ART

 

.

Η Αλόη (Aloe ή Aloë) είναι ένα γένος που περιλαμβάνει πάνω από 500 είδη ανθοφόρων, χυμωδών φυτών.[4] Το ευρύτερα γνωστό είδος είναι η Αλόη η γνησία (Aloe vera) και ονομάζεται έτσι επειδή, αν και πιθανώς εξαφανισμένη από την άγρια ​​φύση, καλλιεργείται ως η βασική πηγή της λεγόμενης "αληθινής Αλόης" για διαφόρων ειδών φαρμακευτικούς σκοπούς.[5] Άλλα είδη, όπως η Αλόη η θηριώδης (Aloe ferox), επίσης καλλιεργείται ή συλλέγεται από την άγρια φύση ​​για παρόμοιες εφαρμογές.

Το σύστημα APG III (2009), τοποθετεί το γένος στην οικογένεια Ξανθορροιοειδή (Xanthorrhoeaceae), στην υποοικογένεια Ασφοδελοειδή (Asphodeloideae).[6] Στο παρελθόν, είχε προσδιορισθεί στην οικογένεια Aloaceae (τώρα περιλαμβάνεται στα Xanthorrhoeaceae) ή σε γενικές γραμμές στο περίγραμμα της οικογένειας των λειριοειδών (Liliaceae). Το φυτό Αγαύη η αμερικανική (Agave americana), που μερικές φορές ονομάζεται «Αμερικανική αλόη», ανήκει στην υποιοκογένεια Ασφοδελοειδή (Asphodeloideae).

Το γένος είναι εγγενές στην τροπική και νότια Αφρική, στη Μαδαγασκάρη, στην Ιορδανία, στην Αραβική Χερσόνησο και σε διάφορα νησιά του Ινδικού Ωκεανού (Μαυρίκιος, Ρεϋνιόν, Κομόρες κ.ά.). Λίγα είδη έχουν επίσης εγκλιματιστεί σε άλλες περιοχές (Μεσόγειος, Ινδία, Αυστραλία, Βόρεια και Νότια Αμερική κλπ.).[2]

Περιγραφή

Τα περισσότερα είδη αλόης έχουν μια ροζέτα από μεγάλα, παχιά, σαρκώδη φύλλα. Τα άνθη της αλόης είναι σωληνοειδή, συχνά κίτρινα, πορτοκαλί, ροζ, ή κόκκινα, και βαρύνουν, συγκεντρωμένα πυκνά και κρεμάμενα, στην κορυφή του απλά ή διακλαδισμένα, άνευ φύλλων μίσχους. Πολλά είδη της αλόης φαίνονται να είναι άκαυλα (χωρίς ποδίσκο), με τη ροζέτα να αναπτύσσεται άμεσα στο επίπεδο του εδάφους, άλλες ποικιλίες μπορεί να έχουν διακλαδισμένο ή μη διακλαδισμένο στέλεχος από το οποίο ξεπηδούν τα σαρκώδη φύλλα. Ποικίλλουν σε χρώμα από το γκρι μέχρι το φωτεινό πράσινο και είναι μερικές φορές ραβδωτά ή διάστικτα. Μερικά είδη αλόης, εγγενή στη Νότια Αφρική είναι δεντρόμορφα (δενδρώδη).[7]
Συστηματική

Το σύστημα APG III (2009), τοποθετεί το γένος στην οικογένεια Ξανθορροιοειδή (Xanthorrhoeaceae), στην υποοικογένεια Ασφοδελοειδή (Asphodeloideae).[6] Στο παρελθόν είχε προσδιορισθεί στην οικογένεια των λειριοειδών (Liliaceae) και Aloeaceae, καθώς και στην οικογένεια Asphodelaceae, πριν αυτό συγχωνευθεί στην Ξανθορροιοειδή (Xanthorrhoeaceae).

Το περίγραμμα του γένους ποικίλει ευρέως. Πολλά γένη, όπως τα Lomatophyllum,[8] έχουν τεθεί σε συνωνυμία. Είδη που κάποτε ήταν τοποθετημένα στην αλόη, όπως η Agave americana, έχουν μετακινηθεί σε άλλα γένη.[9]


Είδη

Πάνω από 500 είδη είναι δεκτά στο γένος αλόη, συν ακόμα περισσότερα συνώνυμα και ανεπίλυτα είδη, υποείδη, ποικιλίες και υβρίδια. Μερικά από τα αποδεκτά είδη είναι:[4]

Aloe aculeata Pole-Evans
Αλόη η αφρικανική (Aloe africana) Mill.
Aloe albida (Stapf) Reynolds
Aloe albiflora Guillaumin
Αλόη η δενδροειδής (Aloe arborescens) Mill.
Aloe arenicola Reynolds
Aloe argenticauda Merxm. & Giess
Αλόη η αθερώδης (Aloe aristata) Haw.
Aloe bakeri Scott-Elliot
Aloe ballii Reynolds
Aloe ballyi Reynolds
Aloe barberae Dyer
Αλόη η βραχύφυλλος (Aloe brevifolia) Mill.
Aloe broomii Schönland
Aloe buettneri A.Berger
Aloe camperi Schweinf.
Αλόη η κεφαλωτή (Aloe capitata) Baker
Αλόη η βλεφαροειδής (Aloe ciliaris) Haw.
Αλόη η σύμμικτος (Aloe commixta) A.Berger
Αλόη η εύκομος (Aloe comosa) Marloth & A.Berger
Αλόη η κοράλλινος (Aloe corallina) Verd.
Αλόη η επικλινής (Aloe decumbens) (Reynolds) van Jaarsv.
Aloe dewinteri Giess ex Borman & Hardy
Αλόη η διχοτόμος (Aloe dichotoma) Masson
Aloe dinteri A.Berger
Αλόη η έξοχος (Aloe eminens) Reynolds & Bally
Aloe erinacea D.S.Hardy
Αλόη η υψηλή (Aloe excelsa) A.Berger
Αλόη η θηριώδης (Aloe ferox) Mill.
Aloe forbesii Balf.f.
Αλόη η ισχνή (Aloe gracilis) Haw.
Aloe haemanthifolia Marloth & A.Berger
Aloe helenae Danguy
Aloe hereroensis Engl.
Αλόη η άοπλος (Aloe inermis) Forssk.
Aloe inyangensis Christian
Aloe jawiyon S.J.Christie, D.P.Hannon & Oakman ex A.G.Mill.
Aloe jucunda Reynolds
Aloe juddii van Jaarsv.
Aloe khamiesensis Pillans
Aloe kilifiensis Christian
Αλόη η κηλιδωτή (Aloe maculata) All.
Aloe marlothii A.Berger
Aloe namibensis Giess
Aloe nyeriensis Christian & I.Verd.
Aloe pearsonii Schönland
Αλόη η πεγλέρειος (Aloe peglerae) Schönland
Αλόη η διάτρητος (Aloe perfoliata) L.
Αλόη η πέρρειος (Aloe perryi) Baker
Αλόη η πετρόβιος (Aloe petricola) Pole-Evans
Aloe pillansii L.Guthrie
Αλόη η πτυκτή (Aloe plicatilis) (L.) Mill.
Αλόη η πολύφυλλος (Aloe polyphylla) Pillans
Αλόη η πολυκλαδής (Aloe ramosissima) Pillans
Aloe rauhii Reynolds
Aloe reynoldsii Letty
Aloe scobinifolia Reynolds & Bally
Aloe sinkatana Reynolds
Aloe sladeniana Pole-Evans
Aloe squarrosa Baker ex Balf.f.
Aloe striata Haw.
Αλόη η ραβδωτή (Aloe striatula) Haw.
Αλόη η σοκορτιανή (Aloe succotrina) Lam.
Aloe suzannae Decary
Aloe tenuior Haw.
Aloe thraskii Baker
Αλόη η ποικιλόχρους (Aloe variegata) L.
Αλόη η γνησία (Aloe vera) (L.) Burm.f.
Αλόη η χλωρανθής (Aloe viridiflora) Reynolds
Aloe wildii (Reynolds) Reynolds

Εκτός από τα είδη και τα υβρίδια μεταξύ των ειδών εντός του γένους, αρκετά υβρίδια με άλλα γένη έχουν δημιουργηθεί στην καλλιέργεια, όπως μεταξύ της αλόης και της Γαστερίας (Gasteria) (×Gasteraloe) και μεταξύ της αλόης και της Αστρολόβου (Astroloba) (×Aloloba).
Χρήσεις
Παχύφυτα όπως η αλόη, αποθηκεύουν το νερό στα διευρυμένα σαρκώδη φύλλα τους, τους μίσχους ή τις ρίζες, όπως φαίνεται σε αυτό το σχισμένο φύλλο αλόης. Αυτό τους επιτρέπει να επιβιώνουν σε άνυδρα περιβάλλοντα.
Φυτό Aloe vossii.

Τα είδη αλόης συχνά καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά φυτά, τόσο σε κήπους όσο και σε γλάστρες. Πολλά είδη αλόης είναι πολύ διακοσμητικά και αποτιμώνται από τους συλλέκτες των παχύφυτων. Η αλόη βέρα έχει χρησιμοποιηθεί από τον άνθρωπο, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά και φέρεται να έχει κάποιες ιατρικές επιδράσεις, οι οποίες έχουν υποστηριχθεί από την επιστημονική και την ιατρική έρευνα.[5] Μπορούν επίσης να γίνουν σε τύπους ειδικών σαπουνιών.
Ιστορικές χρήσεις

Η ιστορική χρήση των διαφόρων ειδών αλόης είναι καλά τεκμηριωμένη. Η τεκμηρίωση της κλινικής αποτελεσματικότητας είναι διαθέσιμη, αν και σχετικά περιορισμένη.[5][10]

Από τα 500+ είδη, λίγα μόνο χρησιμοποιούνται παραδοσιακά ως φυτικά φάρμακα, με την Αλόη τη γνησία (Aloe vera) και πάλι είναι από τα πλέον χρησιμοποιούμενα είδη. Περιλαμβάνονται επίσης τα είδη Α. η πέρρειος (Α. perryi) και Α. η θηριώδης (Α. ferox). Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν την Αλόη τη γνησία για τη θεραπεία των πληγών. Κατά τον Μεσαίωνα, το κιτρινωπό υγρό που βρίσκεται μέσα στα φύλλα, προτιμήθηκε ως καθαρτικό. Η μη επεξεργασμένη αλόη που περιέχει αλοΐνη, χρησιμοποιείται γενικά ως καθαρτικό, ενώ ο επεξεργασμένος χυμός, συνήθως δεν περιέχει σημαντική ποσότητα αλοΐνης.

Ορισμένα είδη, ιδιαίτερα η Αλόη η γνησία, χρησιμοποιείται στην εναλλακτική ιατρική και τις πρώτες βοήθειες. Τόσο ο ημιδιαφανής εσωτερικός πολτός όσο και η ρητινώδης κίτρινη αλοΐνη από τον τραυματισμό του φυτού αλόης, χρησιμοποιούνται εξωτερικά για την ανακούφιση δερματικών ενοχλήσεων. Ως φυτικό φάρμακο, ο χυμός της Αλόης της γνησίας, συνήθως χρησιμοποιείται εσωτερικά για την ανακούφιση της πεπτικής δυσφορίας.[11][12]

Έχουν διεξαχθεί σχετικά λίγες μελέτες, αναφορικά με τα πιθανά οφέλη του ζελέ της αλόης που λαμβάνεται εσωτερικά. Τα συστατικά της αλόης έχουν δείξει σε μελέτες σε ζώα, τη δυνατότητα αναστολής της ανάπτυξης όγκου, αλλά τα αποτελέσματα αυτά δεν έχουν αποδειχθεί κλινικά σε ανθρώπους.[13] Ορισμένες μελέτες σε ζωικά μοντέλα, δείχνουν ότι τα εκχυλίσματα της αλόης, έχουν σημαντική αντιυπεργλυκαιμική δράση και μπορεί να είναι χρήσιμη για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου II, αλλά οι μελέτες αυτές δεν έχουν επιβεβαιωθεί σε ανθρώπους.[14]

Σύμφωνα με το Ερευνητικό Κέντρο Καρκίνου στο ΗΒ (Cancer Research UK), ένα δυνητικά θανατηφόρο προϊόν που ονομάζεται T-UP, είναι κατασκευασμένο από συμπυκνωμένη αλόη και προωθείται ως θεραπεία του καρκίνου. Λένε ότι δεν υπάρχει σήμερα καμία απόδειξη ότι τα προϊόντα αλόης μπορούν να βοηθήσουν στην πρόληψη ή τη θεραπεία του καρκίνου στον άνθρωπο.[15]
Η Αλοΐνη ως καθαρτικό προϊόν

Στις 9 Μαΐου 2002, η Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων εξέδωσε μια τελική εντολή που απαγόρευε τη χρήση της αλοΐνης, του κίτρινου χυμού των φυτών αλόης, για χρήση ως καθαρτικού συστατικού, σε πάνω από τον πάγκο (over-the-counter (OTC)) φαρμακευτικά προϊόντα.[16] Οι περισσότεροι χυμοί αλόης, σήμερα, δεν περιέχουν σημαντική ποσότητα αλοΐνης.


Χημικές ιδιότητες

Σύμφωνα με τον W. A. Shenstone, αναγνωρίζονται δύο κλάσεις αλοϊνών (aloins): (1) οι nataloins, οι οποίες αποδίδουν πικρικό και οξαλικό οξέα μαζί με νιτρικό οξύ και δεν δίνουν κόκκινο χρωματισμό με το νιτρικό οξύ και (2) οι barbaloins, που αποδίδουν aloetic οξύ (C7H2N3O5), chrysammic οξύ (C7H2N2O6), πικρικό και οξαλικό οξέα μαζί με νιτρικό οξύ, που κοκκινίζει από το οξύ. Αυτή η δεύτερη ομάδα μπορεί να διαιρεθεί στην α-barbaloins, που λαμβάνεται από την αλόη από τις νήσους Μπαρμπάντος, και κοκκινίζει με το κρύο και στη β-barbaloins, που λαμβάνεται από την αλόη από το νησί Σοκότρα της Υεμένης και τη Ζανζιβάρη, που κοκκινίζει με το απλό νιτρικό οξύ μόνο όταν θερμαίνεται ή με ατμίζον οξύ στο κρύο. Η Nataloin (2C17H13O7·H2O) δημιουργεί φωτεινές κίτρινες κλίμακες, barbaloin (C17H18O7) πρισματικών κρυστάλλων. Τα είδη της αλόης περιέχουν επίσης ίχνη πτητικού ελαίου, στο οποίο οφείλεται η οσμή τους.


Άρωμα

Τα είδη Α. η πέρρειος, Α. η γνησία, Α. η θηριώδης και τα υβρίδια του είδους αυτού με την Α. την αφρικανική (A. africana) και την Α. την σταχυώδη (A. spicata) κατατάσσονται στις φυσικές αρωματικές ουσίες, από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, στον Ηλεκτρονικό Κώδικα των Ομοσπονδιακών Κανονισμών (Electronic Code of Federal Regulations).[17]
Οικοσηματολογική εμφάνιση

Το είδος Αλόη η αιγιάλειος (Aloe littoralis) (συν. Α. η ερυθρόχρυσος (Aloe rubrolutea) εμφανίζεται ως ηγήτωρ στην εραλδική (οικοσηματολογία), όπως για παράδειγμα στην Αστική Εραλδική της Ναμίμπια.[18]
Εικόνες

Δείτε επίσης

Αλόη η γνησία

Παραπομπές

1897 illustration from Franz Eugen Köhler, Köhler's Medizinal-Pflanzen
«Aloe». World Checklist of Selected Plant Families. Royal Botanic Gardens, Kew. Ανακτήθηκε στις 2013-02-25.
The Plant List, Agave sisalana
The Plant List (2010). Version 1. Published on the Internet; http://www.theplantlist.org/ (accessed July 2013)
«Aloe Vera: Science and Safety». NIH National Center for Complementary and Alternative Medicine. April 2012. Ανακτήθηκε στις 31 March 2013.
Stevens, P.F. (2001 onwards), "Paracryphiaceae", Angiosperm Phylogeny Website, retrieved 2014-09-19
Rodd, Tony; Stackhouse, Jennifer (2008). Trees: a Visual Guide. Berkeley: University of California Press, σελ. 131. ISBN 9780520256507.
«Lomatophyllum». World Checklist of Selected Plant Families. Royal Botanic Gardens, Kew. Ανακτήθηκε στις 2013-02-25.
«Aloe americana». World Checklist of Selected Plant Families. Royal Botanic Gardens, Kew. Ανακτήθηκε στις 2013-02-25.
Tom Reynolds, επιμ. (2004). Aloes: the Genus Aloe. Boca Raton: CRC Press. ISBN 978-0-415-30672-0.
Wong, Cathy (September 15, 2012). «Heartburn Remedies». About.com.
«Aloe IBS study».
Cosmetic Ingredient Review Expert, Panel (2007). «Final report on the safety assessment of Aloe andongensis extract, Aloe andongensis leaf juice, Aloe arborescens leaf extract, Aloe arborescens leaf juice, Aloe arborescens leaf protoplasts, Aloe barbadensis flower extract, Aloe barbadensis leaf, Aloe barbadensis leaf extract, Aloe barbadensis leaf juice, Aloe barbadensis leaf polysaccharides, Aloe barbadensis leaf water, Aloe ferox leaf extract, Aloe ferox leaf juice, and Aloe ferox leaf juice extract». Int. J. Toxicol. 26 (Suppl 2): 1–50. doi:10.1080/10915810701351186. PMID 17613130.
Tanaka M, Misawa E, Ito Y, Habara N, Nomaguchi K, Yamada M, Toida T, Hayasawa H, Takase M, Inagaki M, Higuchi R (2006). «Identification of five phytosterols from Aloe vera gel as anti-diabetic compounds». Biol. Pharm. Bull. 29 (7): 1418–22. doi:10.1248/bpb.29.1418. PMID 16819181.
vera «Aloe». Cancer Research UK. Ανακτήθηκε στις August 2013.
«Status of certain additional over-the-counter drug category II and III active ingredients. Final rule». Fed Regist (Food and Drug Administration, HHS) 67 (90): 31125–7. 2002. PMID 12001972.
§172.510 Natural flavoring substances and natural substances used in conjunction with flavors e-CFR
«Civic Heraldry of Namibia». Heraldry of the World. Ralf Hartemink. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 December 2007. Ανακτήθηκε στις 31 March 2013.

Εγκυκλοπαίδεια Βιολογίας

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License