.
Κωνοφόρο γυμνόσπερμο φυτό η Άρκευθος (επιστ. ονομασία Juniperus)[1] είναι γένος που ανήκει στην τάξη των Πευκωδών και στην οικογένεια των Κυπαρισσίδων με 60 είδη αρωματικών αειθαλών δέντρων ή θάμνων. Είναι γνωστή στην Ελλάδα και με τις ονομασίες γιουνίπερος και κέδρος, ενώ στην Κύπρο φέρει την ονομασία αόρατος.
Άρκευθος η οξύκεδρος
Άρκευθος | ||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
|
||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||
|
||||||||||||
Είδη | ||||||||||||
Δείτε κείμενο |
Χαρακτηριστικά
Οι Άρκευθοι έχουν δύο ειδών φύλλα, βελονοειδή και μυτερά και διατάσσονται ανά δύο ή τρία. Ορισμένα είδη έχουν μικρά φύλλα με λέπια. Το ξύλο τους υφίσταται εύκολα κατεργασία, ενώ είναι εξαιρετικά ανθεκτικό στους μύκητες και στις επιθέσεις των εντόμων. Χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία και στην οικοδομική βιομηχανία.
Χρήσεις
Από μερικά είδη βγαίνει έλαιο που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία καθώς και στη φαρμακευτική. Οι αποξηραμένοι καρποί ορισμένων ειδών χρησιμοποιούνται στην Αυστρία και Γερμανία ως καρύκευμα στη μαγειρική. Πιστεύεται ότι η άρκευθος έχει αντισηπτικές, αντιμικροβιακές, αντιφλεγμονώδεις, αντιρρευματικές και στομαχικές ιδιότητες λόγω του πτητικού ελαίου που περιέχουν οι καρποί. Αυτό το έλαιο έχει τερπένια, ζάχαρη, πίσσα, τανίνες και ρητίνη. Επίσης περιέχει το φλαβονοειδές αμεντοφλαβόνη που φέρεται να δρα κατά ιών όπως ο ιός του έρπητα. Η ρητίνη θεωρείται ευεργετική για το δέρμα ως μέσο κατά της ψωρίασης. Χρησιμοποιήθηκε κατά μολύνσεων, κατά της χρόνιας αρθρίτιδας, της κατακράτησης υγρών, μερικών νεφροπαθειών, της καούρας και της δυσπεψίας. Η άρκευθος είναι ένα ισχυρό διουρητικό γι΄ αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά ουρικών μολύνσεων. Στην αρχαιότητα οι Έλληνες κατανάλωναν τους καρπούς της αρκεύθου γιατί πίστευαν ότι μπορούν να αυξήσουν τη φυσική δύναμη. Το είδος Άρκευθος η σινική (Juniperus chinensis) χρησιμοποιείται ευρέως ως καλλωπιστικό και είναι ένα από τα δημοφιλέστερα είδη για την τεχνική μπονσάι. Η άρκευθος (γιουνίπερος) ποικιλία shimpaku, είναι νάνα ποικιλία της αρκεύθου της σινικής (Juniperus chinensis). Ανήκει στα κωνοφόρα, στην οικογένεια των κυπαρισσοειδών και είναι ένας βραδέως αναπτυσσόμενος θάμνος που στην τελική του ανάπτυξη μέσα σε μια δεκαετία φτάνει σε ύψος το 1 μέτρο και σε πλάτος 1.5 μέτρο. Το φύλλωμά του μικρό με λέπια και οι βελόνες του μαλακές στην αφή, ο shimpaku έχει χρωματισμό που ποικίλει απο γκριζωπό πράσινο έως βαθύ πράσινο όλο τον χρόνο. Είναι δέντρο ιθαγενές των νησιών της Ιαπωνίας και της χερσονήσου Σαχαλίνης. Το βοτανικό του όνομα είναι "miyama-biyakushin". Ο shimpaku χρησιμοποιείται ευρέως λόγω του μεγέθους, του ελκυστικού φυλλώματος και του σχήματος του κορμού του στους βραχόκηπους και ως υλικό για τη δημιουργία μπονσάι καθιστώντας τον το δημοφιλέστερο δέντρο στην κοινότητα των μπονσάι. Οι άρκευθοι αυτοί, με χαρακτηριστικό τα νεκρά τμήματα του κορμού τους, τα αποκαλούμενα "jin" και "shari", συγκαταλέγονται στα ομορφότερα παγκοσμίου εμβέλειας μπονσάι. O γιουνίπερος Shimpaku προτιμά τα βραχώδη εδάφη, που διακρίνονται για την ξηρότητά τους. Το φύλλωμα του είναι βελονοειδές και ο καρπός του είναι ένα μικρό, σκληρό, μπλε φρούτο που μοιάζει με μούρο.
Είδη
Τα σπουδαιότερα είδη μερικά εκ των οποίων φύονται και στην Ελλάδα είναι:
- Άρκευθος η κοινή (Juniperus communis). Αγριοκυπαρίσσι. Μικρό δέντρο που βρίσκεται στην Ήπειρο, Αττική, Μακεδονία, Θεσσαλία και στα νησιά του Αιγαίου . Το ξύλο του είναι ανθεκτικό, δεν σαπίζει και χρησιμοποιείται στην κατασκευή μολυβιών και διάφορων εργαλείων. Οι καρποί του έχουν γεύση πικάντικη, ελαφρώς πικρή με ευχάριστο άρωμα και χρησιμοποιούνται στον αρωματισμό κυρίως των αλκοολούχων ποτών π.χ. τζιν. Χρησιμοποιούνται επίσης στη μαγειρική για αρωματισμό διαφόρων σαλτσών και στη φαρμακευτική ως διουρητικό. Χρησιμοποιούμενα μέρη του φυτού είναι οι αποξηραμένοι καρποί, ο φλοιός, μερικές φορές και το ξυλώδες μέρος και οι βλαστοί με τα φύλλα. Οι καρποί περιέχουν αιθέρια έλαια τα οποία δρουν ως διουρητικά. Διεγείρουν την έκκριση των γαστρικών υγρών. Οι καρποί είναι πιο δραστικοί από τα άλλα μέρη του φυτού. Χρησιμοποιείται σε νεφρικές παθήσεις ως διουρητικό και σε παθήσεις της ουροδόχου κύστης. Επίσης ενδείκνυται στη θεραπεία ρευματισμών, αυξάνει την όρεξη και δρα ως καθαρκτικό.[2]
- Άρκευθος η μακρόκαρπος (Juniperus macrocarpa). Δέντρα με ύψος 10 περίπου μέτρων, πλούσιου φυλλώματος. Το ξύλο τους καλής ποιότητας χρησιμοποιείται στην κατασκευή επίπλων.
- Άρκευθος η οξύκεδρος, Κέδρο ή αγριόκεδρο (Juniperus oxycedrus ). Μικρό δέντρο ή θάμνος με πολλά κλαδιά και διακλαδισμένους βλαστούς. Φτάνει τα 6 μέτρα ύψος και βρίσκεται σχεδόν σε όλη την Ελλάδα.
- Άρκευθος η νανοφυής (Juniperus nana). Δέντρο μικρού ύψους, βρίσκεται στις περιοχές του Αγίου Όρους και στον Παρνασσό.
- Άρκευθος η φοινικική (Juniperus phoenicea). Μεγάλος θάμνος ή μικρό δέντρο που φτάνει τα 10 μέτρα σε ύψος και με διάμετρο κορμού μέχρι το ένα μέτρο. Έχει κωνική ή ακανόνιστη κόμη και κορμό που διακλαδίζεται από τη βάση. Τα κλαδιά του είναι πυκνά με κυλινδρικούς κλαδίσκους και φλοιό καστανό σκούρο. Τα φύλλα είναι δύο ειδών, στα νεαρά δέντρα είναι βελονόμορφα, οξύκορφα ενώ στα ενήλικα άτομα είναι λεπιοειδή. Ο καρπός είναι συνήθως σφαιρικός με διάμετρο 6 – 14 χιλιοστά, ερυθροκαστανός, γυαλιστερός, με αμυδρό επίχρισμα και ωριμάζει σε 18 μήνες περίπου. Αυτό το είδος είναι συχνά κυρίαρχο δασικό είδος στα δάση της Μεσογείου, κυρίως σε παράλιες περιοχές με ήπιο κλίμα. Σχηματίζει αμιγείς ομάδες ή συστάδες. Μερικά τμήματα του φυτού χρησιμοποιούνται στη χημική και φαρμακευτική βιομηχανία λόγω των σημαντικών οργανικών και ανόργανων συστατικών τους. Το είδος αυτό της αρκεύθου χρησιμοποιείται για την παρεμπόδιση της εδαφικής διάβρωσης και ως καλλωπιστικό σε πάρκα και κήπους. Φύεται σε διάφορους τύπους εδάφους αλλά προτιμά τα αμμώδη και αργιλώδη , τα αλκαλικά και ρηχά εδάφη. Αναπτύσσεται ακόμη και σε πολύ φτωχά εδάφη όπου άλλα δασικά είδη δεν μπορούν να αναπτυχθούν. Οι ηλιόλουστες πλαγιές είναι ιδανικές για το είδος αυτό φτάνει το έδαφος να αποστραγγίζεται καλά. Είναι ευάλωτο στο ψύχος, κυρίως στη νεαρή ηλικία.
- Άρκευθος η υψικάρηνος (Juniperus excelsa). Μοιάζει πολύ με την δυσοσμοτάτη αλλά έχει λεπτότερους βλαστούς. Είναι ολόισιο ψηλό δέντρο μέχρι και 20 μέτρα. Είναι είδος της Βαλκανικής Χερσονήσου, Μικράς Ασίας, Κύπρου, δυτικής Συρίας, Ιράν και Αφγανιστάν [3]. Στην Ελλάδα απαντά σε μικτά δάση στα βουνά της Μακεδονίας και στα νησιά Θάσο, Σαμοθράκη, Λέσβο, Εύβοια, Σάμο, Κρήτη, Σύρο, Κάρπαθο.
- Άρκευθος η δυσοσμοτάτη (Juniperus foeditissima). Φέρει καρπούς σφαιρικούς, μαύρους με γαλανό επίχρισμα. Είναι δέντρο ή θάμνος που μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 17 μέτρα σε ύψος, έχει ευθυτενή κορμό και κωνική κόμη. Είναι ψυχρόβιο είδος και απαντά στη ζώνη της ελάτης μέχρι την αλπική. Η περιοχή εξάπολωσής του εκτείνεται από τη Βαλκανική Χερσόνησο μέχρι τα βουνά της Ανατολικής Μεσογείου, Μικράς Ασίας και την Αρμενία.
- Άρκευθος η δρυπηφόρος (Juniperus drupacea).[4] Αναφέρεται επίσης και ως Άρκευθος η δρυπώδης. Φύεται σε βραχώδεις περιοχές σε υψόμετρο από 800 μέχρι 1700 μέτρα. Απαντά στην ανατολική Μεσόγειο (νότιες περιοχές της Τουρκίας και της Ελλάδας, Συρία, Λίβανος). Είναι το ψηλότερο είδος αρκεύθου και μπορεί να φτάσει και τα 40 μέτρα. Ο κορμός του έχει διάμετρο 1-2 μέτρα. Έχει πράσινα βελονοειδή φύλλα σε σπονδύλους των τριών. Οι βελόνες έχουν μήκος 5-25 χιλ. και πλάτος 2-3 χιλ. στα οποία διακρίνεται μια διπλή λευκή ζώνη χωρισμένη από ένα πράσινο νεύρο. Αυτό το είδος έχει τους μεγαλύτερους κώνους μεταξύ όλων των ειδών αρκεύθου. Οι καρποί του είναι ωοειδείς μέχρι σφαιρικοί, μήκους περί τα 25 χιλ. και διαμέτρου περί τα 20 χιλ. στην αρχή πράσινοι και όταν ωριμάσουν σε 25 περίπου μήνες αποκτούν ένα βαθύ μωβ μέχρι καφέ χρώμα και είναι καλυμμένοι με ένα γαλαζωπό κηρώδες επίχρισμα. Κάθε καρπός έχει έξι ή εννέα λέπια σε ομάδες των 2-3. Το κάθε λέπι έχει ελαφρά ανασηκωμένη κορυφή. Καθένα από τα τρία λέπια περικλείει ένα σπέρμα αλλά και τα τρία καλύπτονται από ένα ενιαίο κέλυφος που μοιάζει με καρύδι. Σ΄ αυτή την ομοιότητα του καρπού με δρύπη οφείλεται και η ονομασία του φυτού.
Παραπομπές
Λεξικόν φυτολογικόν περιλαμβάνον το ονόματα, την ιθαγένειαν και τον βίον υπερδεκακισχιλίων φυτών, εν οις και τα λόγω χρησιμότητος ή κόσμου καλλιεργούμενα, των οποίων περιγράφονται και η ιστορία, η καλλιέργεια, τα προιόντα και αι νόσοι. Π.Γ. Γεννάδιος, Αθήνα 1914.
Hans Flück. Medicinal plants and their uses. 1941.
Αραμπατζής, Θ. (1998). Θάμνοι και Δέντρα στην Ελλάδα, Τόμος Ι. Δράμα: Οικολογική Κίνηση Δράμας, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Καβάλας, σελ. 63-69. ISBN 960-85951-2-6.
http://www.theplantlist.org/tpl/record/kew-2646856
Πηγές
Λεξικόν φυτολογικόν περιλαμβάνον το ονόματα, την ιθαγένειαν και τον βίον υπερδεκακισχιλίων φυτών, εν οις και τα λόγω χρησιμότητος ή κόσμου καλλιεργούμενα, των οποίων περιγράφονται και η ιστορία, η καλλιέργεια, τα προιόντα και αι νόσοι. Π.Γ. Γεννάδιος, Αθήνα 1914.
http://www.gothassos.com/gr/arkeuthos.htm
http://nefeli.lib.teicrete.gr/browse/steg/theka/2009/SfakakisDimitrios/attached-document/Sfakakis2009.pdf
http://www.votanokipos.com/index.php?option=com_content&view=article&id=142:juniperus-foetidissima&catid=40:2008-11-13-20-27-57&Itemid=80
http://library.bonsaiforum.gr/index.php/evergreen/trees-evergreen_a-k/juniper/shimpaku.html Ελληνική Βιβλιοθήκη για τα Μπονσάι.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License