ART

 

\( \require{mhchem} \)

.

Το μονοξείδιο του άνθρακα[1] (αγγλικά carbon monoxide) είναι ανόργανη διατομική χημική ένωση, που περιέχει άνθρακα και οξυγόνο, με μοριακό τύπο CO. Το χημικά καθαρό μονοξείδιο του άνθρακα, στις «συνηθισμένες συνθήκες», δηλαδή σε θερμοκρασία 25°C και υπό πίεση 1 atm, είναι άχρωμο, άοσμο και άγευστο αέριο. Είναι τοξικό για τους ανθρώπους και τα αιμογλοβικά ζώα, ακόμα και σε μικρές συγκεντρώσεις (από τα 35 ppm), παρ' όλο που παράγεται σε μικρές ποσότητες από τον κανονικό ζωικό μεταβολισμό και θεωρείται ότι συμμετέχει σε κάποιες φυσιολογικές βιολογικές λειτουργίες. Στην ατμόσφαιρα, είναι πολύ ευμετάβλητο και βραχύβιο, έχοντας ένα ρόλο στο σχηματισμό του τροποσφαιρικού όζοντος.Βρίσκονται σε εξέλιξη κλινικές δοκιμές χορήγησης μικρών ποσοτήτων μονοξειδίου του άνθρακα ως φαρμάκου[8]. Ωστόσο, υπερβολική ποσότητα μονοξειδίου του άνθρακα προκαλεί δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα.

Το μόριο του μονοξειδίου του άνθρακα αποτελείται από ένα άτομο άνθρακα και ένα άτομο οξυγόνου, συνδεμένα με ένα (συνολικά) τριπλό δεσμό (-:C ≡ O:+), που αποτελείται από δύο (2) ομοιοπολικούς δεσμούς και ένα δεσμό συναρμογής. Είναι ο απλούστερος οξάνθρακας (δηλαδή ένωση που αποτελείται μόνο από άνθρακα και οξυγόνο). Ακόμη, η ένωση αυτή είναι ισοηλεκτρονιακή με το ανιόν κυανίου (CN-), το κατιόν νιτρωζονίου (NO+) και το διάζωτο (N2). Σε ενώσεις συναρμογής το μονοξείδιο του άνθρακα ως συναρμοτής ονομάζεται «καρβονύλιο», και χρησιμοποιείται στην ονοματολογία των ενώσεων αυτών με το πρόθεμα «καρβονυλ(ο)-».

Το μονοξείδιο του άνθρακα παράγεται από μερική οξείδωση ανθρακούχων ενώσεων ή και στοιχειακού άνθρακα. Παράγεται όταν δεν υπάρχει αρκετό οξυγόνο για να παραχθεί διοξείδιο του άνθρακα (CO2), όπως συμβαίνει όταν λειτουργεί καυστήρας ή μηχανή εσωτερικής καύσης σε κλειστό χώρο. Με την παρουσία οξυγόνου, το μονοξείδιο του άνθρακα μπορεί να καεί, δίνοντας μια γαλάζια φλόγα και παράγοντας διοξείδιο του άνθρακα (CO2)[2]. Το φωταέριο, που χρησιμοποιούνταν ευρύτατα πριν από τη δεκαετία του 1960 για τον οικιακό φωτισμό, το μαγείρεμα και τη θέρμανση, περιείχε μονοξείδιο του άνθρακα ως ένα σημαντικό καύσιμο συστατικό. Κάποιες σύγχρονες διεργασίες, όπως η μεταλλουργία σιδήρου, ακόμη παράγουν μονοξείδιο του άνθρακα, ως παραπροϊόν[3].

Παγκοσμίως, η μεγαλύτερη πηγή μονοξειδίου του άνθρακα είναι φυσικής προέλευσης, εξαιτίας φωτοχημικών αντιδράσεων στην τροπόσφαιρα, που υπολογίζεται ότι παράγουν περίπου 5·1012 kg μονοξειδίου του άνθρακα το χρόνο[4]. Άλλες φυσικές πηγές μονοξειδίου του άνθρακα περιλαμβάνουν τα ηφαίστεια, τις δασικές πυρκαγιές και άλλες μορφές καύσης (που βέβαια είναι φυσικές, μόνο εφόσον προέρχονται από φυσικά αίτια).

Στη βιολογία, το μονοξείδιο του άνθρακα παράγεται φυσιολογικά με επίδραση της οξυγενάσης της αίμης (#1 και #2) σε αίμη, κατά τον καταβολισμό της αιμογλοβίνης. Αυτή η διεργασία παράγει μια ποσότητα καρβοξυαιμογλοβίνης σε φυσιολογικά άτομα, ακόμη κι αν δεν εισπνεύσουν καθόλου μονοξείδιο του άνθρακα. Παίρνοντας υπόψη την πρώτη αναφορά ότι το μονοξείδιο του άνθρακα είναι ένας φυσιολογικός νευροδιαβιβαστής το 1993[5][6], όπως επίσης και το γεγονός ότι είναι ένα από τα τρία αέρια που φυσιολογικά κινητοποιούν την αντίδραση του σώματος σε εγκαύματα (τα άλλα δύο είναι το διοξείδιο του αζώτου και το υδρόθειο), το μονοξείδιο του άνθρακα κέρδισε σε μεγάλο βαθμό την κλινική προσοχή ως βιολογικός ρυθμιστής. Σε πολλούς ιστούς και τα τρία παραπάνω αέρια είναι γνωστό ότι δρουν σαν αντιεγκαυματικά, αγγειοδιασταλτικά και υποστηρικτικά της νεοαγγειακής ανάπτυξης[7].

Βρίσκονται σε εξέλιξη κλινικές δοκιμές χορήγησης μικρών ποσοτήτων μονοξειδίου του άνθρακα ως φαρμάκου[8]. Ωστόσο, υπερβολική ποσότητα μονοξειδίου του άνθρακα προκαλεί δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα.

Ιστορία

Ο Αριστοτέλης (384 - 322 π.Χ.) πρώτος κατέγραψε ότι με την καύση άνθρακα εκλύεται τοξικός καπνός. Μια αρχαία μέθοδος εκτέλεσης ήταν ο εγκλεισμός του καταδίκου σε ένα δωμάτιο λουτρού μαζί με αναμένα κάρβουνα. Ήταν άγνωστος, ωστόσο, ο μεταβολικός μηχανισμός που επέφερε το θάνατο. Ο Έλληνας γιατρός Γαληνός θεώρησε (σωστά) ότι μια αλλαγή στη σύνθεση του αέρα προκαλούσε βλάβη όταν εισπνεόταν[9]. Το 1776, ο Γάλλος χημικός Ντε Λασσόν (de Lassone) παρήγαγε μονοξείδιο του άνθρακα θερμαίνοντας οξείδιο του ψευδαργύρου με κωκ, αλλά συμπέρανε (εσφαλμένα) ότι το αέριο που εκλύονταν ήταν υδρογόνο, επειδή όταν καίγονταν έδινε γαλάζια φλόγα (όπως και το υδρογόνο). Το αέριο ταυτοποιήθηκε ως μια ένωση άνθρακα και οξυγόνου από το Σκωτσέζο χημικό Γουΐλλιαμ Κάμπερλαντ Κρουϊκσάνκ (William Cumberland Cruikshank), το 1800[10][11]. Οι τοξικές ιδιότητες του μονοξειδίου του άνθρακα ερευνήθηκαν με σκύλους ως πειραματόζωα από τον Κλωντ Μπερνάρ (Claude Bernard), γύρω στο 1846[12].

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα αέριο μίγμα, που περιλάμβανε μονοξείδιο του άνθρακα, χρησιμοποιούνταν ως καύσιμο σε μηχανοκίνητα οχήματα σε τμήματα του κόσμου όπου η βενζίνη και το ντίζελ ήταν σπάνια. Εξωτερικά (με λίγες εξαιρέσεις) τοποθετούνταν συσκευές παραγωγής φωταερίου, αναμιγνύοντας ατμοσφαιρικό άζωτο, μονοξείδιο του άνθρακα και μικρές ποσότητες από άλλα αέρια που παράγονταν με αεριοποίηση συμπιέζονταν σε ένα αέριο μίγμα. Αυτό το μίγμα ήταν γνωστό ως «ξυλαέριο» (wood gas). Το μονοξείδιο του άνθρακα χρησιμοποιήθηκε επίσης σε μεγάλη κλίμακα στους θαλάμους αερίων των στρατοπέδων εξόντωσης των Ναζί κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, με πιο αξιοσημείωτα τα οχήματα εξόντωσης (gas vans) στο στρατόπεδο εξόντωσης Κέλμνο και στο Πρόγραμμα Ευθανασίας T-4[13].

Το μονοξείδιο του άνθρακα βρέθηκε σε διάφορα φυσικά και τεχνητά περιβάλλοντα. Οι τυπικές συγκεντρώσεις που μετρήθηκαν σε μέρη ανά εκατομμύριο είναι ως ακολούθως:

Σύνθεση κατ' όγκο σε ξηρή ατμόσφαιρα[15]
ppmv: μέρη αν εκατομμύριο κατ' όγκο (σημείωση: το ογκομετρικό κλάσμα είναι ίδο με το μοριακό κλάσμα μόνο για τα ιδανικά αέρια. Δείτε το όγκος (θερμοδυναμική).
Concentration Source
0,1 ppmv Φυσικό ατμοσφαιρικό επίπεδο (MOPITT).[16]
0,5–5 ppmv Μέσο οικακό επίπεδο.[17]
5–15 ppmv Καυσαέρια σε σχεδόν σωστά ρυθμισμένες οικιακές θερμάστρες αερίου.

Καυσαέρια σύγχρονων οχημάτων.[18]

17 ppmv Ατμόσφαιρα της Αφροδίτης.
100–200 ppmv Καυσαέρια από αυτοκίνητα στο κέντρο της Πόλης του Μεξικού το 1975.[19]
700 ppmv Ατμόσφαιρα του Άρη.
5.000 ppmv Καυσαέρια από οικιακό τζάκι[20]
7.000 ppmv Αδιάλυτα και θερμά καυσαέρια αυτοκινήτου χωρίς καταλύτη.[18]


Ατμοσφαιρική παρουσία

Το μονοξείδιο του άνθρακα είναι παρόν σε μικρές συγκεντρώσεις στην ατμόσφαιρα (της Γης), κυρίως ως προϊόν της ηφαιστειακής δραστηριότητας, αλλά επίσης και από φυσικές και ανθρωπογενείς πυρκαγιές (όπως δασικές και θαμνολειβαδικές, εκκαθάριση με φωτιά διαφόρων αγροτικών υπολειμμάτων). Η καύση ορυκτών καυσίμων επίσης συνεισφέρει στην παραγωγή μονοξειδίου του άνθρακα. Το μονοξείδιο του άνθρακα βρίσκεται διαλυμένο στο λυωμένο μάγμα υπό υψηλές πιέσεις στο μανδύα της Γης.[21] Εξαιτίας των φυσικών πηγών του μονοξειδίου του άνθρακα η συγκέντρωσή του μεταβάλλεται χρόνο με το χρόνο και γι' αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολη η ακριβής μέτρηση των φυσικών εκπομπών αυτού του αερίου.

Το μονοξείδιο του άνθρακα είναι βραχύβιο αέριο του θερμοκηπίου και επίσης επιφέρει έμμεση συνεισφορά στο φαινόμενο εγκλεισμού ακτινοβολίας, αυξάνοντας τις συγκεντρώσεις του ατμοσφαιρικού μεθανίου και του τροποσφαιρικού όζοντος, διαμμέσου χημικών αντιδράσεων με άλλα ατμοσφαιρικά χημικά είδη, όπως οι ελεύθερες ρίζες υδροξυλίου (OH), που τείνουν να τα εξουδετερώσουν.

Στην ατμόσφαιρα της Αφροδίτης το μονοξείδιο του άνθρακα είναι προϊόν φωτόλυσης διοξειδίου του άνθρακα με ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία μήκους κύματος μικρότερου των 169 nm.

Εξαιτίας της μικρής του ημιζωής στη μέση τροπόσφαιρα, το μονοξείδιο του άνθρακα χρησιμοποιήθηκε ως ιχνηλάτης της μεταφοράς ρύπανσης.[22]


Μοριακή δομή

Το μονοξείδιο του άνθρακα έχει μοριακή μάζα (κατά προσέγγιση) 28,0, γεγονός που το καθιστά λίγο ελαφρύτερο από τον ατμοσφαιρικό αέρα (της Γης), που έχει μέση μοριακή μάζα (περίπου) 28,8. Σύμφωνα με την καταστατική εξίσωση των ιδανικών αερίων, το μονοξείδιο του άνθρακα είναι λιγότερο πυκνό από τον αέρα.

Το μήκος δεσμού μεταξύ των ατόμων άνθρακα και οξυγόνου στο μονοξείδιο του άνθρακα είναι 112,8 pm[23][24]. Αυτό το μήκος δεσμού είναι αναμενόμενο για έναν τριπλό δεσμό, όπως και στο μόριο του μοριακού αζώτου (N2), που έχει ένα παρόμοιο μήκος δεσμού και σχεδόν την ίδια μοριακή μάζα με το μονοξείδιο του άνθρακα. Οι διπλοί δεσμοί άνθρακα - οξυγόνου είναι σημαντικά μακρύτεροι. Για παράδειγμα, είναι 120,8 pm στη μεθανάλη[24]. Οι θερμοκρασίες τήξης και βρασμού είναι (περίπου) 68 και 82 K, αντίστοιχα, έναντι 63 και 77, που είναι οι αντίστοιχες θερμοκρασίες για το μοριακό άζωτο. Η ενέργεια διάσπασης του δεσμού για το μονοξείδιο του άνθρακα είναι 1.072 kJ/mol, δηλαδή είναι λίγο ισχυρότερος από εκείνον του μοριακού αζώτου, που έχει ενέργεια διάσπασης 942 kJ/mol. Έτσι, το μονοξείδιο του άνθρακα περιέχει τον ισχυρότερο γνωστό χημικό δεσμό[25].

Η βασική ηλεκτρονιακή κατάσταση του μονοξειδίου του άνθρακα είναι μια μονή κατάσταση[26], εφόσον δεν περιέχει μονήρη ηλεκτρόνια (όπως θα είχε αν βρίσκονταν σε τριπλή κατάσταση).


Δεσμολογία και διπολική ροπή

Τα άτομα άνθρακα και το οξυγόνο μαζί, στο μόριο του μονοξειδίου του άνθρακα, έχουν συνολικά 10 ηλεκτρόνια σθένους. Για να ικανοποιηθεί ο κανόνας οκτάδας για το άτομο του άνθρακα, τα δυο άτομα σχηματίζουν έναν τριπλό δεσμό, με συνολικά 6 κοινά ηλεκτρόνια σε 3 μοριακά τροχιακά, σε σύγκριση με τους συνηθισμένους διπλούς δεσμούς που βρίσκονται στις οργανικές καρβονυλικές ενώσεις. Αφού τα 2 ηλεκτρόνια σθένους ανήκαν στο άτομο του άνθρακα και τα 4 στο άτομο του οξυγόνου, το ένα από τα μοριακά τροχιακά κατέχεται από δυο (2) ηλεκτρόνια του οξυγόνου, σχηματίζοντας έτσι έναν ημιπολικό δεσμό (C ← O). Το γεγονός αυτό δημιουργεί μια πόλωση στο μόριο, που εμφανίζει ένα αρνητικό φορτίο στο άτομο του άνθρακα και ένα θετικό φορτίο στο οξυγόνο. Όμως, τα άλλα δυο μοριακά τροχιακά σχηματίζονται με ένα ηλεκτρόνιο από κάθε άτομο (δηλαδή ένα από το άτομο του άνθρακα και ένα από το άτομο του οξυγόνου). Έτσι σχηματίζονται δυο (2) ομοιοπολικοί δεσμοί αντίστροφα (σε σχέση με τον ημιπολικό) πολωμένοι (C → O), γιατί το οξυγόνο είναι πιο ηλεκτραρνητικό από τον άνθρακα. Τελικά, στο μόριο του μονοξειδίου του άνθρακα, παραμένει ένα συνολικό μικρό αρνητικό φορτίο (δ-) στο άτομο του άνθρακα και, αντίστοιχα, ένα μικρό θετικό (δ+) στο άτομο του οξυγόνου. Αυτό δημιουργεί μια μικρή διπολική ροπή στο μόριο, της τάξης του 0,122 D[27]. Γι' αυτό, το μόριο του μονοξειδίου του άνθρακα είναι ασύμμετρο: Το άτομο του οξυγόνου έχει μεγαλύτερη ηλεκτρονιακή πυκνότητα από εκείνο του άνθρακα, αλλά επίσης το άτομο του οξυγόνου είναι ελαφρώς θετικά φορτισμένο, ενώ το άτομο του άνθρακα ελαφρώς αρνητικά φορτισμένο. Σε αντιδιαστολή, το ισοηλεκτρονιακό μόριο του διαζώτου (N2), έχει διπολική ροπή 0 D. Αν το μονοξείδιο του άνθρακα δρα ως συναρμοτής, η πολικότητα μπορεί να αντιστραφεί, με ένα συνολικό αρνητικό φορτίο στο οξυγόνο, γεγονός που εξαρτάται από τη δομή της σύμπλοκης ένωσης[28].


Δεσμική πολικότητα και οξειδωτική βαθμίδα

Θεωρητικές και πειραματικές μελέτες έδειξαν ότι, παρόλη τη μεγαλύτερη ηλεκτραρνητικότητα του οξυγονου, η (συνισταμένη) διπολική ροπή είναι υπολογισμένη με το άτομο του άνθρακα πιο αρνητικά φορτισμένο και το άτομο του οξυγόνου πιο θετικά[29][30]. Οι τρεις δεσμοί είναι στην πραγματικότητα ομοιοπολικοι δεσμοί ισχυρά πολωμένοι αντιστρόφως, δηλαδή κατά τ. Η υπολογισμένη πολωσιμότητα είναι για το άτομο του οξυγόνου 71% για το σ δεσμό και 77% για τους δυο π δεσμούς[31].

Η βαθμίδα οξείδωσης του άνθρακα στο μονοξείδιο του άνθρακα είναι +2. Αυτό υπολογίζεται ως εξής: Θεωρείται ότι όλα τα δεσμικά ηλέκτρόνια να ανήκουν στο οξυγόνο, που είναι πιο ηλεκτραρνητικό από τα δυο στοιχεία (δηλαδή τον άνθρακα και το οξυγόνο). Μόνο τα δυο μη δεσμικά ηλεκτρόνια θεωρείται ότι ανήκουν στον άνθρακα. Σύμφωνα λοιπόν με αυτόν τον υπολογισμό, ο άνθρακας έχει στο μονοξείδιο του άνθρακα μόνο δυο ηλεκτρόνια σθένους, σε σύγκριση με τα τέσσερα (4) που είχε όταν ήταν ελεύθερο άτομο (στο στοιχειακό άνθρακα). Άρα, του λείπουν δυο ηλεκτρόνια, οπότε η βαθμίδα οξείδωσης του άνθρακα στο μονοξείδιο του άνθρακα είναι +2.


Βιολογικές και φυσιολογικές ιδιότητες
Τοξικότητα

Κύριο λήμμα: Δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα

Η δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος θανάσιμης αέριας δηλητηρίασης σε πολλές χώρες[32]. Το μονοξείδιο του άνθρακα είναι άχρωμο, άοσμο και άγευστο, αλλά πολύ τοξικό. Ενώνεται με την αιμογλοβίνη παράγοντας καρβοξυαιμογλοβίνη, που καταλαμβάνει το χώρο που φυσιολογικά καταλαμβάνει η αιμογλοβίνη, που μεταφέρει οξυγόνο στους ιστούς, ενώ η ίδια (η καρβοξυαιμογλοβίνη) είναι αναποτελεσματική στον ίδιο ρόλο. Σε σχετικά χαμηλές συγκεντρώσεις, και πιο συγκεκριμένα από τα 667 ppm, αχρηστεύει μέχρι και το 50% της αιμογλοβίνης του ανθρώπινου σώματος, το οποίο μετατρέπει σε καρβοξυαιμογλοβίνη[33]. Ένα επίπεδο της τάξης του 50% καρβοξυαιμογλοβίνης μπορεί να προκαλέσει σπασμούς, κώμα και τελικά το θάνατο. Στις ΗΠΑ, τα επίπεδα OSHA για μακροχρόνια έκθεση εργασιακού χώρου σε μονοξείδιο του άνθρακα είναι πάνω από 50 ppm[34]. Σε επίπεδο βραχυπρόθεσμης έκθεσης, η απορρόφηση του μονοξειδίου του άνθρακα είναι προσθετική, εφόσον η ημιζωή του είναι περίπου 5 ώρες, σε ανοικτό χώρο (δείτε το κύριο λήμμα για λεπτομέρειες).

Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα δηλητηρίασης από μονοξείδιο του άνθρακα, μπορεί να μοιάζουν με άλλους τύπους δηλητηρίασης και λοίμωξης, αλλά περιλαμβάνουν συμπτώματα όπως πονοκέφαλο, ναυτία, εμετό, ζαλάδα, κούραση και ένα αίσθημα αδυναμίας. Οι οικογένειες που δηλητηρίασης από μονοξείδιο του άνθρακα συχνά πιστεύουν ότι είναι θύματα τροφικής δηλητηρίασης. Τα βρέφη μπορεί να είναι ευερέθιστα και ανόρεκτα. Τα νευρολογικά σημάδια περιλαμβάνουν σύγχιση, αποπροσανατολισμό, οπτικές διαταραχές, συγκοπή και επιληπτικές κρίσεις[35].

Κάποιες περιγραφές δηλητηρίασης από μονοξείδιο του άνθρακα περιλαμβάνουν ρηνικές αιμορραγίες, και μια ανώμαλη χροιά του αίματος στο χρώμα του βίσυνου[36]. Στις περισσότερες κλινικές διαγνώσεις, αυτά τα σημάδια είναι σπάνια παρατηρητέα[35]. Μια δυσκολία με τη χρησιμότητα του συμπτώματος του βισυνόχρωμου είναι ότι διορθώνει, ή επικαλύπτει, ότι αλλιώς θα ήταν μια άρρωστη εμφάνιση, εφόσον το κύριο αποτέλεσμα της αφαίρεσης αποξυγονομένης αιμογλοβίνης είναι να κάνει ένα πρόσωπο που έχει ασφυξία να φαίνεται πιο φυσιολογικό, ή ένα νεκρό πρόσωπο να φαίνεται πιο ζωντανό, ομοίως με το φαινόμενο των ερυθρών χρωστικών στο ταριχευτικό υγρό. Το λάθος ή μη φυσιολογικό ερυθρό χρώμα σε έναν ανοξικό και δηλητηριασμένο από μονοξείδιο του άνθρακα ιστό είναι συγγενικό με την εμπορική χρήση του μονοξείδιου του άνθρακα να χρωματίζει στο κρεατί χρώμα.

Το μονοξείδιο του άνθρακα επίσης δηλητηριάζει και άλλα βιολογικά μόρια, εκτός της αιμογλοβίνης, όπως είναι η μυογλοβίνη και η μιτοχονδρική κυτοχρωμική οξειδάση. Η έκθεση σε μονοξείδιο του άνθρακα μπορεί να προκαλέσει σημαντική βλάβη στην καρδιά και στο κεντρικό νευρικό σύστημα, ιδιαίτερα στην ωχρά σφαίρα[37], συχνά με αποτέλεσμα μακροχρόνιες παθολογικές καταστάσεις. Το μονοξείδιο του άνθρακα μπορεί να έχει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στο έμβρυο μιας έγκυας γυναίκας[38].


Κανονική φυσιολογία ανθρώπου

Το μονοξείδιο του άνθρακα παράγεται φυσιολογικά από το ανθρώπινο σώμα ως χημικό μήνυμα. Έτσι, το μονοξείδιο του άνθρακα έχει φυσιολογικό ρόλο στο σώμα μας, ως νευροδιαβιβαστής και ως αγγειοδιαστολικό[39]. Εξαιτίας του ρόλου του μονοξειδίου του άνθρακα στο σώμα μας, οι ανωμαλίες στο μεταβολισμό του είναι συνδεμένες με μια ποικιλία ασθενειών, που συμπεριλαμβάνουν τον νευροεκφυλισμό, την αρτηριακή υπέραση, την καρδιακή ανεπάρκεια και (διάφορες) φλεγμονές[39].


Σύνοψη λειτουργιών[40]:

Το μονοξείδιο του άνθρακα λειτουργεί ως ενδογενές χημικό μήνυμα.
Το μονοξείδιο του άνθρακα ρυθμίζει το καρδιαγγειακό σύστημα.
Το μονοξείδιο του άνθρακα αναστέλλει τη συσσώρευση των αιμοπεταλίων του αίματος και τη θρόμβωση.
Το μονοξείδιο του άνθρακα ίσως να παίξει ρόλο ως δυνάμει θεραπευτικό μέσο.

Μικροβιολογία

Το μονοξείδιο του άνθρακα είναι θρεπτικό για τα μεθανογόνα αρχαιοβακτήρια[41] και μια δομική ομάδα για το ακετυλοσυνένζυμο Α. Αυτό είναι το θέμα για το αναδυόμενο πεδίο της βιοοργανομεταλλικής χημείας. Ακρόφιλοι μικροοργανισμοί μπορούν, έτσι, να μεταβολίζουν μονοξείδιο του άνθρακα σε τέτοιες περιοχές όπως οι θερμοί κρατήρες των ηφαιστείων[42].

Σε βακτήρια, το μονοξείδιο του άνθρακα παράγεται με αναγωγή του διοξειδίου του άνθρακα από το ένζυμο δεϋδρογονάση του μονοξειδίου του άνθρακα, που είναι πρωτεΐνη η οποία περιέχει σίδηρο, νικέλιο και θείο[43]

Η CooA είναι πρωτεΐνη ανιχνευτής μονοξειδίου του άνθρακα[44]. Ο σκοπός του βιολογικού της ρόλου είναι ακόμη άγνωστη, αλλά ίσως είναι μέρος της μεταβολικής οδού χημικού μηνύματος σε βακτήρια και αρχαιοβακτήρια. Η παρουσία της στα θηλαστικά δεν έχει επιβεβαιωθεί.


Σημειώσεις και αναφορές

Για εναλλακτικές ονομασίες δείτε τον πίνακα πληροφοριών.
Carbon Monoxide - Molecule of the Month, Dr Mike Thompson, Winchester College, UK
Ayres, Robert U. and Ayres, Edward H. (2009). Crossing the Energy Divide: Moving from Fossil Fuel Dependence to a Clean-Energy Future. Wharton School Publishing. p. 36. ISBN 0-13-701544-5.
Weinstock, B.; Niki, H. (1972). "Carbon Monoxide Balance in Nature". Science 176 (4032): 290–2. Bibcode:1972Sci...176..290W. doi:10.1126/science.176.4032.290. PMID 5019781.
Verma, A; Hirsch, D.; Glatt, C.; Ronnett, G.; Snyder, S. (1993). «Carbon monoxide: A putative neural messenger». Science 259 (5093): 381–4. doi:10.1126/science.7678352. PMID 7678352. Bibcode: 1993Sci...259..381V.
Kolata, Gina (January 26, 1993). «Carbon Monoxide Gas Is Used by Brain Cells As a Neurotransmitter». The New York Times. Ανακτήθηκε στις May 2, 2010.
Li, L; Hsu, A; Moore, PK (2009). «Actions and interactions of nitric oxide, carbon monoxide and hydrogen sulphide in the cardiovascular system and in inflammation—a tale of three gases!». Pharmacology & therapeutics 123 (3): 386–400. doi:10.1016/j.pharmthera.2009.05.005. PMID 19486912.
Johnson, Carolyn Y. (October 16, 2009). «Poison gas may carry a medical benefit». The Boston Globe. Ανακτήθηκε στις October 16, 2009.
Penney, David G. (2000) Carbon Monoxide Toxicity, CRC Press, p. 5, ISBN 0-8493-2065-8.
Cruickshank, W. (1801) "Some observations on different hydrocarbonates and combinations of carbone with oxygen, etc. in reply to some of Dr. Priestley's late objections to the new system of chemistry," Journal of Natural Philosophy, Chemistry and the Arts [a.k.a. Nicholson's Journal], 1st series, 5 : 1–9.
Cruickshank, W. (1801) "Some additional observations on hydrocarbonates, and the gaseous oxide of carbon," Journal of Natural Philosophy, Chemistry and the Arts, 1st series, 5 : 201–211.
Waring, Rosemary H.; Steventon, Glyn B. and Mitchell, Steve C. (2007). Molecules of death. Imperial College Press. p. 38. ISBN 1-86094-814-6.
Kitchen, Martin (2006). A history of modern Germany, 1800–2000. Wiley-Blackwell. p. 323. ISBN 1-4051-0041-9.
Global Maps. Carbon Monoxide. earthobservatory.nasa.gov
Source for figures: Carbon dioxide, NOAA Earth System Research Laboratory, (updated 2010.06). Methane, IPCC TAR table 6.1, (updated to 1998). The NASA total was 17 ppmv over 100%, and CO2 was increased here by 15 ppmv. To normalize, N2 should be reduced by about 25 ppmv and O2 by about 7 ppmv.
Committee on Medical and Biological Effects of Environmental Pollutants (1977). Carbon Monoxide. Washington, D.C.: National Academy of Sciences, σελ. 29. ISBN 0-309-02631-8.
Green W. «An Introduction to Indoor Air Quality: Carbon Monoxide (CO)». United States Environmental Protection Agency. Ανακτήθηκε στις 2008-12-16.
Gosink, Tom (1983-01-28). «What Do Carbon Monoxide Levels Mean?». Alaska Science Forum. Geophysical Institute, University of Alaska Fairbanks. Ανακτήθηκε στις 2007-12-01.
Singer, Siegfried Fred (1975). The Changing Global Environment. Springer, σελ. 90. ISBN 9027704023.
Gosink T (January 28, 1983). «What Do Carbon Monoxide Levels Mean?». Alaska Science Forum. Geophysical Institute, University of Alaska Fairbanks. Ανακτήθηκε στις December 16, 2008.
Sigel, Astrid and Sigel, Roland K. O. (2009). Metal-Carbon Bonds in Enzymes and Cofactors. Royal Society of Chemistry, σελ. 243. ISBN 1-84755-915-8.
Pommier, M.; Law, K. S.; Clerbaux, C.; Turquety, S.; Hurtmans, D.; Hadji-Lazaro, J.; Coheur, P.-F.; Schlager, H. και άλλοι. (2010). «IASI carbon monoxide validation over the Arctic during POLARCAT spring and summer campaigns». Atmospheric Chemistry and Physics 10 (21): 10655–10678. doi:10.5194/acp-10-10655-2010. Bibcode: 2010ACP....1010655P.
Gilliam, O. R.; Johnson, C. M. and Gordy, W. (1950). "Microwave Spectroscopy in the Region from Two to Three Millimeters". Physical Review 78 (2): 140. Bibcode:1950PhRv...78..140G. doi:10.1103/PhysRev.78.140.
Haynes, William M. (2010). Handbook of Chemistry and Physics (91 ed.). Boca Raton, Florida: CRC Press. p. 9–33. ISBN 978-1439820773.
Common Bond Energies (D) and Bond Lengths (r). wiredchemist.com
Vidal, C. R. (28 June 1997). "Highly Excited Triplet States of Carbon Monoxide". Archived from the original on 2006-08-28. Retrieved August 16, 2012.
Scuseria, Gustavo E.; Miller, Michael D.; Jensen, Frank; Geertsen, Jan (1991). "The dipole moment of carbon monoxide". J. Chem. Phys. 94 (10): 6660. Bibcode:1991JChPh..94.6660S. doi:10.1063/1.460293.
Lupinetti, Anthony J.; Fau, Stefan; Frenking, Gernot; Strauss, Steven H. (1997). "Theoretical Analysis of the Bonding between CO and Positively Charged Atoms". J. Phys. Chem. A 101 (49): 9551–9559. doi:10.1021/jp972657l.
Blanco, Fernando; Alkorta, Ibon; Solimannejad, Mohammad; Elguero, Jose (2009). "Theoretical Study of the 1:1 Complexes between Carbon Monoxide and Hypohalous Acids". J. Phys. Chem. A 113 (13): 3237–3244. doi:10.1021/jp810462h. PMID 19275137.
Meerts, W; De Leeuw, F.H.; Dymanus, A. (1 June 1977). "Electric and magnetic properties of carbon monoxide by molecular-beam electric-resonance spectroscopy". Chemical Physics 22 (2): 319–324. Bibcode:1977CP.....22..319M. doi:10.1016/0301-0104(77)87016-X.
Stefan, Thorsten; Janoschek, Rudolf (2000). "How relevant are S=O and P=O Double Bonds for the Description of the Acid Molecules H2SO3, H2SO4, and H3PO3, respectively?". Journal of Molecular Modeling 6 (2): 282–288. doi:10.1007/PL00010730.
Omaye ST (2002). "Metabolic modulation of carbon monoxide toxicity". Toxicology 180 (2): 139–150. doi:10.1016/S0300-483X(02)00387-6. PMID 12324190.
Tikuisis, P; Kane, DM; McLellan, TM; Buick, F; Fairburn, SM (1992). "Rate of formation of carboxyhemoglobin in exercising humans exposed to carbon monoxide". Journal of Applied Physiology 72 (4): 1311–9. PMID 1592720.
"OSHA CO guidelines". OSHA. Retrieved May 2009.
Blumenthal, Ivan (1 June 2001). "Carbon monoxide poisoning". J R Soc Med (The Royal Society of Medicine) 94 (6): 270–272. PMC 1281520. PMID 11387414.
Ganong, William F (2005). "37". Review of medical physiology (22 ed.). McGraw-Hill. p. 684. ISBN 0-07-144040-2. Retrieved May 2009.
Prockop LD, Chichkova RI (2007). "Carbon monoxide intoxication: an updated review". J Neurol Sci 262 (1–2): 122–130. doi:10.1016/j.jns.2007.06.037. PMID 17720201.
Tucker Blackburn, Susan (2007). Maternal, fetal, & neonatal physiology: a clinical perspective. Elsevier Health Sciences. p. 325. ISBN 1-4160-2944-3.
Wu, L; Wang, R (December 2005). «Carbon Monoxide: Endogenous Production, Physiological Functions, and Pharmacological Applications». Pharmacol Rev 57 (4): 585–630. doi:10.1124/pr.57.4.3. PMID 16382109.
Olas, Beata (25 April 2014). «Carbon monoxide is not always a poison gas for human organism: Physiological and pharmacological features of CO». Chemico-Biological Interactions 222 (5 October 2014): 37–43. doi:10.1016/j.cbi.2014.08.005. Ανακτήθηκε στις 23 October 2014.
Thauer, R. K. (1998). «Biochemistry of methanogenesis: a tribute to Marjory Stephenson. 1998 Marjory Stephenson Prize Lecture» (Free). Microbiology 144 (9): 2377–2406. doi:10.1099/00221287-144-9-2377. PMID 9782487.
Hogan, C. Michael (2010). "Extremophile" in E. Monosson and C. Cleveland (eds.). Encyclopedia of Earth. National Council for Science and the Environment, Washington, DC
Jaouen, G., επιμ. (2006). Bioorganometallics: Biomolecules, Labeling, Medicine. Weinheim: Wiley-VCH. ISBN 3-527-30990-X.
Roberts, G. P.; Youn, H.; Kerby, R. L. (2004). «CO-Sensing Mechanisms». Microbiology and Molecular Biology Reviews 68 (3): 453–473. doi:10.1128/MMBR.68.3.453-473.2004. PMID 15353565.

Εγκυκλοπαίδεια Χημείας

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License