.
Οι όρχεις (εν. όρχις, γεν. όρχεως) είναι ζεύγος γεννητικών αδένων και μέρος των γεννητικών οργάνων του αρσενικού. Απαντώνται σχεδόν σε όλα τα σπονδυλωτά και έχουν διττή λειτουργία: την παραγωγή σπερματοζωαρίων και την παραγωγή ανδρικών ορμονών (κυρίως τεστοστερόνης).
Δομή και λειτουργία
Στα θηλαστικά οι όρχεις είναι εξωτερικοί, κυρίως επειδή τα σπερματοζωάρια παράγονται καλύτερα σε θερμοκρασία χαμηλότερη από αυτήν του σώματος. Βρίσκονται μέσα σε δερμάτινο περίβλημα, το όσχεο, και συνδέονται με το υπόλοιπο σώμα μέσω των σπερματικών πόρων (vas deferens). Η απόσταση των όρχεων από τον κορμό καθορίζεται από τους κρεμαστήρες μύες, οι οποίοι είναι τμήμα των σπερματικών πόρων. Όταν οι μύες αυτοί συσπώνται, το μήκος του πόρου μικραίνει και οι όρχεις πλησιάζουν στο σώμα. Αυτό μπορεί να συμβεί για να αυξηθεί η θερμοκρασία τους. Αντίθετη διαδικασία ακολουθείται για να μειωθεί η θερμοκρασία τους. Οι μυες επίσης μπορεί να συσπώνται και λόγω άγχους, έτσι ώστε οι όρχεις να πλησιάσουν στο σώμα για να προστατευθούν από πιθανή επίθεση, και κατά τον οργασμό. Η κίνηση των κρεμαστήρων μυών είναι και ένα από τα ανακλαστικά του σώματος.
Ο κάθε όρχις ζυγίζει 20-30 γρ. και έχει όγκο 15-25 ml. Είναι σύνηθες φαινόμενο ο ένας όρχις να κρέμεται πιο χαμηλά από τον άλλο. Παρ’ όλο που είναι έξω από το σώμα, θεωρούνται εσωτερικά όργανα και είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι.
Τα σπερματοζωάρια παράγονται στους όρχεις, κατόπιν ωριμάζουν και αποθηκεύονται στην επιδιδυμίδα και σε περίπτωση ικανού σεξουαλικού ερεθισμού περνούν μέσα από τον προστάτη, ο οποίος με μυϊκούς σπασμούς θα τα εκβάλει μαζί με άλλα υγρά μέσω του πέους (εκσπερμάτιση).
Ευνουχισμός
Η αφαίρεση των όρχεων (ευνουχισμός) ήταν πρακτική που σε παλαιότερες κοινωνίες (π.χ. Βυζαντινή Αυτοκρατορία, Οθωμανική αυτοκρατορία, Κίνα) αποσκοπούσε είτε στη δημιουργία πιστών και ακίνδυνων για τις γυναίκες σκλάβων (ευνούχος<εὐνή [κρεβάτι] και ὄχος [<ἔχω = προσέχω], αυτός που προσέχει το κρεβάτι) είτε στη δημιουργία αφοσιωμένων κρατικών υπαλλήλων, που δεν είχαν οικογενειακές υποχρεώσεις να τους αποσπούν. Σε άλλες περιπτώσεις ο ευνουχισμός αποσκοπούσε στην ταπείνωση κάποιου, αφαιρώντας του τον ανδρισμό του, ή στη διασφάλιση ότι δεν θα αποκτήσει απογόνους, προκειμένου να μην υπάρξει, για παράδειγμα, διεκδικητής σε ένα θρόνο.
Η πρακτική του ευνουχισμού χρησιμοποιήθηκε επίσης έως και τις αρχές του 20ου αιώνα στη δυτική Ευρώπη, προκειμένου να δημιουργούνται οι καστράτοι, τραγουδιστές με ψιλή φωνή. Επειδή κατά την εφηβεία η ανδρική φωνή βαθαίνει και αλλάζει ("σπάει"), ο ευνουχισμός, που γινόταν πριν αρχίσει η εφηβεία, αποσκοπούσε στο να παραμείνει η φωνή του τραγουδιστή παιδική και να μπορεί να πιάνει ιδιαίτερα ψηλές νότες σοπράνο ή κοντράλτο. Η πρακτική απαγορεύτηκε το 1902 από τον Πάπα, και ο τελευταίος καστράτο πέθανε το 1922.
Τέλος ο ευνουχισμός αποτελεί μια μορφή στείρωσης του άνδρα. Με αυτό το κίνητρο χρησιμοποιήθηκε κυρίως στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, αλλά και έως το 1970, στα πλαίσια προγραμμάτων ευγονικής ή φυλετικής καθαρότητας σε πολλές χώρες του κόσμου. Το πιο γνωστό παράδειγμα αποτελεί η ναζιστική Γερμανία, ενεργά όμως προγράμματα υποχρεωτικής στείρωσης υπήρχαν σε πολλές ακόμα χώρες, όπως στις Σκανδιναβικές (κυρίως στη Σουηδία), τον Καναδά, τις ΗΠΑ, την Τσεχοσλοβακία και αλλού. Θύματα αυτής της πρακτικής υπήρξαν κυρίως άτομα με αναπηρίες ή διανοητικά ή ψυχολογικά προβλήματα, καθώς και μειονοτικές πληθυσμιακές ομάδες (όπως οι Ρομά).
Κοινωνική σημασία
Οι όρχεις είναι βασικό στοιχείο του ανδρικού αναπαραγωγικού συστήματος, επειδή παράγουν το σπέρμα και την τεστοστερόνη, γι’ αυτό και θεωρούνται καμιά φορά συνώνυμα του ανδρισμού ενώ ο επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με τον άνδρα και τον ανδρισμό του είναι η Ανδρολογία .´Ετσι σήμερα χρησιμοποιώντας την παρεφθαρμένη λέξη της αργκό "αρχίδια" μεταφορικά λέγεται ότι χρειάζεται να έχει κανείς αρχίδια για να κάνει κάτι εννοώντας ότι χρειάζεται θάρρος, τόλμη.
Λόγω της ιδιαίτερης ευαισθησίας τους θεωρούνται και το αδύνατο σημείο του άντρα και το χτύπημα των όρχεων θεωρείται άνανδρη και άτιμη τεχνική. Στο άθλημα της πυγμαχίας απαγορεύεται οποιοδήποτε χτύπημα του αντιπάλου κάτω από τη ζώνη. Μεταφορικά χρησιμοποιείται ο όρος "χτύπημα κάτω από τη ζώνη" για κάθε ύπουλο χτύπημα. Στην Παλαιά Διαθήκη, στο βιβλίο Δευτερονόμιον, όπου ο Θεός επαναλαμβάνει το νόμο Του στους Ισραηλίτες, αναφέρεται ότι, αν σε καβγά δύο ανδρών η γυναίκα του ενός για να τον σώσει πιάσει τον άλλον από τους όρχεις, η τιμωρία της θα είναι να της κοπεί το χέρι:
ἐὰν δὲ μάχωνται ἄνθρωποι [...] καὶ προσέλθη ἡ γυνὴ ἑνὸς αὐτῶν ἐξελέσθαι τὸν ἄνδρα αὐτῆς ἐκ χειρὸς τοῦ τύπτοντος αὐτὸν καὶ ἐκτείνασα τὴν χεῖρα ἐπιλάβηται τῶν διδύμων αὐτοῦ, ἀποκόψεις τὴν χεῖρα αὐτῆς (Δευτ. 25:11, Ο').
Άλλες λέξεις για τους όρχεις είναι τα αρχίδια (αργκό), οι δίδυμοι (αρχ.), παραστάται (βυζαντ.), μήδεα (βυζαντ.), τα αμελέτητα, τα μπαλάκια, τα καρύδια, τα ούμπαλα, η οικογένεια, το μαλακό υπογάστριο, τα κάκαλα και στα καλιαρντά τα πελέ[1].
Οι όρχεις των βοοειδών και των αιγοπροβάτων είναι φαγώσιμοι και μαγειρεύονται σε πολλές χώρες του κόσμου. Στην ελληνική γλώσσα οι μαγειρεμένοι όρχεις αναφέρονται συνήθως με το όνομα αμελέτητα.
Η λέξη χρησιμοποιείται σε διάφορες εκφράσεις όπως "γράφω κάτι ή κάποιον στα αρχίδια μου" (αδιαφορώ για κάποιον ή κάτι, το αγνοώ), "Μου πρήζει τα αρχίδια κάποιος ή κάτι" ή συντετμημένα "Μου τα πρήζει" (με ταλαιπωρεί, με παιδεύει), "Μου σπάει τα αρχίδια" (Με εκνευρίζει, μου σπάει τα νεύρα). Ο χαρακτηρισμός "αρχίδι" σε άνθρωπο αναφέρεται σε άνθρωπο ύπουλο και κακό.
Δείτε επίσης
Κρυψορχία
Παραπομπές
Πετρόπουλος, Ηλίας (1971). Καλιαρντά. Αθήνα: Νεφέλη. ISBN 960-211-159-3. Άλλα συνώνυμα είναι μπαλά, μπελέ και φλοκοντορβάρες
Άνθρωπος, Ανατομία, Φυσιολογία
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License