι παίκτες της χαρακτηρίζονται και ως Κόκκινοι Διάβολοι. Είναι από τις πλέον δημοφιλείς ποδοσφαιρικές ομάδες, με συλλόγους φίλων σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο. Πέραν από τις πολλές αθλητικές επιτυχίες, μεγάλη συμπάθεια προς την ομάδα έφερε και το αεροπορικό δυστύχημα του Δεκεμβρίου του 1958 στο Μόναχο, όταν σκοτώθηκαν οκτώ ποδοσφαιριστές της ομάδας. Ήταν μια φουρνιά ταλαντούχων παικτών (μέσος όρος ηλικίας τα 24 χρόνια), που ήταν γνωστοί ως Οι Μπέμπηδες του Μπάσμπι. Ιστορία του συλλόγου Η ίδρυση και τα πρώτα χρόνια Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ιδρύθηκε το 1878 από εργάτες της εταιρίας σιδηροδρόμων του Λανκασάιρ και του Γιοκσάιρ, Carriage and Wagon Works, οι οποίοι πήραν την άδεια από τους εργοδότες τους να δημιουργήσουν μια ποδοσφαιρική ομάδα. Το πρώτο όνομα της ομάδας ήταν Newton Heath L&YR (το L&YR προέρχεται από το Lancashire & Yorkshire Railway). Η έδρα της πρώτης αυτής ομάδας ήταν το γήπεδο North Road στο Νιούτον Χιθ.[1] Οι πρώτοι αγώνες της ομάδας ήταν κυρίως με ομάδες εργατών σιδηροδρομικών εταιριών, ανάμεσα τους και ομάδες εργατών της δικής τους εταιρίας. Το 1884 αποφάσισαν να πάρουν μέρος στο κύπελλο Λανκασάιρ, αλλά αποκλείστηκαν από τον πρώτο γύρο [1], ενώ αργότερα πήραν μέρος στο μικρότερο κύπελλο Μάντσεστερ και περιχώρων, πετυχαίνοντας καλύτερα αποτελέσματα και φτάνοντας αρκετές φορές στον τελικό της διοργάνωση, χωρίς όμως να καταφέρουν να κατακτήσουν το κύπελλο.[1] Την περίοδο 1886-87 έλαβε για πρώτη φορά μέρος στο Κύπελλο Αγγλίας, στο οποίο όμως αποκλείστηκαν στο πρώτο γύρο από την Φλιτγουντ Ρέιντζερς, όταν αρνήθηκαν να παίξουν παράταση μετά από το 2-2 του κανονικού αγώνα. Ύστερα από αυτό το γεγονός η ομάδα αποφάσισε να μην συμμετέχει ξανά στο θεσμό, μέχρι το 1889.[1] Το 1888 ίδρυσαν ένα πρωτάθλημα μαζί με άλλες ομάδες με το όνομα The Combination. Η πρώτη αυτή περίοδος λειτουργίας αυτής της διοργάνωσης είχε μικρό χρόνο ζωής καθώς την επόμενη χρονιά διαλύθηκε λόγω οικονομικών δυσκολιών. Αν και δεν ήταν ακόμα αρκετά ισχυροί για να συμμετέχουν στο Πρωτάθλημα Αγγλίας, το 1889 ήταν ανάμεσα στους ιδρυτές της Football Alliance, πρωτάθλημα στο οποίο τερμάτισαν 8οι την πρώτη χρονιά. Την επόμενη χρονιά αφαίρεσαν το L&YR από το όνομά τους. Το 1892 τερμάτισαν 2οι πίσω από τη Νότιγχαμ Φόρεστ, ενώ την ίδια χρονιά το Πρωτάθλημα Αγγλίας επεκτάθηκε με την συγχώνευση της Alliance, δημιουργώντας μια δεύτερη κατηγορία. Η Νιούτον Χιθ και η Νότιγχαμ Φόρεστ έλαβαν αυτόματα την πρόκριση στη πρώτη κατηγορία. Την πρώτη της χρονιά στη πρώτη κατηγορία τερμάτισε τελευταία, και χρειάστηκε να νικήσει την πρωταθλήτρια της δεύτερης κατηγορίας Σμολ Χιθ για να παραμείνει στο πρωτάθλημα. Το 1893 μετακόμισε στο γήπεδο της Bank Street. Το 1894 ήταν ξανά άλλη μια κακή χρονιά για την Νιούτον Χιθ, η οποία όμως αυτή τη φορά έχασε στον αγώνα των play-off με αντίπαλο την Λίβερπουλ και έγινε η πρώτη ομάδα της Πρώτης Κατηγορίας που υποβιβαζόταν στη Δεύτερη. Η ομάδα τα επόμενα χρόνια αντιμετώπιζε πολλά οικονομικά προβλήματα, φτάνοντας μέχρι την χρεοκοπία. Την περίοδο εκείνη εμφανίστηκε ο Τζον Χένρυ Ντέιβις που σε συνεννόηση με τον αρχηγό της ομάδας Χάρρυ Στάφορντ κινητοποίησαν μια μερίδα επιχειρηματίες που βοήθησαν να σωθεί η ομάδα.[2] Ο Ντέιβις έγινε πρόεδρος της ομάδας και στις 28 Απριλίου 1902, η ομάδα άλλαξε το όνομά της σε Manchester United Football Club, καθώς και τα χρώματα της ομάδας σε κόκκινο και άσπρο. Η είσοδος των νέων επενδυτών έδωσε ώθηση στην ομάδα η οποία άρχισε να σημειώνει αξιόλογες πορείες στη δεύτερη κατηγορία, αλλά και στο κύπελλο Αγγλίας. Το 1906, με προπονητή τον Έρνεστ Μανγκάλ κέρδισε την άνοδο στη πρώτη κατηγορία, ενώ σιγά-σιγά άρχισε να δημιουργείται μια ομάδα με αξιόλογους παίκτες όπως ο Μπίλι Μέρεντιθ, ο Χέρμπερτ Μπέργκες, ο Άλεκ Τέρνμπακ και ο Τζίμι Μπάνιστερ. Το 1908 η Μάντσεστερ κατέκτησε το πρώτο της πρωτάθλημα, αλλά και το νέο θεσμό, το Charity Shield . Την επόμενη χρονιά κατέκτησαν και το πρώτο τους κύπελλο Αγγλίας νικώντας στον τελικό την Μπρίστολ Σίτι με 1-0. Η πορεία της μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο Το 1910 η ομάδα μετακόμισε στο νέο της γήπεδο, το Ολντ Τράφορντ. Το πρώτο της παιχνίδι εκεί ήταν με αντίπαλο τη Λίβερπουλ, στις 19 Φεβρουαρίου 1910, με την ομάδα του Μάντσεστερ να χάνει με 4-3. Την ίδια περίοδο, η Ποδοσφαιρική Λίγκα, που δεν αναγνώριζε την Ένωση των Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών αποφάσισε να μην πληρώνει οποιοδήποτε ποδοσφαιριστή δήλωνε μέλος της Ένωσης. Οι ποδοσφαιριστές της Μάντσεστερ αρνήθηκαν να αποκηρύξουν την ιδιότητά τους ως μέλη της Λίγκας (οι παίκτες της απεικονίζονται σε μια φωτογραφία της περιόδου που έγινε γνωστή με το όνομα Outcasts FC[3]), αλλά τελικά η Λίγκα υποχώρησε από τη θέση της λίγο πριν την έναρξη του πρωταθλήματος. Μετά το πρωτάθλημα του 1911 και την κατάκτηση του Charity Shield την ίδια χρονιά ο Μανγκάλ αποχώρησε από την ομάδα. Η αποχώρησή του λειτούργησε αρνητικά για τον σύλλογο, που κατάφερε με δυσκολία να γλυτώσει τον υποβιβασμό το 1915. Την ίδια χρονιά ξέσπασε και ένα από τα πρώτα σκάνδαλα του Αγγλικού ποδοσφαίρου, με τρείς παίκτες της ομάδας να κατηγορούνται για το στήσιμο του αγώνα με την Λίβερπουλ.[4] Μετά την διακοπή του πρωταθλήματος κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, η ομάδα υποσκιάστηκε από την επαναδημιουργία της Μάντσεστερ Σίτι, που είχε για προπονητή της τον Μανγκάλ. Το 1922, ύστερα από μια κακή χρονιά, η ομάδα υποβιβάστηκε στη δεύτερη κατηγορία, και έμεινε εκεί μέχρι το 1925, όταν με τον Τζον Τσάπμαν κατάφερε να τερματίσει 2η και να επιστρέψει στη πρώτη κατηγορία. Ο θάνατος όμως του προέδρου της Ντέιβις το 1927, αλλά και η τιμωρία του Τσάπμαν από την FA που του απαγόρευσε να επιστρέψει στο ποδόσφαιρό[5], οδήγησαν την ομάδα σε απογοητευτικές χρονιές, μέχρι τον υποβιβασμό της εκ νέου το 1931. Ταυτόχρονα, τα οικονομικά προβλήματα έκαναν για άλλη μια φορά την εμφάνισή τους. Ύστερα από διάφορες περιπέτειες, οπού η ομάδα δεν μπορούσε να αποκτήσει ούτε προπονητή, τελικά αποκτήθηκε για την θέση ο Σκοτ Ντάνκαν. Αν και οι πρώτες χρονιές του Ντάνκαν δεν ήταν επιτυχημένες, με την ομάδα να τερματίζει στην προτελευταία θέση της δεύτερης κατηγορίας το 1934 και να γλιτώνει την τελευταία στιγμή τον υποβιβασμό, η συνεχεία ήταν καλύτερη, κατακτώντας το πρωτάθλημα της δεύτερης κατηγορίας το 1936. Όμως, την επόμενη χρονιά υποβιβάστηκαν ξανά στη δεύτερη κατηγορία, για να επιστρέψουν στην πρώτη το 1938, όπου θα παραμείνουν για 36 χρόνια Κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, πολλοί παίκτες της πήραν μέρος σε αυτόν, αλλά η ομάδα συνέχιζε να αγωνίζεται σε μικρά τουρνουά. Στις 11 Μαρτίου 1941, κατά τη διάρκεια αεροπορικής επιδρομής των Γερμανών, το Ολντ Τράφορντ βομβαρδίστηκε. Μέχρι την επιδιόρθωσή του το 1949, η ομάδα της Γιουνάιτεντ μοιραζόταν την ίδια έδρα με την Μάντσεστερ Σίτι (Maine Road). Περίοδος Ματ Μπάσμπι Το 1945 προπονητής της ομάδας έγινε ο Ματ Μπάσμπι. Ο Μπάσμπι είχε μια ασυνήθιστη προσέγγιση για την εργασία του, επιμένοντας ότι πρέπει να του επιτραπεί να έχει τη δική του ομάδα, επιλέγοντας αυτός τους παίκτες και έχοντας τον σχεδιασμό της προπόνησης της ομάδας ο ίδιος. Είχε ήδη χάσει την δουλειά του ως βοηθός προπονητής στον προηγούμενο σύλλογό του, την Λίβερπουλ, επειδή ο σύλλογος υπολόγιζε για τα καθήκοντα αυτά τους διευθυντές της ομάδας, αλλά η Γιουνάιτεντ αποφασίσει να δώσει μια ευκαιρία στις καινοτόμες ιδέες του Μπάσμπι. Η πρώτη μετεγγραφή του δεν ήταν ένας παίκτης, αλλά ένας νέος βοηθός προπονητή με το όνομα Τζίμι Μέρφι.[6] Το ρίσκο που είχε λάβει ο σύλλογος με το διορισμό του Μπάσμπι έβγαλέ άμεσα αποτελέσματα, με την ομάδα να τερματίζει δεύτερη στο πρωτάθλημα το 1947, το 1948 και το 1949 και κερδίζει το Κύπελλο Αγγλίας το 1948, χάρη εν μέρει στους Σταν Πιρσον, Τζακ Ρόουλι και Τσάρλι Μίτεν, καθώς και το κεντρικό χαφ, Άλενμπαϊ Τσίλτον. Αν και ο Μίτεν έφυγε στην Κολομβία σε αναζήτηση καλύτερου μισθού, οι υπόλοιποι παίκτες κατάφεραν να κατακτήσουν τον τίτλό της Α’ Κατηγορίας το 1952. Ο Μπάσμπι γνώριζε, ωστόσο, ότι στις ποδοσφαιρικές ομάδες απαιτείται κάτι περισσότερο από την εμπειρία, και έτσι υιοθέτησε μια πολιτική φέρνοντας παίκτες από την εφηβική ομάδα όποτε είναι δυνατόν.[6] Αρχικά, νέοι παίκτες, όπως Ρότζερ Μπάιρν, Μπιλ Φουλκς, Μαρκ Τζόουνς και Ντένις Βάιολετ, χρειάστηκαν χρόνο για να πάρουν μια θέση στην ομάδα, με την Γιουνάιτεντ να τερματίζει στην όγδοη θέση το 1953, αλλά κατάφερε και κέρδισε το πρωτάθλημα και πάλι το 1956 με ένα μέσο όρο ηλικίας μόλις 22 ετών, σκοράροντας 103 γκολ στη διάρκεια του πρωταθλήματος. Η πολιτική με τους νέους παίκτες, που είχε αρχίσει με τον Μπάσμπι, έχει πλέον γίνει το σήμα κατατεθέν της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στις πιο επιτυχημένες περιόδους της ιστορία της (τα μέσα της δεκαετίας του 1950, τα μέσα προς τέλη της δεκαετίας του 1960 και του 1990). Οι παίκτες αυτοί αποκαλούνταν εφεξής με το όνομα «οι μπέμπηδες του Μπάσμπι». Ανάμεσά τους ξεχώριζε ο Ντάνκαν Έντουαρντς, από το Dudle της περιφέρειας West Midlands, ο οποίος έκανε την πρώτη εμφάνισή του στην ομάδα σε ηλικία μόλις 16 ετών το 1953.[7][8] Την επόμενη περίοδο, 1956-57, κέρδισαν το πρωτάθλημα ξανά και έφτασαν στο τελικό του Κυπέλλου, χάνοντας από την Άστον Βίλα. Επίσης, έγινε η πρώτη αγγλική ομάδα που αγωνίστηκε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, κατ 'εντολή της FA, η οποία είχε αρνηθεί στην Τσέλσι την ίδια ευκαιρία την προηγούμενη περίοδο, και έφθασε ως τον ημιτελικό, όπου αποκλείστηκε από την Ρεάλ Μαδρίτης. Καθ' οδόν προς τον ημιτελικό, κατάφερε να πετύχει μια νίκη που εξακολουθεί να στέκεται ως η μεγαλύτερη νίκη της σε όλες τις διοργανώσεις, όταν νίκησε την πρωταθλήτρια Βελγίου Άντερλεχτ με 10-0 στο Maine Road. Την επόμενη περίοδο, μια τραγωδία έπληξε τον σύλλογο, όταν το αεροπλάνο που μετέφερε την ομάδα από έναν ευρωπαϊκό αγώνα του Κυπέλλου Πρωταθλητριών συντριβή κατά την απογείωση του, ύστερα από μια στάση για ανεφοδιασμό στο Μόναχο της Γερμανίας.[9][10][11][12] Η αεροπορική τραγωδία του Μονάχου της 6 Φεβρουαρίου του 1958 στοίχισε τη ζωή σε οκτώ παίκτες - Τζεφ Μπεντ , Ρότζερ Μπάιρν, Εντι Κόλμαν , Ντάνκαν Εντουαρντς (υπέκυψε στα τραύματά του λίγες μέρες αργότερα), Μαρκ Τζόουνς, Ντέιβιντ Πεγκ, Τόμυ Τέιλορ και Λίαμ «Μπίλι» Γουίλαν - και άλλους δεκαπέντε επιβάτες, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της ομάδας Γουόλτερ Κρίκμερ, Μπερτ Γουόλεϊ και Τομ Κούρι. Είχαν ήδη γίνει δύο φορές απόπειρες για απογείωση πριν τη μοιραία τρίτη, κατά την οποία ο υγρός διάδρομος απογείωσης επιβράδυνε το αεροπλάνο. Η ανεπαρκής ταχύτητα για απογείωση οδήγησε στη σύγκρουσή του, μέσα από ένα φράχτη, σε ένα ακατοίκητο σπίτι. Ο τερματοφύλακας Χάρρυ Γκρεγκ, κατάφερε να διατηρήσει τη συνείδηση του μετά τη συντριβή, και μέσα στον φόβο του για μια ενδεχόμενη έκρηξη, άρπαξε δύο συμπαίκτες του, τον Μπόμπι Τσάρλτον - ο οποίος είχε κάνει το ντεμπούτο του λιγότερο από 18 μήνες νωρίτερα - και τον Ντένις Βάιολετ και τους έσυρε έξω, στην ασφάλεια. Επτά παίκτες έχασαν τη ζωή τους την ίδια στιγμή, ενώ ο Ντάνκαν Έντουαρντς πέθανε δεκαπέντε μέρες αργότερα στο νοσοκομείο. Ο δεξιός ακραίος Τζόνι Μπέρρυ επέζησε επίσης από το ατύχημα, αλλά η βλάβη που υπέστη έφερε την καριέρα του σε ένα πρόωρο τέλος. Στον Μπάσμπι δεν δόθηκε μεγάλη ελπίδα επιβίωσης από τους γιατρούς του Μονάχου, αλλά ανένηψε εκ θαύματος και τελικά βγήκε από το νοσοκομείο έχοντας περάσει πάνω από δύο μήνες εκεί. Υπήρχαν φήμες ότι ο σύλλογος θα αποσυρόταν από όλους τους αγώνες, αλλά με τον Τζίμι Μέρφι να αναλάβει ως προπονητής, ενώ ο Μπάσμπι ανάρρωνε από τους τραυματισμούς του, ο σύλλογος συνέχισε να παίζει με μια πρόχειρη ομάδα. Παρά το ατύχημα, έφτασαν στο τελικό του Κυπέλλου, όπου έχασαν από την Μπόλτον. Στο τέλος της σεζόν, η UEFA προσέφερε στη FA την ευκαιρία να συμπεριλάβει τόσο την Γιουνάιτεντ όσο και τους ενδεχόμενους πρωταθλητές, Γούλβερχαμπτον Γουόντερερς, στο Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1959, ως φόρο τιμής στα θύματα, αλλά η FA αρνήθηκε. Η Γιουνάιτεντ κατάφερε να ανταγωνιστεί την Γούλβς την επόμενη περίοδο, τερματίζοντας στην δεύτερη θέση. Ο Μπάσμπι επαναδημιούργησε την ομάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1960, υπογράφοντας παίκτες όπως ο Ντένις Λόου και o Πατ Κρεραντ, ενώ όλο αυτό το διάστημα γαλούχησε μια νέα γενιά από νεαρούς παίκτες. Ο πιο διάσημος παίκτης αυτής της νέας γενιάς ήταν ένας νεαρός αθλητής από το Μπέλφαστ, ο Τζορτζ Μπεστ.[13] Ο Μπεστ είχε σπάνια αθλητικά προσόντα, αλλά το πιο σημαντικό του στοιχείο ήταν ο έλεγχος της μπάλας. Η ταχύτητά του, επέτρεπε στον Μπεστ να περνά μέσα από σχεδόν οποιοδήποτε κενό στην άμυνα της αντίπαλης ομάδας, χωρίς να έχει σημασία πόσο μικρό ήταν αυτό. Η ομάδα κέρδισε το Κύπελλο Αγγλίας το 1963, αν και τερμάτισε στη 19η θέση στην Πρώτη Κατηγορία. Ο θρίαμβος αυτός φάνηκε να αναζωογονεί τους παίκτες, και βοήθησε τον σύλλογο να τερματίσει στην δεύτερη θέση το 1964, και στη συνέχεια να κατακτήσει το πρωτάθλημα το 1965 και το 1967. Το 1968 κέρδισε το πρώτο της Ευρωπαϊκό της τρόπαιο, νικώντας την Μπενφίκα του Εουσέμπιο με 4-1 στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων, κάνοντάς την την πρώτη αγγλική ομάδα που κερδίζει στη διοργάνωση. Εκείνη η ομάδα της Γιουνάιτεντ είχε στις τάξεις της τρεις ποδοσφαιριστές που κατέκτησαν τον τίτλο του καλύτερου παίκτη της χρονιάς στην Ευρώπη: τον Μπόμπι Τσάρλτον, τον Ντένις Λόου και τον Τζορτζ Μπεστ. Ο Ματ Μπάσμπι παραιτήθηκε από προπονητής της το 1969 και αντικαταστήθηκε από τον Γουίλφ ΜακΓκίνες. Μετά τον Μπάσμπι Ο Γουίλφ ΜακΓκίνες, πρώην ποδοσφαιριστής της Γιουνάιτεντ και προπονητής της αναπληρωματικής της ομάδας, προήχθη στη θέση του Ματ Μπάσμπι. Η ομάδα χρειαζόταν ανανέωση, αλλά ο ΜακΓκίνες δεν μπόρεσε να τη προσφέρει, με αποτέλεσμα να απολύθεί τον Δεκέμβριο το 1970. (Αργότερα εργάστηκε στην Ελλάδα, σε Άρη και Παναχαϊκή). Ο Μπάσμπι επέστρεψε από τη θέση του προπονητή, προσωρινά, μέχρι το διορισμό του Φράνκ Ο'Φάρελ το 1971, που και πάλι δεν μπόρεσε να κάνει την ομάδα να ξεχωρίσει. Επιπλέων, ο Μπεστ είχε γίνει ένα πρόβλημα, καθώς έπεφτε σε διάφορα πειθαρχικά παραπτώματα. Η συμπεριφορά του ήταν ασταθής, δηλώνοντας πως θα αποσυρόταν από το ποδόσφαιρο για να επιστρέφει λίγες μέρες αργότερα.[13] Τον Δεκέμβριο του 1972 ο Ο'Φάρελ απολύθηκε και τη θέση του ανέλαβε ο Τόμμι Ντόχερτι, που άρχισε αμέσως την ανοικοδόμηση της ομάδας, με μια σειρά από μεταγραφές. Ο Λόου υπέγραψε ως ελεύθερος στην Μάντσεστερ Σίτυ, ενώ ο Μπεστ συνέχιζε την περίεργη συμπεριφορά του. Η περίοδος 1973 -74 ήταν για άλλη μια φορά αποτυχημένη, με την ομάδα να παλεύει για να γλιτώσει τον υποβιβασμό. Στους δύο τελευταίους αγώνες έχασε από την Μπέρμιγχαμ Σίτι και την Μάντσεστερ Σίτυ, και υποβιβάστηκε για πρώτη φορά από το 1937. Παρά τον υποβιβασμό, το Ολντ Τράφορντ συνέχιζε να είναι γεμάτο, ενώ η ομάδα κατάφερε να κερδίσει τη Β' Κατηγορία και την επιστροφή στην Πρώτη. Η νέα σεζόν (1975-76) ξεκίνησε ικανοποιητικά και υπήρχαν πολλές ελπίδες για καλή πορεία. Τελικά τερμάτισε τρίτη, ενώ έφτασε και στον τελικό του FA Cup, όπου έχασε από τη Σαουθάμπτον. Όμως, ένα ερωτικό σκάνδαλο μέσα στην ομάδα, μεταξύ του προπονητή και της συζύγου του φυσικοθεραπευτή Λόρι Μπράουν, ανάγκασε την διοίκηση να απολύσει τον Ντόχερτι.[14] Καθώς αυτός δεν ήταν ένας νόμιμος λόγος για μια απόλυση, το διοικητικό συμβούλιο κατηγόρησε τον Ντόχερτι για κατάχρηση της θέσης του, προκειμένου να προμηθευτεί εισιτήρια για δύο πρωταθλήματα, και να τα πωλεί για κέρδος. Αν και ήταν γνωστά τα πραγματικά γεγονότα, ο Ντόχερτι αρνήθηλε να μηνύσει τον σύλλογο. Ήταν όμως αρκετά δημοφιλής, κατί που επηρέαζε και τον νέο προπονητή Ντέιβ Σέξτον, από τον οποίο απαιτούνταν αρκετά πράγματα. Κατέκτησαν το Κύπελλο Αγγλίας, αποκτώντας τη δυνατότητα να συμμετέχουν στο Κύπελλο Κυπελλούχων, αλλά αποκλείστικαν από τη Σεντ Ετιέν. Για άλλη μια φορά έφτασαν στο Κύπελλο Αγγλίας μέχρι το τελικό το 1979, αλλά έχασαν από την Άρσεναλ. Το 1979-80 είδε τον σύλλογο να τερματίζει δέυτερος πίσω από τη Λίβερπουλ. Κατά τη διάρκεια της σεζόν, οι οπαδοί κατηγοριθηκαν για επεισόδια στο Ayresome Park, που προκάλεσαν το θάνατο δύο οπαδών της Μίντλεσμπρο. Διαμάχη ξέσπασε, επίσης, για τους ισχυρισμούς ότι η ομάδα είχε κάνει παράνομες πληρωμές προς τους νέους παίκτες. Μια αγωνιστική κρίση κατά την έναρξη της περιόδου 1980-81 προκάλεσε μια πτώση στη μέση του πίνακα και έναν πρόωρο αποκλεισμό από το FA Cup. Ο Σέξτον προσπάθησε με ακριβές μεταγραφές να αλλάξει το κλίμα, αλλά τελικά αποδείχθηκαν αποτυχημένες κινήσεις. Τελικά απολύθηκε στο τέλος της περιόδου 1980-81. Η Γιουνάιτεντ αντικατέστησε τον Σέξτον με τον Ρον Άτκινσον. Μια από τις πρώτες του κινήσεις ήταν να υπογράψει τον παίκτη της Γουέστ Μπρόμιτς Άλμπιον, Μπράιαν Ρόμπσον, με μεταγραφή ρεκόρ για την εποχή, ενώ διάφοροι άλλοι νέοι παίκτες αποκτήθηκαν την ίδια εποχή. Μέσα σε δύο χρονιές κέρδισε δύο φορές το Κύπελλο Αγγλίας (1983 και 1985), ενώ την περίοδο 1985-86, αν και φαβορί να κερδίσει το πρωτάθλημα ύστερα από ένα εκπληκτικό ξεκίνημα, τερμάτισε στη τέταρτη θέση. Την επόμενη περίοδο η αγωνιστική εικόνα της ομάδας χειροτέρεψε, και ο υποβιβασμός φαινόταν πιθανός. Τον Νοέμβριο του 1986 ο Άτκινσον απολύθηκε. Εποχή Άλεξ Φέργκιουσον Μία μέρα ύστερα από την απόλυση του Άτκινσον, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ απέκτησε τον Άλεξ Φέργκιουσον (6 Νοεμβρίου), τότε προπονητή της Αμπερντίν.[15] Αν και στον πρώτο του αγώνα κόντρα στην Όξφορντ Γιουνάιτεντ έχασε με 2-0 , κατάφερε να τερματίσει στην 11η θέση, γλιτώνοντας τον υποβιβασμό. Την επόμενη χρονιά κατάφερε να τερματίσει στη δεύτερη θέση (με τον Μπράιαν ΜακΚλέρ να γίνεται ο πρώτος παίκτης της ομάδας από την εποχή του Μπεστ που σημειώνει 20 τέρματα), αλλά επέστρεψε στη μετριότητα το 1989 τερματίζοντας 11η. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία για τον Φέργκιουσον ήρθε το 1990 με την κατάκτηση του Κυπέλλου Αγγλίας κόντρα στην Κρίσταλ Πάλας. Την επόμενη χρονιά έφτασε μέχρι τον τελικό του League Cup αλλά έχασε από την Σέφιλντ Γουένσντεϊ, με προπονητή τον Άτκινσον. Όμως η χρονιά ήταν επιτυχημένη, καθώς η ομάδα κατέκτησε το Κύπελλο Κυπελλούχων, νικώντας την Μπαρτσελόνα στον τελικό του Ρότερνταμ με 2-1 . Αυτό τους έδωσε και την δυνατότητα να παίξουν στο Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ της επόμενης χρονιάς, όπου νίκησαν τον κάτοχο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ερυθρό Αστέρα με 1-0 στο Ολντ Τράφορντ. Αν και έπρεπε να διεξαχθούν δύο αγώνες, η UEFA αποφάσισε να μην διεξαχθεί ο αγώνας στην Γιουγκοσλαβία, λόγω της κατάστασης στη χώρα. Την ίδια περίοδο, ο πρόεδρος τη ομάδας Μάρτιν Έντουαρντς προσπαθούσε να κάνει μια συμφωνία με τον μεγιστάνα Michael Knighton. Ο Νίγκτον έκανε μια προσφορά 20 εκατομμυρίων λιρών , με την υπόσχεση να επενδύσει μεταξύ άλλων 10 εκατ. λίρες για το γήπεδο της ομάδας. Το ποσό των 20 εκ. λιρών ήταν ρεκόρ για την εποχή. Η συμφωνία δεν προχώρησε [16], αλλά στον ίδιο δόθηκε μια θέση στο διοικητικό συμβούλιο, ενώ ύστερα από την Έκθεση Τέιλορ (σχετικά με τα γεγονότα στο Χίλσμπορο, όπου σκοτώθηκαν οπαδοί της Λίβερπουλ και οδήγησε στην λήψη διαφόρων μέτρων στο Αγγλικό ποδόσφαιρο, σχετικά με τον χουλιγκανισμό και την ασφάλεια των αγώνων), το 1991, βοήθησε τον σύλλογο να εισαχθεί στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, με αποτίμηση ύψους 47 εκατ. λιρών. Το 1991 αποκτήθηκε από την ομάδα ο Πίτερ Σμάιχελ, βοηθώντας την ομάδα να τερματίσει δεύτερη πίσω από την Λιντς Γιουνάιτεντ. Τον Νοέμβριο του 1992 οι δύο ομάδες συμφώνησαν για την μεταγραφή του Ερίκ Καντονά από την Λιντς στη Μάντσεστερ έναντι 1,2 εκατ. λιρών. Ο Γάλλος επιθετικός αποτέλεσε μια σπουδαία μεταγραφή για την Μάντσεστερ, η οποία κατάφερε να κερδίσει το πρώτο της πρωτάθλημα μετά το 1967, στο τέλος της περιόδου. Το 1993 υπογράφει με την ομάδα ο Ρόι Κιν, ενώ η Γιουνάιτεντ κατάφερε για άλλη μια χρονιά να κατακτήσει τον τίτλο της πρωταθλήτριας Αγγλίας, αλλά και το κύπελλο Αγγλίας, κάνοντας το πρώτο της Νταμπλ από το 1957. Το πανηγυρικό κλίμα, πάντως , χάλασε ο θάνατος του Ματ Μπάσμπι στις 20 Ιανουαρίου του 1994. Την περίοδο 1994-95 δεν κατάφερε να κατακτήσει κάποιο τίτλο, ενώ αποκτήθηκε ο Άντι Κόουλ από την Νιούκαστλ Γιουνάιτεντ. Ένα παιχνίδι μετά το ντεμπούτο του Κόουλ, ο Καντονά επιτέθηκε στον οπαδό της Κρίσταλ Πάλας, Μάθιου Σίμονς, αποφέροντάς του αποκλεισμό οκτώ μηνών από τα γήπεδα.[17] Ο αποκλεισμός του θεωρείται από κάποιους ως ένα μέρος του λόγου της αποτυχίας τη ομάδας να κατακτήσει τον τίτλο, ενώ η αποτυχία αυτή οδήγησε σε μια αναδιάταξη της ομάδας, με την αντικατάσταση με παίκτες από την ομάδα νέων. Έτσι στον σύλλογο μεταξύ άλλων ήρθαν οι Ντέιβιντ Μπέκαμ, Φιλ και Γκάρι Νέβιλ καθώς και ο Πολ Σκόουλς. Αν και η έναρξη της περιόδου του 1995-96 δεν ήταν καλή, κατάφεραν, μετά από την επιστροφή και του Καντονά τον Οκτώβριο του 1995 να κατακτήσουν για δεύτερη φορά το Νταμπλ, κάνοντάς την την πρώτη ομάδα που κατακτούσε το Νταμπλ δύο φορές, κατόρθωμα που θα αποκαλούταν στο μέλλον ως «Διπλό Νταμπλ» (Double Double). Μετά τη φυγή του Στιβ Μπρους στο 1996, ο Καντονά έγινε αρχηγός της ομάδας, οδηγώντας την στο 4ο πρωτάθλημα σε 5 χρόνια, αλλά στο τέλος της περιόδου αποφάσισε να τερματίσει την καριέρα του, σε ηλικία 30 ετών. Αποκτήθηκε σαν αντικαταστάτης του ο Τέντι Σέριγχαμ, αλλά τερμάτισαν δεύτεροι πίσω από την Άρσεναλ στο τέλος της περιόδου 1997-98. Η περίοδος 1998-99 ήταν μια από τις πιο επιτυχημένες στην ιστορία της ομάδας καθώς κατάφερε να κατακτήσει την Πρέμιερ Λιγκ, το Κύπελλο Αγγλίας αλλά και το Τσάμιονς Λιγκ εκείνης της περιόδου. Ο τελικός της Βαρκελώνης κόντρα στην Μπάγερν Μονάχου είναι ένα από τα πιο συγκλονιστικά σε εξέλιξη παιχνίδια της ιστορίας του θεσμού, καθώς κατάφερε να ανατρέψει το εις βάρος της 1-0 στις καθυστερήσεις του αγώνα, νικώντας τελικά με 2-1. Η Μάντσεστερ κατάφερε να γίνει η πρώτη Αγγλική ομάδα που κατέκτησε το Τρεμπλ, ενώ ο Φέργκιουσον απέκτησε τον τίτλο του Σερ για τις υπηρεσίες του στο ποδόσφαιρό. Την ίδια χρονιά κατέκτησε και το Τογιότα Καπ, νικώντας την Παλμέιρας μες 1-0 στο Τόκιο. Αν και κατέκτησε τον τίτλο το 2000 και το 2001, ο Τύπος άσκησε κριτική για την αποτυχία στην Ευρώπη. Η Γιουνάιτεντ ήταν μια από τους ιδρυτές της G-14, ενώ αρνήθηκε να λάβει μέρος στο κύπελλο του 1999-00, προτιμώντας να λάβει μέρος στο παγκόσμιο κύπελλο Συλλόγων της FIFA στη Βραζιλία. Η περίοδος 2004-05 ήταν μια από τις λίγες όπου η ομάδα έμεινε χωρίς κάποιον τίτλο, κυρίως λόγω του τραυματισμού του βασικού της επιθετικού Ρουντ φαν Νίστελροϊ. Την ίδια περίοδο ο Αμερικάνος επιχειρηματίας Μάλκολμ Γκλέιζερ απέκτησε μέρος της Red Football Ltd. , με μια αγορά που αποτιμάται στα 800 εκατ. λίρες. [18] Στις 16 Μαΐου 2005 αύξησε το μερίδιο του σε 75%, οδηγώντας την εκτός του χρηματιστηρίου, κάνοντάς την πάλι ιδιωτική, ενώ όρισε τους γιούς του στο διοικητικό συμβούλιο ως μη εκτελεστικούς διευθυντές.[19] Το 2008, 100 χρόνια μετά το πρώτο της πρωτάθλημα, 50 χρόνια μετά την τραγωδία του Μονάχου και 40 χρόνια μετά την κατάκτηση του πρώτου Ευρωπαϊκού της κυπέλλου, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έφτασε στην κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ, νικώντας την επίσης Αγγλική Τσέλσι, στον τελικό της Μόσχας. Το παιχνίδι, ύστερα από ένα 1-1, οδηγήθηκε στα πέναλτι, όπου η Γιουνάιτεντ νίκησε με 4-5. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αναδείχθηκε κορυφαία ομάδα του πλανήτη για το 2008, σύμφωνα με τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του ποδοσφαίρου (IFFHS). [20] Η επόμενη χρονιά ξεκίνησε με την κατάκτηση του FA Community Shields του 2008, νικώντας την Πόρτσμουντ με 3-1 στα πέναλτι, ενώ στις 21 Δεκεμβρίου κέρδισαν το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων της FIFA για το 2008, νικώντας την LDU Quito από τον Ισημερινό με 1-0 στην Ιαπωνία. Λίγο αργότερα κατέκτησαν και το Λιγκ Καπ του 2009 ενώ τον Μάιο του 2009 σιγούρεψαν την κατάκτηση της Πρέμιερ Λιγκ, ύστερα από την ισοπαλία 0-0 με την Άρσεναλ . Στις 27 Μαΐου 2009 έφτασαν για δεύτερη συνεχόμενη φοράς τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, στη Ρώμη, αντιμετωπίζοντας την Μπαρτσελόνα. Η ομάδα της Καταλονίας είχε καταφέρει να έχει παρόμοια πορεία με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στην Ισπανία, και ο τελικός ανάμεσα στις δύο αναμενόταν με ενθουσιασμό. Τελικά η Μπαρτσελόνα κατέκτησε το κύπελλο, νικώντας με 2-0. Από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αποχώρισαν οι Κάρλος Τέβεζ και Κριστιάνο Ρονάλντο, με τον δεύτερο να αποκτάτε από την Ρεάλ Μαδρίτης έναντι του ποσού ρεκόρ των 80 εκατ. λιρών. Κατάφερε να κατακτήσει το 2010 το 4ο Λιγκ Καπ της ιστορίας της, αλλά αποκλείστηκε από την Λίντς Γιουνάιτεντ (η οποία αγωνίζεται την χρονιά αυτή δύο κατηγορίες χαμηλότερα) στο Κυπέλλο Αγγλίας, και από τη Μπάγερν Μονάχου στην προημιτελική φάση του Τσάμπιονς Λιγκ. Στο πρωτάθλημα τερμάτισε στην δεύτερη θέση, πίσω από την Τσέλσι. Στις 19 Δεκεμβρίου 2010 ο Άλεξ Φέργκιουσον έγινε ο μακροβιότερος προπονητής της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ξεπερνώντας το ρεκόρ των 24 ετών, ενός μήνα και 14 ημερών του Ματ Μπάσμπι.[21] Σύνθεση Ομάδας 2010-11
Προσωνύμια, χρώματα και έμβλημα Το κόκκινοι διάβολοι είναι το προσωνύμιο που συνοδεύει την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Η ομάδα οφείλει το προσωνύμιο αυτό στον Ματ Μπάσπι[22] ο οποίος το εισήγαγε την δεκαετία του 1960, ενώ από το 1970 ένας κόκκινος διάβολος εμφανίζεται και στο έμβλημα της ομάδας. Ένα δεύτερο προσωνύμιο, που ήταν παλαιότερα γνωστό για τους παίκτες της ομάδας ήταν το μπέμπηδες, το οποίο ουσιαστικά αναφερόταν στην αδικοχαμένη ομάδα του αεροπορικού δυστυχήματος του Μονάχου. Η ομάδα αυτή αποτελούταν κατά μεγάλο μέρος της από νεαρούς παίκτες που προέρχονταν από την εφηβική ομάδα του συλλόγου, ενώ μετά το δυστύχημα ξαναφτιάχτηκε από μικρούς σε ηλικία ποδοσφαιριστές που προωθήθηκαν από αυτή την εφηβική ομάδα, τους «μπέμπηδες» του συλλόγου. Η πρώτη εμφάνιση της ομάδας αποτελείται κατά κανόνα από μια κόκκινη φανέλα, λευκό σορτς και μαύρες κάλτσες. Η εμφάνιση αυτή υιοθετήθηκε το 1902, όταν άλλαξε και το όνομα της ομάδας σε Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Την περίοδο που ονομαζόταν ακόμα Νιούτον Χιθ, χρησιμοποιούσε διάφορα χρώματα, με το πιο συνηθισμένο συνδυασμό φανέλας να είναι αυτός του πράσινου και κίτρινου..[23] Η φανέλα της πρώτης εμφάνισης δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο σχέδιο, αλλά στον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας το 1909 η ομάδα εμφανίστηκε με λευκές φανέλες με ένα κόκκινο V.[24] Σχεδιασμός με V χρησιμοποιήθηκε και την δεκαετία του 1920, αλλά και στο σχέδιο της φανέλας της περιόδου 2009-10 για τα 100 χρόνια χρησιμοποίησης του Ολντ Τράφορντ. Η δεύτερη εμφάνιση της ομάδας αποτελείται, τις περισσότερες φορές, από λευκή φανέλα και κάλτσες και μαύρο σορτς. Όμως, αρκετές φορές έχουν χρησιμοποιηθεί και άλλα χρώματα όπως το μπλε. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζει η γκρίζα εμφάνιση της περιόδου 1995-96, την οποία όποτε η ομάδα χρησιμοποίησε δεν κατάφερε να πετύχει ούτε μια νίκη[25], αλλά και η χρυσή επετειακή για τα 100 χρόνια από την μετονομασία σε Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το σημερινό έμβλημα της ομάδας[22] εισήχθη το 1998. Τα πρώτα χρόνια η ομάδα δεν είχε έμβλημα, ενώ όποτε χρειαζόταν χρησιμοποιούσε αυτό της πόλης του Μάντσεστερ. Το έμβλημά της, άλλωστε, προέρχεται από αυτό της πόλης. Στο κέντρο του υπάρχει μια ασπίδα, στο πάνω μέρος της οποίας απεικονίζεται ένα ιστιοφόρο, προς τιμήν της ναυτικής εμπορικής παράδοσης της πόλης, μέσω του Καναλιού του Μάντσεστερ. Στο κάτω μέρος της ασπίδας υπάρχει ένας κόκκινος διάβολος, που αντικατέστησε την δεκαετία του 1970 τις τρείς διαγώνιες γραμμές που εμφανίζονταν σε αυτό (όπως και στο έμβλημα της πόλης) μέχρι τότε. Δεξιά και αριστερά της ασπίδας απεικονίζονται δύο ποδοσφαιρικές μπάλες, ενώ μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970 στη θέσεις τους υπήρχαν δύο ρόδα, σύμβολο του Λανκασάιρ. Πάνω και κάτω από της ασπίδα εμφανίζεται το όνομα της ομάδας. Μέχρι το 1998 το όνομα εμφανιζόταν ολόκληρο (Manchester United Football Club), ενώ από το 1998 και μετά εμφανίζεται μόνο το Manchester United.[26] Εγκαταστάσεις Γήπεδα Η Νιούτον Χιθ έπαιξε τα πρώτα παιχνίδια της σε ένα μικρό γήπεδο στο North Road του Νιούτον Χιθ, το οποίο βρισκόταν σε κακή κατάσταση.[27] Το γήπεδο αυτό άνηκε στον Καθεδρικό του Μάντσεστερ και βρισκόταν δίπλα από τις γραμμές του σιδηροδρόμου.[28] Δεν υπήρχαν αποδυτήρια, και οι παίκτες ήταν αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν την παμπ The Three Crowns, αρκετά μέτρα μακριά από αυτό.[29] Τα πρώτα παιχνίδια (εξαιρουμένων των φιλικών αγώνων) δόθηκαν το 1800, ενώ η πρώτη σημαντική διοργάνωση που φιλοξένησε αγώνα της ήταν για το Κύπελλο Λάνκασαϊρ, σε αγώνα με την Μπλάκμπερν Ολύμπικς στις 27 Οκτωβρίου 1883, όπου η Νιούτον Χιθ έχασε με 7-2. Η αρχική χωρητικότητά του ήταν γύρω στους 12.000 θεατές (όρθιους), αλλά αν και έγιναν κάποιες επεκτάσεις, η ομάδα αποφάσισε να το εγκαταλείψει το 1893.[30] Το νέο της γήπεδο ήταν αυτό της Bank Street του προαστίου Κλέιτον,με δύο κερκίδες για όρθιους που κατασκευάστηκαν το 1893, χωρητικότητας 50.000 θεατών. Αν και ο αγωνιστικός χώρος ήταν κάπως καλύτερος από το προηγούμενο, οι συνθήκες κάτω από τους οποίους διεξάγονταν οι αγώνες παρέμεναν άσχημοι, καθώς δίπλα από αυτό υπήρχε εργοστάσιο χημικών.[29] Μάλιστα σε έναν αγώνα της περιόδου 1894-95, η ομάδα των Walsall Town Swifts, εγκατέλειψαν το γήπεδο παραπονούμενοι για τον καπνό από το εργοστάσιο.[31] Ο πρώτος αγώνας της Νιούτον Χιθ δόθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1893, με αντίπαλο την Μπέρνλι (νίκη για την Νιούτον Χιθ με 3-2). Στην οικονομική κρίση της ομάδας του 1902, το γήπεδο έμεινε κλειστό λόγω χρεών, αναγκάζοντας την ομάδα να παίξει προσωρινά στο Harpurhey λίγους αγώνες. Το 1908, με την ομάδα να έχει αποκτήσει το νέο της όνομα πια, οι υπεύθυνοι της ομάδας αποφάσισαν πως το γήπεδο δεν μπορούσε πια να φιλοξενεί την ομάδα και την επόμενη χρονιά μετακόμισαν στο Ολντ Τράφορντ. Η Γουνάιτεντ απέκτησε το Ολντ Τράφορντ έναντι £60.000, έξι εβδομάδες πριν κατακτήσει το πρώτο της Κύπελλο Αγγλίας. Ο πρώτος της αγώνας ήταν με την Λίβερπουλ, από την οποία ηττήθηκε με 4-3, στις 19 Φεβρουαρίου 1910. Το γήπεδο απέκτησε στέγαστρο το 1936[29], αλλά ο βομβαρδισμός του Πάρκου Τράφορντ από τους Γερμανούς στις 22 Δεκεμβρίου 1940 έφερε μερικές καταστροφές στο γήπεδο. Αν και ξανάνοιξε στις 8 Μαρτίου του 1941, ένας νέος βομβαρδισμός στις 11 Μαρτίου κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος του σταδίου.[32] Οι ανακατασκευή του κράτησε γύρω στα 10 χρόνια, με την Γιουνάιτεντ να αγωνίζεται στο γήπεδο της Μάντσεστερ Σίτι, του Μέιν Ρόουντ. Το πρώτο παιχνίδι της πίσω στο Ολντ Τράφορντ δόθηκε στις 24 Αυγούστου του 1949, με τους Μπόλτον Γουάντερερς[33] , ενώ οι εργασίες ολοκληρώθηκαν το 1951. Μέχρι την δεκαετία του 1980 οι χωρητικότητα μειώθηκε από 80 χιλιάδες σε 60 χιλιάδες θεατές, ενώ μετά την έκθεση Τέιλορ με την οποία τα γήπεδα έπρεπε να καταργήσουν τις θέσεις όρθιων, η χωρητικότητα έπεσε στις 44.000. Με αφορμή το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1996, ξεκίνησαν εργασίες επέκτασης που έκαναν το γήπεδο να αποκτήσει γύρω στις 55.000 θέσεις, ενώ μεταγενέστερες επεκτάσεις έφεραν την χωρητικότητα του στις 76.000 περίπου θέσεις. Τα οικονομικά προβλήματα μετά την αγορά της ομάδας από τον Μάλκολμ Γκλέιζερ, οδήγησαν στις αρχές του 2010 τους αδελφούς Γκλέιζερ σε σκέψεις για πιθανή πώληση του Ολντ Τράφορντ.[34] Βοηθητικές εγκαταστάσεις Το 1938[35], ο πρόεδρος της ομάδας Τζέιμς Γκίμπσον συμφώνησε με τους υπεύθυνους του ενός γηπέδου που χρησιμοποιούταν για αγώνες κρίκετ και τένις και έφερε το όνομα The Cliff, με σκοπό να χρησιμοποιείται από την ομάδα νέων της Γιουνάιτεντ. Το 1951 η ομάδα , που προπονούταν μέχρι τότε στο Ολντ Τράφορντ, αγόρασε το Cliff και δημιούργησε εκεί το πρώτο της προπονητικό κέντρο. Το γήπεδο, το οποίο είχε επίσης προβολείς σε αντίθεση με το Ολντ Τράφορντ που απέκτησε το 1957, χρησιμοποιήθηκε και από την ομάδα νέων για τους αγώνες της στο κύπελλο FA Youth Cup. Το 2000 η ομάδα άλλαξε προπονητικό κέντρο, μετακομίζοντας στο Trafford Training Center (γνωστό απλά και ως Carrington, από το προάστιο στο οποίο βρίσκεται) . Το 2002 δημιουργήθηκε στο ίδιο μέρος το κτήριο της ακαδημίας της ομάδας. Στο κεντρικό κτήριο εκτός των άλλων υπάρχουν και τηλεοπτικά στούντιο που ανήκουν στο επίσημο κανάλι της ομάδας, το MUTV. Οπαδοί Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι μία από τις δημοφιλέστερες ομάδες σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ είναι η ομάδα με τη μεγαλύτερη εντός έδρας παρουσία οπαδών στην Ευρώπη, με τον μέσο όρο εισιτηρίων της στο Ολντ Τράφορντ να ανέρχεται στις 75.304 για την περίοδο 2008–09.[36] Αν και μέχρι τότε η υποστήριξη της ομάδας σε εκτός έδρας αγώνες ήταν μικρότερη, την περίοδο της δεκαετίας του 1970 δημιουργήθηκαν ομάδες οπαδών οι οποίες ακολουθούσαν την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την υποστήριζαν οργανωμένα στους εκτός έδρας αγώνες της· οι ομάδες αυτές αποκαλούνταν Red Army (Κόκκινος Στρατός) και εξελίχθηκαν σε μία από τις μεγαλύτερες ομάδες χούλιγκαν του βρετανικού ποδοσφαίρου.[37] Η παρουσία τους έγινε εντονότερη την περίοδο 1974–75, όταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είχε υποβιβαστεί στην Β' κατηγορία, προκαλώντας αναταραχές στους εκτός έδρας αγώνες της ομάδας, όπου πολλές φορές υπερτερούσαν των οπαδών της εκάστοτε γηπεδούχου. Η συμπεριφορά του Κόκκινου Στρατού την περίοδο εκείνη, μαζί με το περιστατικό του θανάτου ενός ανήλικου οπαδού της Μπλάκπουλ ο οποίος μαχαιρώθηκε από οπαδό της Μπόλτον σε αγώνα μεταξύ των δύο ομάδων για την Β' κατηγορία στο γήπεδο της πρώτης, το Μπλούμφιλντ Ρόουντ, έδωσαν το έναυσμα για να ληφθούν τα πρώτα μέτρα για τον έλεγχο των οπαδών στην Αγγλία και την αντιμετώπιση του χουλιγκανισμού.[38][39] Σήμερα, η ονομασία Κόκκινος Στρατός αναφέρεται σε όλους τους οπαδούς της ομάδας, ενώ τα κρούσματα χουλιγκανισμού στα γήπεδα της Αγγλίας είναι ελάχιστα. Παρόλα αυτά η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ των ομάδων όλων των κατηγοριών της Αγγλίας και της Ουαλίας, σημειώνοντας τον μεγαλύτερο αριθμό συλλήψεων οπαδών της για αδικήματα πέριξ των αγωνιστικών χώρων.[40] Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1990 και του 2000, οι κινήσεις ορισμένων επιχειρηματιών για την εξαγορά του συλλόγου καθώς και κάποιες πολιτικές που ακολουθήθηκαν οδήγησαν στην δημιουργία οργανωμένων ομάδων οπαδών που εναντιώθηκαν σε αυτά τα σχέδια. Τον Απρίλιο του 1995 δημιουργήθηκε ο Ανεξάρτητος Σύνδεσμος Οπαδών της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (Independent Manchester United Supporters Association - IMUSA) με αφορμή την προειδοποίηση της διοίκησης σε έναν αγώνα εναντίον της Άρσεναλ στο Ολντ Τράφορντ ότι οι οπαδοί της ομάδας θα έπρεπε να παραμείνουν καθιστοί σε όλη τη διάρκεια του αγώνα αλλιώς θα απομακρύνονταν από το γήπεδο, αλλά και εξαιτίας της γενικότερης δυσαρέσκειας που υπήρχε μεταξύ των οπαδών για την αντιμετώπισή τους από την διοίκηση του συλλόγου.[41] Το 1998, η ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Ρούπερτ Μέρντοχ ως πιθανού αγοραστή της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ οδήγησε του οπαδούς-μετόχους της ομάδας να οργανώσουν τον σύνδεσμο Shareholders United Against Murdoch, με σκοπό να αποτρέψουν την αγορά του συλλόγου από τον Μέρντοχ κάτι που τελικά κατάφεραν. Αργότερα ο σύνδεσμος ονομάστηκε Shareholders United με κύριο σκοπό την αγορά των μετοχών της ομάδας από τους οπαδούς της, αλλά μετά την αγορά της από την οικογένεια Γκλέιζερ ο σύνδεσμος μετονομάστηκε σε Manchester United Supporter's Trust, που αποτελεί τον επίσημο σύνδεσμο οπαδών της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ όπως αναγνωρίζεται από το Supporters Direct, τον επίσημο οργανισμό του Ηνωμένου Βασιλείου για την υποστήριξη των εγχώριων συνδέσμων, που είναι ο μεγαλύτερος σύνδεσμος οπαδών στη χώρα και ο οποίος συνεχίζει να υποστηρίζει την εξαγορά των μετοχών της ομάδας από τους οπαδούς της.[42] Μετά την αγορά της ομάδας από τον Αμερικανό επιχειρηματία Μάλκολμ Γκλέιζερ το 2005, μερίδα οπαδών αποχώρησε από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την ιδιωτικοποίηση της ομάδας και ίδρυσε την ημι-επαγγελματική F.C. United of Manchester που αγωνίζεται στην τοπική κατηγορία.[43] Παρά το γεγονός ότι το Ολντ Τράφορντ αποτελούσε παραδοσιακά έδρα-φόβητρο για τις αντίπαλες ομάδες, η ατμόσφαιρα που δημιουργούν οι οπαδοί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ τα τελευταία χρόνια έχει σχολιαστεί αρκετές φορές αρνητικά από παίκτες της ομάδας, όπως για παράδειγμα ο Ρόι Κιν ο οποίος, μετά από έναν αγώνα εναντίον της Ντιναμό Κιέβου για το Τσάμπιονς Λιγκ 2000–01, υποστήριξε πως ενώ εκτός έδρας ο πυρήνας των οπαδών που ακολουθεί την ομάδα είναι εκπληκτικός, στο Ολντ Τράφορντ οι φίλαθλοι ασχολούνται με το ποτό και το φαγητό και όχι με το τι συμβαίνει εντός του αγωνιστικού χώρου, ενώ κάποιοι από αυτούς δεν μπορούν να συλλαβίσουν τη λέξη ποδόσφαιρο, ούτε να την καταλάβουν.[44] Αντιθέτως, έχουν δεχτεί αρκετές φορές κολακευτικά σχόλια όπως μετά το εντός έδρας 1–0 απέναντι στην Μπαρτσελόνα στους ημιτελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ 2007–08 που έδωσε το εισιτήριο στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για τον τελικό της διοργάνωσης, όταν ο Άλεξ Φέργκιουσον είπε πως το κοινό του Ολντ Τράφορντ ήταν υπέροχο και βοήθησε πολύ την ομάδα.[45] Ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια των οπαδών της ομάδας είναι to Glory Glory Man United, το οποίο κυκλοφόρησε το 1983 και ο ρυθμός του οποίου βασίζεται στη μελωδία του The Battle Hymn of the Republic από τον Αμερικανικό Εμφύλιο. Τον ίδιο τίτλο φέρει και ένα από τα επίσημα περιοδικά του συλλόγου που απευθύνεται κυρίως σε φίλους της ομάδας παιδικής ηλικίας.[46] Αντίπαλοι Οι ομάδες οι οποίες αποτελούν παραδοσιακές αντιπάλους της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι η Λίβερπουλ, η Μάντσεστερ Σίτι και η Λιντς Γιουνάιτεντ, η αντιπαλότητα των οποίων στηρίζεται και σε εξωαγωνιστικούς παράγοντες. Ιδιαίτερη αντιπαλότητα έχει αναπτυχθεί επίσης ανάμεσα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Άρσεναλ κυρίως από τον μεταξύ τους ανταγωνισμό στις εγχώριες διοργανώσεις από την δεκαετία του 1990 και μετά, ενώ για τους ίδιους λόγους μέσα στην δεκαετία του 2000 αναπτύχθηκε και η αντιπαλότητα με την άλλη μεγάλη ομάδα του Λονδίνου, την Τσέλσι. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη το 2004 στους οπαδούς των ομάδων των τεσσάρων επαγγελματικών κατηγοριών του αγγλικού ποδοσφαίρου, οι οπαδοί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ τρέφουν την μεγαλύτερη αντιπάθεια προς την Λίβερπουλ την οποία και θεωρούν τη μεγαλύτερη αντίπαλο της ομάδας τους, με δεύτερη την συμπολίτισσα Μάντσεστερ Σίτι και τρίτη την Άρσεναλ. Από την άλλη πλευρά, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αναδείχθηκε η πιο μισητή αντίπαλος των οπαδών της Άρσεναλ, της Μπόλτον, της Λιντς, της Λίβερπουλ και της Μάντσεστερ Σίτι.[47] Το ντέρμπι ανάμεσα στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Λίβερπουλ, το οποίο μερικές φορές αποκαλείται North West derby (Βορειοδυτικό ντέρμπι), είναι το μεγαλύτερο ντέρμπι της Αγγλίας και ένα από τα σημαντικότερα στον κόσμο. Οι δύο αντίπαλοι είναι οι πιο επιτυχημένοι σύλλογοι του αγγλικού ποδοσφαίρου και ερίζουν για το ποια είναι η μεγαλύτερη ομάδα στο νησί, ενώ η κόντρα τους έχει βάση και στην αντιπαλότητα μεταξύ των δύο πόλεων, του Μάντσεστερ και του Λίβερπουλ. Οι δύο πόλεις ανταγωνίζονται παραδοσιακά για την οικονομική κυριαρχία στην περιοχή· το λιμάνι του Λίβερπουλ ήταν σπουδαία πηγή εσόδων για την πόλη, ενώ το Μάντσεστερ απολάμβανε οικονομική αυτάρκεια κυριαρχώντας στην παραγωγή βάμβακα, ωστόσο η κατασκευή του καναλιού του Μάντσεστερ το 1894 μείωσε την εμπορική δύναμη του λιμανιού του Λίβερπουλ και οδήγησε πολλούς εργάτες στην ανεργία, ενώ το Μάντσεστερ γνώρισε ταχύτερη ανάπτυξη, εντείνοντας την αντιπαλότητα των γειτονικών πόλεων.[48][49] Χαρακτηριστικό επίσης της αντιπαλότητας των δύο ομάδων είναι ότι η τελευταία απευθείας μεταγραφή παίκτη από τη μία στην άλλη ομάδα έγινε το 1964, όταν ο Φιλ Τσίσναλ έφυγε από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και πήγε στην Λίβερπουλ, ενώ γενικότερα είναι πολύ λίγες οι περιπτώσεις που υπήρξαν τέτοιου είδους άμεσες μετακινήσεις παικτών.[50] Η πρώτη συνάντηση των δύο ομάδων έγινε στις 12 Οκτωβρίου 1895, όταν η Λίβερπουλ σημείωσε την μεγαλύτερη νίκη στην ιστορία των μεταξύ τους ντέρμπι με 7–1 στο Άνφιλντ απέναντι στην Νιούτον Χιθ, όπως ονομαζόταν τότε η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, με την δεύτερη να σημειώνει την μεγαλύτερή της νίκη απέναντι στην αιώνια αντίπαλό της στις 5 Μαΐου 1928 με 6–1 στο Ολντ Τράφορντ.[51] Γενικότερα, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έχει προβάδισμα στις επιτυχίες στα μεταξύ τους ντέρμπι, ενώ στο σύνολο των τίτλων οι δύο ομάδες είναι σχεδόν ισοδύναμες· παρόλα αυτά η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου ντέρμπι είναι ότι συνήθως την περίοδο που μεσουρανούσε η μία ομάδα, η άλλη παρουσίαζε κάμψη, με την Λίβερπουλ να κυριαρχεί στις δεκαετίες του 1970 και 1980, όταν και οι οπαδοί της χλεύαζαν την ομάδα του Μάντσεστερ για την μέτρια πορεία της, με την Γιουνάιτεντ να παίρνει τη σκυτάλη της κορυφαίας αγγλικής ομάδας στις δεκαετίες του 1990 και 2000, περίοδος κατά την οποία η Λίβερπουλ δεν κατάφερνε να ανταγωνιστεί την μεγάλη της αντίπαλο. Παλιότερα, σημειώθηκαν αρκετές φορές επεισόδια μεταξύ των οπαδών των δύο ομάδων στα μεταξύ τους ντέρμπι, ενώ συχνά δηλώσεις των παικτών δυναμιτίζουν το κλίμα. Το ντέρμπι του Μάντσεστερ (Manchester derby) είναι ο αγώνας μεταξύ των δύο μεγάλων ομάδων της πόλης, της Γιουνάιτεντ και της Σίτι, και θεωρείται ως ένα από τα σπουδαιότερα τοπικά ντέρμπι της Αγγλίας. Η αντιπαλότητα μεταξύ των οπαδών των δύο ομάδων είναι πολύ μεγάλη, με τους οπαδούς της Γιουνάιτεντ να επισημαίνουν το γεγονός ότι η Σίτι είναι μακρυά από τους τίτλους για αρκετές δεκαετίες, ενώ αυτοί της Σίτι υποστηρίζουν ότι η δική τους ομάδα είναι η μόνη ομάδα της πόλης, καθώς η Γιουνάιτεντ δεν εδρεύει στο δήμο του Μάντσεστερ αλλά στον όμορο δήμο του Τράφορντ του πολεοδομικού συγκροτήματος του Μάντσεστερ, όπου βρίσκεται και το γήπεδό της. Η Γιουνάιτεντ υπερτερεί με μεγάλη διαφορά της Σίτι τόσο σε τίτλους όσο και σε νίκες στα μεταξύ τους παιχνίδια,[52] ενώ η αντιπαλότητά τους αυξήθηκε κυρίως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αφού μέχρι τότε οι φίλαθλοι του Μάντσεστερ συνήθιζαν να παρακολουθούν και τις δύο ομάδες όταν αγωνίζονταν στις έδρες τους. Ο πρώτος αγώνας μεταξύ των δύο ομάδων για το πρωτάθλημα και συγκεκριμένα για την Β' κατηγορία έγινε στις 3 Νοεμβρίου 1894, αλλά η πρώτη φορά που συναντήθηκαν οι δύο συμπολίτισσες ήταν στις 12 Νοεμβρίου 1881, όταν η Νιούτον Χιθ (μετέπειτα Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ) νίκησε την Γουέστ Γκόρτον (μετέπειτα Μάντσεστερ Σίτι) με 3–0.[53] Η μεγαλύτερη νίκη της Σίτι στο ντέρμπι της πόλης είναι το εκτός έδρας 6–1 στις 23 Ιανουαρίου 1926, ενώ της Γιουνάιτεντ είναι το 5–0 στις 10 Νοεμβρίου 1994. Ένα από τα παιχνίδια που στιγμάτισαν την ιστορία των δύο ομάδων έγινε στις 27 Απριλίου 1974, όταν στην τελευταία αγωνιστική του πρωταθλήματος η Σίτι νίκησε με 1–0 μέσα στο Ολντ Τράφορντ, με τέρμα του πρώην παίκτη της Γιουνάιτεντ Ντένις Λόου, οριστικοποιώντας τον υποβιβασμό της Γιουνάιτεντ στην Β' κατηγορία. Από τότε πέρασαν 34 χρόνια και 23 αποτυχημένες απόπειρες, για να καταφέρει η Σίτι να ξανακερδίσει την Γιουνάιτεντ στο Ολντ Τράφορντ.[52] Η αντιπαλότητα ανάμεσα στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Λιντς, γνωστή και ως Roses rivalry («Αντιπαλότητα των ρόδων»),[54] όπως φαίνεται και από την ονομασία της έχει τις ρίζες της στον Πόλεμο των Ρόδων, τον εμφύλιο του 15ου αιώνα για τον θρόνο της Αγγλίας μεταξύ του οίκου της Υόρκης και του οίκου του Λάνκαστερ, από τις περιοχές αντίστοιχα του Γιορκσάιρ όπου βρίσκεται η πόλη του Λιντς και του Λανκασάιρ όπου βρίσκεται το Μάντσεστερ. Μάλιστα η ονομασία προέρχεται από τα εμβλήματα των δύο οίκων, το λευκό ρόδο της Υόρκης και το κόκκινο του Λάνκαστερ, χρώματα αντίστοιχα της Λιντς και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Η κόντρα των δύο περιοχών συνεχίστηκε και τους επόμενους αιώνες και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης του 18ου και του 19ου αιώνα, καθώς στο Λιντς και στο Μάντσεστερ υπήρχαν εργοστάσια που ασχολούνταν με την ένδυση· στο Λιντς ανθούσε η βιομηχανία μαλλιού και στο Μάντσεστερ η βιομηχανία βαμβακιού, με την δεύτερη να αποκτά πλεονέκτημα σε σχέση με την πρώτη, με αποτέλεσμα η οικονομία του Λιντς να παρουσιάσει προβλήματα και η ιστορική αντιπαλότητα των δύο πόλεων να πάρει οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Η κόντρα αυτή μεταφέρθηκε και στο ποδόσφαιρο και εντάθηκε κυρίως από την δεκαετία του 1960 και μετά, όταν η Λιντς πραγματοποίησε τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες της και καθιερώθηκε ανάμεσα στις μεγάλες ομάδες της Αγγλίας. Από τότε οι αναμετρήσεις των δύο ομάδων απέκτησαν δραματικό χαρακτήρα με τις συγκρούσεις των χούλιγκαν να είναι από τις πιο αιματηρές στην ιστορία του χουλιγκανισμού στην Αγγλία. Η πρώτη επιτυχία της Λιντς στο πρωτάθλημα ήρθε την περίοδο 1964–65 όταν κατέκτησε την δεύτερη θέση ισοβαθμώντας όμως με την μισητή Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ η οποία αναδείχθηκε πρωταθλήτρια, με την Λιντς να παίρνει εκδίκηση στην περίοδο 1991–92 όταν κατέκτησε το τελευταίο της πρωτάθλημα αφήνοντας δεύτερη την ομάδα του Μάντσεστερ. Παράλληλα κάθε επίσκεψη της μίας ομάδας στην έδρα της άλλης αντιμετωπιζόταν με ιδιαίτερο φανατισμό από το κοινό της γηπεδούχου, με την Λιντς να πετυχαίνει την τελευταία της νίκη για το πρωτάθλημα μέσα στο Ολντ Τράφορντ στις 28 Φεβρουαρίου 1981. Η μετακίνηση παικτών ιδιαίτερα από την Λιντς στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ προκαλούσε την μήνη των οπαδών της πρώτης εναντίον των ποδοσφαιριστών, ενώ χαρακτηριστική μεταγραφή είναι αυτή του Ερίκ Καντονά ο οποίος αφού κέρδισε με την Λιντς το πρωτάθλημα του 1991–92, μεταγράφηκε στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και συνέδεσε το όνομά του με την επάνοδο της ομάδας στην κορυφή του αγγλικού ποδοσφαίρου. Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 η Λιντς ακολούθησε καθοδική πορεία, φτάνοντας μέχρι και την Φούτμπολ Λιγκ Ουάν, την τρίτη τη τάξει κατηγορία, αλλά η αντιπαλότητα των οπαδών παραμένει. Τίτλοι Αγγλία Πρωταθλήματα * Α' Κατηγορία Αγγλίας/Πρέμιερ Λιγκ: 18 Κύπελλα * Κύπελλο Αγγλίας: 11 Ευρώπη * Κύπελλο Πρωταθλητριών/Τσάμπιονς Λιγκ: 3
* Διηπειρωτικό Κύπελλο: 2
1. ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 Shury, Alan; & Landamore, Brian (2005). The Definitive Newton Heath F.C.. SoccerData. ISBN 1-899468-16-1.
<-- Search -->
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
|