.
Διαφορική διάγνωση (μερικές φορές συντέμνεται ΔΔ) ή διαφοροδιάγνωση είναι η διαγνωστική διαδικασία μέσω της οποίας αποκλείουμε παθήσεις με παρόμοια συμπτώματα ώστε να καταλήξουμε στην επικρατέστερη διάγνωση. Π.χ. για ένα παιδί που δεν μιλά προχωρούμε σε διαφορική διάγνωση μεταξύ κώφωσης και ψυχικής διαταραχής.[1]
Η έννοια της διαφορικής διάγνωσης περιλαμβάνει την παρακολούθηση και ανακάλυψη σημείων και συμπτωμάτων, σταδιακό υπολογισμό των περισσότερο πιθανών παθήσεων, στη συνέχεια αποκλεισμό μερικών πιθανών διαγνώσεων μία μετά την άλλη ώσπου στο τέλος να μείνει μόνο μια συγκεκριμένη διάγνωση που να εξηγεί όλα τα σημεία και τα συμπτώματα του ασθενούς.
[1] Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα, Θεωρία και Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License