.
Ο Φαέθων με κόκκινη ουρά είναι θαλάσσιο πελαγικό πτηνό της οικογενείας των Φαεθοντιδών. Απαντά στις τροπικές θάλασσες του Ειρηνικού και του Ινδικού. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Phaethon rubricauda και περιλαμβάνει 4 υποείδη.[2][3]
Φαέθων με κόκκινη ουρά | ||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
|
||||||||||||||
Κατάσταση διατήρησης | ||||||||||||||
Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1) |
||||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||
|
||||||||||||||
Διώνυμο | ||||||||||||||
Phaethon rubricauda (Φαέθων ο ερυθρόουρος) [ii] Boddaert, 1783 |
||||||||||||||
Υποείδη | ||||||||||||||
Phaethon rubricauda melanorhynchos |
Ο φαέθων με κόκκινη ουρά αποτελεί ένα από τα τρία είδη του γένους Φαέθων, κομψών σε εμφάνιση πελαγικών πτηνών που περιπλανώνται στις τροπικές θάλασσες των μεγάλων ωκεανών και έρχονται στην στεριά μόνο για να φωλιάσουν.
Κύρια διαγνωστικά στοιχεία
Κόκκινο ράμφος, ουρά με κόκκινα επιμηκυσμένα κεντρικά πηδαλιώδη φτερά [ii]
Τάση πληθυσμού
Σταθερή → [4]
Ονοματολογία
Κύριο λήμμα: Φαέθων (πτηνό)
Ο λατινικός όρος rubricauda στην επιστημονική ονομασία του είδους προέρχεται από τα επί μέρους συνθετικά rūber «ερυθρός» + cauda «εξάρτημα που κρέμεται στο πίσω μέρος, ουρά», με σαφή σημασία που παραπέμπει στα χαρακτηριστικά κόκκινα φτερά της ουράς του πτηνού. [5] [ii]
Στην κυριολεξία, ο όρος rubricauda σημαίνει «κόκκινο εξάρτημα που κρέμεται στο πίσω μέρος» και, στην περίπτωση του πτηνού, αντικατοπρίζει απολύτως την πραγματικότητα διότι, μόνον τα κεντρικά φτερά είναι κόκκινα και, όχι ολόκληρη η ουρά. Ωστόσο, έχει επικρατήσει η απόδοση «ουρά» στα επί μέρους λατινικά συνθετικά που την περιλαμβάνουν (βλ. και Φαέθων με λευκή ουρά). [ii]
Η γενική αγγλική ονομασία για τα 3 μέλη του γένους είναι tropicbirds «πουλιά των τροπικών», με σαφή αναφορά στα -μεσαία- γεωγραφικά πλάτη όπου απαντούν. Στην παλαιά βιβλιογραφία κατονομάζονται ως boatswains «λοστρόμοι», λόγω των δυνατών σφυριγμάτων που αρθρώνουν. [6] Η ονομασία Red-tailed tropicbird για το είδος έχει την ίδια αναφορά με την λατινική.
Στην γλώσσα των Μάορι, το πτηνό αποκαλείται amokura. Επίσης, atavaké, tawake και ko’ae ’Ula , από την ίδια περιοχή (Νέα Ζηλανδία). [7]
Συστηματική Ταξινομική
Κύριο λήμμα: Φαέθων (πτηνό)
Το είδος περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Ολλανδό φυσικό και φυσιοδίφη Πίτερ Μπόντ(α)ερτ (Pieter Boddaert, 1730-1795), από τον Μαυρίκιο, το 1783, ως Phaeton (sic) rubricauda. [8] [9]
Γεωγραφική κατανομή υποειδών
Ο φαέθων με κόκκινη ουρά περιπλανιέται στις θερμές, τροπικές θάλασσες του Ειρηνικού και του Ινδικού, ενώ απουσιάζει από τον Ατλαντικό Ωκεανό. Απαντά κυρίως στον ΝΚ. Ινδικό Ωκεανό, από τις αφρικανικές ακτές και ανατολικότερα, προς τις Σευχέλλες και τον Μαυρίκιο, μέχρι τις απέναντι περιοχές της Δ. Αυστραλίας και της ΝΔ Ινδονησίας.
Στον Ειρηνικό, απαντά βόρεια του τροπικού του Καρκίνου και νότια του τροπικού του Αιγόκερω (40° εκατέρωθεν του ισημερινού), από τα νησιά νότια της Ιαπωνίας μέχρι την Νέα Καληδονία και Νέα Ζηλανδία και, ανατολικά, μέχρι την Γαλλική Πολυνησία, τα νησιά Μάρσαλ και την Χαβάη.
Τυχαίοι, περιπλανώμενοι επισκέπτες έχουν αναφερθεί, μεταξύ άλλων, από τα ανοιχτά στην Βραζιλία, τα Φίτζι, την Κένυα, το Περού και την Ταϊλάνδη.
Αρ. | Υποείδος | Περιοχές αναπαραγωγής (επιδημητικό ή/και καλοκαιρινός επισκέπτης) | Περιοχές μετακίνησης ή/και διαχείμασης | Σημειώσεις |
---|---|---|---|---|
1 | Phaethon rubricauda melanorhynchos | Ειρηνικός, από τα νησιά Χαβάη, Ογκασαβάρα και Ίβο Τζίμα και νοτιότερα μέχρι Μικρονησία, Βανουάτου και Νέα Καληδονία | ||
2 | Phaethon rubricauda roseotinctus | Ειρηνικός, από τα νησιά Ρέιν (Raine) στον Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο, Λορντ Χάου, Νόρφολκ και Κέρμαντεκ (Kermadec) | ||
3 | Phaethon rubricauda rubricauda | Δ Ινδικός (Μαυρίκιος και Σεϋχέλλες (Αλντάμπρα)) | ||
4 | Phaethon rubricauda westralis | Κ και Α Ινδικός (Νήσος Χριστουγέννων, Κόκος) |
Πηγές: [10][11][12]
Μορφολογία
Τα κεντρικά πηδαλιώδη φτερά του φαέθοντα με κόκκινη ουρά είναι εντυπωσιακά
Όπως όλα τα μέλη της οικογένειας, οι φαέθοντες με κόκκινη ουρά είναι όμορφα, κομψά πτηνά των τροπικών θαλασσών, που χαρακτηρίζονται από τα επιμηκυσμένα κεντρικά πηδαλιώδη φτερά της ουράς. Το χρώμα τους, σε αντίθεση με τον φαέθοντα με κόκκινο ράμφος είναι κόκκινο και το μήκος τους φθάνει και, σε μερικές περιπτώσεις, ξεπερνάει το συνολικό μήκος σώματος του πτηνού. Είναι λεπτότερα από εκείνα των άλλων ειδών, φθείρονται σχετικά γρήγορα και αντικαθίστανται. Το πτέρωμα των ενηλίκων ατόμων είναι χιονόλευκο στο κάτω μέρος, με κάποια σομόν απόχρωση, [13] ενώ το πάνω μέρος του σώματος έχει χαρακτηριστικές μαύρες ραβδώσεις, που φθάνουν μέχρι την περιοχή των ώμων και το ουροπύγιο. Επίσης, διακρίνεται μαύρη ημισεληνοειδής ταινία σε κάθε πλευρά του προσώπου, από την περιοχή των οφθαλμών μέχρι τον τράχηλο. Τα εξωτερικά στέγαστρα των πτερύγων και τα εσωτερικά δευτερεύοντα ερετικά είναι μαύρα, κάνοντας αντίθεση με την υπόλοιπη λευκή πτέρυγα.
Το ράμφος είναι μεγάλο, οξύληκτο, καμπυλωτό προς τα κάτω, με φωτεινό κόκκινο χρώμα. Η ουρά διαθέτει συνολικά 8 ζεύγη πηδαλιωδών φτερών, μαζί με τα επιμηκυσμένα κεντρικά. Οι ταρσοί είναι ανοικτόχρωμοι κυανοί, τα πόδια είναι μαύρα, ενώ τα τέσσερα δάκτυλα των ποδιών είναι συνδεδεμένα με μεμβράνη και, τοποθετημένα πολύ πίσω στο σώμα, καθιστώντας δύσκολο έως αδύνατο το περπάτημα, πολλές φορές μάλιστα, τα πουλιά αναγκάζονται να σέρνονται με την κοιλιά.
Στα ενήλικα άτομα δεν παρατηρείται κάποιος ιδιαίτερος φυλετικός διμορφισμός, αλλά τα νεαρά πουλιά έχουν λευκή άνω επιφάνεια με μαύρες λωρίδες και στίξεις, χωρίς την σομόν απόχρωση των ενηλίκων. Το ράμφος τους είναι μαύρο και, σταδιακά, γίνεται κίτρινο ή πορτοκαλί και τελικά, κόκκινο. Τα κεντρικά πηδαλιώδη φτερά είναι ελλιπώς ή καθόλου επιμηκυσμένα. [14]
Βιομετρικά στοιχεία
Μήκος σώματος (χωρίς τα κεντρικά πηδαλιώδη): 43 έως 50 εκατοστά
Μήκος ουράς μαζί με τα κεντρικά πηδαλιώδη: 28 έως 38 εκατοστά
Άνοιγμα πτερύγων: (95-) 99 έως 104 (-119) εκατοστά
Βάρος: 600-835 γραμμάρια
Τροφή
Κύριο λήμμα: Φαέθων (πτηνό)
Ηθολογία
Όπως όλοι οι φαέθοντες, ο φαέθων με κόκκινη ουρά είναι έντονα πελαγικό (pelagic) πτηνό, περνώντας το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην ανοικτή θάλασσα, όπου τρέφεται και αναπαύεται. Ωστόσο, φαίνεται ότι, αυτό το είδος, έχει ανεπτυγμένο το συγκεκριμένο ηθολογικό στοιχείο περισσότερο από τα άλλα δύο μέλη της οικογένειας και, επίσης, απομακρύνεται από την στεριά ακόμη περισσότερο από ό, τι εκείνα. [15] Αναπαράγεται, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, στις απομακρυσμένες κοραλλιογενείς ατόλες, κάτι που συμβάλλει στην ελαχιστοποίηση των απειλών από την ανθρώπινη παρουσία και τους ξενόφερτους θηρευτές, στοιχείο που υφίσταται στον φαέθοντα με κόκκινο ράμφος.
Αναπαραγωγή
Νεαρός φαέθων με κόκκινη ουρά (υποείδος P. a. rubricauda)
Οι φαέθοντες με κόκκινη ουρά είναι μονογαμικά πτηνά. Στο Νησί των Χριστουγέννων και την ατόλη Κούρε (Kure) τα ζευγάρια παραμένουν μαζί για αρκετές αναπαραγωγικές περιόδους. Η αναπαραγωγή γίνεται είτε μεμονωμένα είτε σε χαλαρές αποικίες, ενώ η θέση φωλιάσματος μπορεί να βρίσκεται στα 1-2 μ. από το επίπεδο της θάλασσας, έως τα 70 μ. Σε μερικά νησιά υπάρχουν μόνο μία ή δύο φωλιές του συγκεκριμένου φαέθοντα. Η ηλικία έναρξης της αναπαραγωγικής ικανότητας δεν είναι καλά μελετημένη. Η φωλιά είναι μια απλή κοιλότητα σε σπηλιές, σχισμές και γείσα βράχων. Το μοναδικό αβγό είναι ματ ανοιχτό καφέ και, εάν χαθεί, ακολουθεί δεύτερη ωοτοκία σε ένα με δύο μήνες.Η περίοδος επώασης είναι 41-48 ημέρες. [16]
Ο νεοσσός καλύπτεται ήδη με γκριζόλευκο χνούδι που έχει μήκος 2-5-3,5 εκ. Γεννιέται με κλειστούς οφθαλμούς, που ανοίγουν μετά από 2-3 ημέρες. Κατά την 1η εβδομάδα σιτίζεται από τον ένα γονέα, κατόπιν και από τους δύο, 1-2 φορές υην ημέρα. Η πτέρωση πραγματοποιείται στις 6 εβδομάδες, περίπου. [17]
Θηρευτές
Ανάμεσα στα αρπακτικά που θηρεύουν τον φαέθοντα με κόκκινη ουρά είναι ο αυστραλιανός αετός Haliaeetus leucogaster και ο ψαραετός, που λυμαίνονται τόσο τους νεοσσούς, όσο και τους ενήλικες. Ο γλάρος Chroicocephalus novaehollandiae και διάφορα κορακοειδή τρώνε τα αβγά και τους νεοσσούς. Στο νησί Νόρφολκ οι άγριες γάτες αποτελούν απειλή για το είδος αυτό, ενώ στο Νησί των Χριστουγέννων, εκτός από τι κατοικίδιες γάτες και οι σκύλοι σκοτώνουν, επίσης, αρκετά πουλιά. Στις ατόλες Αλντάμπρα, πιθανώς, να υπάρχουν απώλειες των νεοσσών από τα μεγάλα καβούρια του είδους Birgus latro. Τέλος, το θερμικό στρες από τις υψηλές θερμοκρασίες, είναι μία από τις κύριες αιτίες θανάτου σε κάποιες περιοχές. [18]
Απειλές
Κύριο λήμμα: Φαέθων (πτηνό)
Το είδος θηρεύτηκε εντατικά από τους ιθαγενείς Μάορι της Νέας Ζηλανδίας, διότι τα κόκκινα φτερά της ουράς του ήταν σημαντικό τρόπαιο, με μεγάλη οικονομική αξία, αν και είχε χρησιμοποιηθεί, κυρίως, ως πολύτιμο μέσο ανταλλαγής. Μάλιστα, λέγεται ότι οι ιθαγενείς έψαχναν συστηματικά την ακτή για περιπλανημένα πουλιά, μετά από τις σφοδρές ανατολικές θύελλες που έπλητταν την περιοχή, διότι πολύ σπάνια επισκέπτονταν την ηπειρωτική Νέα Ζηλανδία, υπό κανονικές συνθήκες. [19] Η συλλογή των αβγών ή το κυνήγι των πουλιών από τους ανθρώπους, δεν γίνονται συχνά αλλά, όπου συμβαίνουν, θεωρούνται οι πιο σημαντικές αιτίες θανάτου.
Ο ρυθμός αναπαραγωγής του είδους δεν είναι υψηλός με, μόλις, 46%-50% των νεοσσών να φθάνει στην πτέρωση. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια του Ελ Νίνιο διακόπτεται η αναπαραγωγή, κάτι που πιθανώς οφείλεται στο γεγονός ότι η θερμοκρασία της επιφάνειας των νερών αυξάνεται και τα ψάρια -με τα οποία τρέφονται τα πουλιά- αποτυγχάνουν να αναπαραχθούν. Οι έντονες βροχοπτώσεις, συμβάλλουν επίσης στην έλλειψη αναπαραγωγικής επιτυχίας. [20]
Κατάσταση πληθυσμού
Ο φαέθων με κόκκινη ουρά χωρίς να έχει ιδιαίτερα μεγάλο φάσμα κατανομής και μεγάλους πληθυσμούς, χαρακτηρίζεται ως Ελαχίστης Ανησυχίας (LC) από την IUCN. Η τάση των πληθυσμών του είναι σταθερή, κυρίως λόγω του απροσίτου των περιοχών όπου περιπλανάται. Ωστόσο ο καταγεγραμμένος αναπαραγωγικός πληθυσμός στα νησιά νότια της Ιαπωνίας, δεν ξεπερνά τα 100 ζευγάρια. [21]
Σημειώσεις
i. ^ Η κλίση του ουσιαστικού είναι: ο Φαέθων, του Φαέθον-τ-ος [22] και όχι, του Φαέθον-ος, όπως λανθασμένα καταγράφεται σε κάποια συγγράματα, διότι προέρχεται από την μετοχή φαέθων του ρήματος φαέθω (βλ. Ονοματολογία). Αυτό φαίνεται και από την οικογένεια του πτηνού, Φαεθοντίδες και, όχι Φαεθονίδες, όπως θα ήταν στην άλλη περίπτωση.
ii. ^ Ο όρος ερυθρόουρος δεν αποδίδει πιστά την λατινική λέξη rubricauda, αλλά χρησιμοποιείται καταχρηστικά ελλείψει άλλης μονολεκτικής απόδοσης.
Παραπομπές
Howard and Moore, p. 88
Howard and Moore, p. 88-89
http://www.itis.gov/servlet/SingleRpt/SingleRpt?search_topic=TSN&search_value=174679
http://www.iucnredlist.org/details/full/22696641/0
Valpy
Green
nzbirds.com
Howard and Moore, p. 88
http://ibc.lynxeds.com/species/red-tailed-tropicbird-phaethon-rubricauda
Howard and Moore, p. 88
http://maps.iucnredlist.org/map.html?id=22696641
http://ibc.lynxeds.com/species/red-tailed-tropicbird-phaethon-rubricauda
Best
Higgins
nzbirds.com
Higgins
Higgins
Higgins
Best
Higgins
http://www.iucnredlist.org/details/22696641/0
ΠΛ, 12:661
Πηγές
IUCN. 2014. The IUCN Red List of Threatened Species. Version 2014.2. Available at: www.iucnredlist.org.
Πάπυρος Λαρούς, εκδ. 1963 (ΠΛ)
Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, εκδ. 1996 (ΠΛΜ)
Best, Eldson, Forest Lore of the Maori, 1942
Bourdon, E. et al. (2005) Earliest African neornithine bird: A new species of Prophaethontidae (Aves) from the Paleocene of Morocco. J. Vertebr. Paleontol., 25(1):157-170.
Brazil, M. 2009. Birds of East Asia: eastern China, Taiwan, Korea, Japan, eastern Russia. Christopher Helm, London.
del Hoyo, J.; Elliot, A.; Sargatal, J. 1992. Handbook of the Birds of the World, vol. 1: Ostrich to Ducks. Lynx Edicions, Barcelona, Spain.
Ericson, G.P. et al. (2006) Diversification of Neoaves: integration of molecular sequence data and fossils. Biol Lett., 2(4):543–547.
Fain, M.G. & Houde, P. (2004) Parallel radiations in the primary clades of birds. Evolution, 58(11):2558-73.
Fishpool, L. D. C.; Evans, M. I. 2001. Important Bird Areas in Africa and associated islands: priority sites for conservation. Pisces Publications and BirdLife International, Newbury and Cambridge.
Green, J.F. (1887). Ocean Birds. London: R.H. Porter. p. 52.
Guthrie-Smith, H., Sorrow and Joys of a New Zealand. Naturalist, 1936
Hackett, S. et al. (2008) A Phylogenomic Study of Birds Reveals Their Evolutionary History. Science, 320(5884):1763-1768.
Higgins, P. J. : Handbook of Australian, New Zealand & Antarctic Birds, Band 1, Ratites to Ducks, Oxford University Press, Oxford 1990, ISBN 0-19-553068-3
Lee, D. S.; Walsh-McGehe, M. 2000. Population estimates, conservation concerns and management of Tropicbirds in the western Atlantic. Caribbean Journal of Science 36: 267-279
Mayr, G. (2003) The phylogenetic affinities of the Shoebill (Balaeniceps rex). Journal für Ornithologie, 144(2):157-175.
Naish, D. (2012). "Birds." Pp. 379-423 in Brett-Surman, M.K., Holtz, T.R., and Farlow, J. O. (eds.), The Complete Dinosaur (Second Edition). Indiana University Press (Bloomington & Indianapolis).
Schreiber, E.A. (1991). Forshaw, Joseph, ed. Encyclopaedia of Animals: Birds. London: Merehurst Press. p. 63. ISBN 1-85391-186-0.
Valpy, Francis Edwad Jackson. An Etymological Dictionary of the Latin Language
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License