.
Οι αλλούβιες ή αλλουβιακές αποθέσεις (Λατιν. alluvium) ή προσχώσεις είναι οι αποθέσεις αργίλου, άμμου, λατυπών (χαλικιών) και άλλων φερτών υλικών που παράγονται εξαιτίας της ροής ύδατος σε ένα ποτάμιο περιβάλλον[1].
Αλλούβιες αποθέσεις αφήνουν οι ποταμοί στις παραποτάμιες πεδιάδες και στα δέλτα. Οι αποθέσεις αυτές δημιουργούνται σταδιακά από τη συσσώρευση κλαστικών προϊόντων αποσάθρωσης και θρυμματισμού πετρωμάτων. Τα θραύσματα παρασύρονται από τη ροή του νερού και, όταν αυτό ελαττώσει την ταχύτητα της ροής του, τα φερτά υλικά δεν μπορούν πλέον να μεταφερθούν και αποτίθενται. Σε γενικές γραμμές αυτού του είδους οι αποθέσεις είναι πλούσιες σε οργανικά υλικά και πιθανώς σε ευρήματα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος[2]
Σημειώσεις-παραπομπές
Geology Dictionary – "Alluvial" στο Geology.Com. Ανάκτηση 18/10/2013.
"alluvium" στο Darvill, Timothy 2003, The Concise Oxford Dictionary of Archaeology, Oxford University Press, Great Clarendon Street, Oxford.
Διαδίκτυο
Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Alluvium» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License