.
Υπόβαθρο
Στο προσκήνιο ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο εμφανίστηκε τον Νοέμβριο του 1998 ως πράκτορας της FSB όταν σε συνέντευξη τύπου, κατηγόρησε τον Ρώσο πρόεδρο Μπόρις Γέλτσιν ότι μέσω της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας (FSB) σκόπευε να οργανώσει δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων του. Με εντολή άλλωστε του αρχηγού της FSB, Βλαντιμίρ Πούτιν ο Λιτβινένκο, είχε απολυθεί από την υπηρεσία, καθώς όπως δήλωσε χρόνια αργότερα ο Πούτιν, πήρε την απόφαση να τον απολύσει επειδή οι αξιωματούχοι της FSB δεν πρέπει να οργανώνουν συνεντεύξεις τύπου και να δημιουργούν σκάνδαλα.
Μετά την απόλυσή του συνελήφθη αρκετές φορές από την ρωσική αστυνομία και τον Νοέμβριο του 2000, ύστερα από πολλές περιπέτειες, κατέληξε στο Λονδίνο όπου ζήτησε πολιτικό άσυλο. Στις 14 Μαΐου 2001 του δόθηκε πολιτικό άσυλο και τον Οκτώβριο του 2006 απέκτησε την αγγλική υπηκοότητα. Η πράξη αυτή ήταν το αποτέλεσμα μια χρόνιας διαμάχης του Λιτβινένκο με τις Ρωσικές αρχές και προσωπικά με τον Βλάντιμιρ Πούτιν, στην οποία ενεργό ρόλο έπαιξαν οι κακές διμερείς, διπλωματικές σχέσεις Βρετανίας και Ρωσίας, αλλά και η γενικότερη διπλωματική κρίση μεταξύ Δύσης και Μόσχας, από την εποχή που ο Βλάντιμιρ Πούτιν, ανήλθε στη ηγεσία της χώρας του.
Αντιπολιτευτική δραστηριότητα
Λίγους μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές του 1999 συνέβησαν βομβιστικές επιθέσεις σε πολυκατοικίες, οι οποίες αποδόθηκαν σε Τσετσένους τρομοκράτες. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1999 στην πόλη Ριαζά οι ένοικοι μιας πολυκατοικίας εντόπισαν εκρηκτικούς μηχανισμούς στο υπόγειό της. Η αστυνομία που έσπευσε στο σημείο δεν άργησε να εντοπίσει τους δράστες, οι οποίοι ήταν πράκτορες της FSB. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου της αστυνομίας προς ενημέρωση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και παρουσία εκατοντάδων δημοσιογράφων ανώτερο στέλεχος της FSB εισήλθε στην αίθουσα ανακοινώνοντας ότι επρόκειτο για άσκηση. Όταν εξελέγη στην προεδρία ο Βλαντιμίρ Πούτιν, οι περισσότεροι που συμμετείχαν στην επιχείρηση της Ριαζά απολύθηκαν ενώ μερικοί συνελήφθησαν και έτσι η υπόθεση έκλεισε για την ρωσική δικαιοσύνη.
Ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο μαζί με τον Ρώσο ακαδημαϊκό Γιούρι Φελστίνσκι συνέγραψε το βιβλίο Blowing Up Russia (Ανατινάζοντας τη Ρωσία), στο οποίο αποκαλύπτεται ότι εκείνες οι βομβιστικές επιθέσεις, πριν την διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών, ήταν σχεδιασμένες από την FSB και τον ίδιο τον Πούτιν, ο οποίος εκλέχτηκε πρόεδρος της Ρωσίας υποσχόμενος την πάταξη της τσετσένικης τρομοκρατίας.
Από το Λονδίνο ο Λιτβινένκο ασκούσε συνεχώς κριτική στην κυβέρνηση Πούτιν για την αυταρχικότητα που επιδείκνυε ενώ δεν δίστασε να κατηγορήσει τον ίδιο και για παιδοφιλία. Επίσης τον κατέδειξε ως ηθικό αυτουργό για την επίθεση στο κοινοβούλιο της Αρμενίας, όπου στοίχισε τη ζωή του προέδρου της χώρας, για την ομηρία στο θέατρο της Μόσχας το 2003 από Τσετσένους τρομοκράτες και για την δολοφονία της δημοσιογράφου Άννας Πολιτκόφσκαγια.[1] Μια από τις τελευταίες του έρευνες σχετιζόταν με την εταιρεία Yukos.
Δηλητηρίαση
Ύστερα από τη δολοφονία της γνωστής δημοσιογράφου Άννας Πολιτκόφσκαγια, ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο ξεκίνησε έρευνες προκειμένου να αποδείξει την εμπλοκή της FSB στην δολοφονία της. Στα πλαίσια της έρευνάς του την 1η Νοεμβρίου του 2007 συναντήθηκε στο ξενοδοχείο Millennium του Λονδίνου με τον Αντρέι Λουγκοβόι, πρώην πράκτορα της KGB, και με ένα άγνωστο άντρα, ο οποίος τελικά αποδείχτηκε ότι λεγόταν Ντιμίτρι Κοβτούν και ήταν επιχειρηματίας. Στο ίδιο ξενοδοχείο συναντήθηκε επίσης, με τον πρώην πράκτορα της KGB Σοκολένκο και με τον Βιασεσλάβ Κοτολένκο, επικεφαλής ρωσικής ιδιωτικής εταιρείας ασφαλείας. Λίγες ώρες αργότερα συναντήθηκε σε εστιατόριο με τον Ιταλό ακαδημαϊκό Μάριο Σκαραμέλα, ο οποίος τον προειδοποίησε ότι διατρέχει κίνδυνο η ζωή του. Σύμφωνα με τον Σκαραμέλα, ο ίδιος είχε δεχτεί απειλητικό email, στο οποίο περιέχονταν ονόματα όπως αυτά της Άννα Πολιτκόφσκαγια, του Λιτβινένκο, του Γκουζάντι και του Μπόρις Μπερζόφσκι, καθώς και κατά του ιδίου.[2]
Λίγες ώρες αργότερα από αυτή τη συνάντηση ο Λιτβινένκο άρχισε να παρουσιάζει συμπτώματα δηλητηρίασης και αμέσως μεταφέρθηκε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Λονδίνου. Σύμφωνα με τις εξετάσεις είχαν υποστεί βλάβη τα νεφρά του και ο μυελός των οστών του ενώ είχε χάσει και όλα τα μαλλιά του. Λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης η Σκότλαντ Γιαρντ εγκατέστησε φρουρές έξω από τον ιατρικό θάλαμο που νοσηλευόταν. Την υπόθεση της δηλητηρίασής του ανέλαβε η αντιτρομοκρατική υπηρεσία της Σκότλαντ Γιαρντ. Η φωτογραφία που δημοσιοποιήθηκε με τον Λιτβινένκο παραμορφωμένο στο θάλαμο της εντατικής συγκλόνισε τη διεθνή κοινότητα και συγκέντρωσε ακόμη περισσότερο την προσοχή των δημοσιογράφων. Ο καθηγητής τοξικολογίας John Henry, ο γιατρός ο οποίος είχε εξετάσει και τον Πρόεδρο της Ουκρανίας Βίκτορ Γιούστσενκο υποστήριξε ότι δηλητηριάστηκε από θάλλιο.
Οι εξετάσεις όμως απέδειξαν ότι ο Λιτβινένκο είχε σημαντική ποσότητα Πολωνίου 210, ενός τοξικού ραδιενεργού ισοτόπου. Μετά από αυτή την εξέλιξη ο John Henry παραιτήθηκε από την υπόθεση. Το πολώνιο μέσω του αίματος διασκορπίζεται στον οργανισμό καταστρέφοντας παράλληλα τα κύτταρα των περισσότερων βασικών οργάνων αλλά και μεγάλο αριθμό εγκεφαλικών κυττάρων. Σύμφωνα με τον καθηγητή Πατ Τρούπ της βρετανικής Υπηρεσίας προστασίας της Υγείας η ραδιενεργή ουσία εισήχθη στο σώμα του Λιτβινένκο είτε μέσω φαγητού, είτε μέσω της αναπνευστικής οδού ή κάποιου τραύματος.
Θάνατος
Στις 24 Νοεμβρίου ο Λιτβινένκο απεβίωσε στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Λονδίνου από καρδιακή ανακοπή. Ο θάνατός του άργησε να επέλθει και αυτό γιατί την ίδια μέρα που δηλητηριάστηκε ο Λιτβινένκο καταλαβαίνοντας πως από κάτι δηλητηριάστηκε, πραγματοποίησε πλύσεις στομάχου με μαγγάνιο, γεγονός που καθυστέρησε σε μεγάλο βαθμό την επίδραση του πολωνίου 210 στον οργανισμό του. Είχε επιχειρηθεί να γίνει μεταμόσχευση νωτιαίου μυελού, η οποία λόγω της έλλειψης λευκών αιμοσφαιρίων στάθηκε αδύνατη.
Μετά τον θάνατό του, ο δικηγόρος του δημοσίευσε μήνυμα που είχε υπαγορεύσει ο Λιτβινένκο τρεις μέρες πριν τελευτήσει, στις 21 Νοεμβρίου, και στον οποίο ανέφερε: «Μπορεί να καταφέρατε να μου κλείσετε το στόμα, αλλά αυτή η σιωπή θα έχει κόστος. Αποδείξατε ότι είστε τόσο βάρβαρος και άκαρδος, όσο ισχυρίζονται και οι πιο εχθρικοί επικριτές σας ότι είσθε. Μπορεί να καταφέρετε να κλείσετε το στόμα ενός ανθρώπου. Αλλά η κατακραυγή από ολόκληρο τον κόσμο θα αντηχεί, κ. Πούτιν, στ' αυτιά σας για την υπόλοιπη ζωή σας. Ας σας συγχωρήσει ο Θεός γι' αυτό που κάνατε». Ο πατέρας του, υποστήριξε ότι «το ρωσικό καθεστώς τον έφαγε με μια μικροσκοπική πυρηνική βόμβα».[3]
Και από το φιλικό περιβάλλον εκτοξεύθηκαν κατηγορίες εναντίον του Κρεμλίνου. Συγκεκριμένα ο σκηνοθέτης Αντρέι Νεκράσοφ εξέφρασε την πεποίθηση του ότι ο θάνατος του Λιτβινένκο ήταν ενέργεια της ρωσικής κυβέρνησης ενώ την ίδια άποψη ενστερνίζεται και ο Αχμέντ Ζακάγιεφ, πρώην πρωθυπουργός της Τσετσενίας και στενός φίλος του τεθνεόντος. Ο Όλεγκ Γκορντιέφσκι, πρώην αρχηγός της KGB στη Βρετανία, δήλωσε: «Έπεσε θύμα εκδίκησης και κακίας των δυνάμεων αυτών». Από την πλευρά του ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν εξέφρασε την απογοήτευσή του που ένας θάνατος, χρησιμοποιείται για πολιτικούς σκοπούς και διερωτήθηκε γιατί η επιστολή, αν πράγματι υπάρχει, δεν δόθηκε στη δημοσιότητα, όταν ήταν ακόμη εν ζωή ο Λιτβινένκο».[4]
Στα τέλη του 2006 πολλά δημοσιεύματα του βρετανικού τύπου μιλούσαν για μηδαμινές πιθανότητες επιβίωσης του Μάριο Σκαραμέλα, κάτι το οποίο διαψεύστηκε από το Βρετανικό πανεπιστημιακό νοσοκομείο. Ο Σκαραμέλα συνελήφθη από τις ιταλικές αρχές στη Νάπολη στις 24 Δεκεμβρίου με την κατηγορία της παράνομης διακίνησης όπλων, παραβίασης κρατικών μυστικών και συκοφαντικής δυσφήμισης.[5] Την ίδια εποχή δημοσιεύματα έφεραν τον Ντιμίτρι Κοβτούν σε κρίσιμη κατάσταση, ενώ άλλες δημοσιεύσεις ισχυρίζονταν ότι βρισκόταν σε κώμα.
Αστυνομική έρευνα
Από τη στιγμή που ο Λιτβινένκο εισήχθη σε νοσοκομείο, η Σκοτλαντ Γιαρντ άρχισε τις έρευνες ενώ φρόντισε ο θάλαμος του ασθενή να φρουρείται. Αρχικά ειπώθηκε ότι είχε δηλητηριαστεί με θάλλιο αλλά τελικά οι γιατροί κατέληξαν στον πολώνιο 210. Στις 21 Νοεμβρίου και κάτω από τις νέες αποκαλύψεις, το αντιτρομοκρατικό τμήμα της Σκότλαντ Γιάρντ ανέλαβε την ευθύνη των ερευνών. Στις 7 Δεκεμβρίου οι Ρωσικές αρχές ανήγγειλαν την διεξαγωγή ερευνών πάνω στο θέμα.
Οι έρευνες επικεντρώθηκαν στα άτομα που ο Λιτβνινένκο συνάντησε την 1η Νοεμβρίου 2006. Αρχικά ανέκριναν τον Μάριο Σκαραμέλα, ο οποίος στις 28 Νοεμβρίου τέθηκε υπό αστυνομική προστασία, και στη συνέχεια άρχισαν να αναζητούν τους τρεις άλλους άντρες που είχε συναντήσει το πρωί, τον Αντρέι Λουγκοβόι, πρώην πράκτορα της KGB και πρώην σωματοφύλακα του πρώην πρωθυπουργού, τον Σοκολένκο, Βιασεσλάβ Κοτολένκο και τον Ντιμίτρι Κοβτούν. Η αστυνομία ύστερα από έρευνες ανακάλυψε μικρή ποσότητα ραδιενέργειας στο ιαπωνικό εστιατόριο του Λονδίνου όπου είχε φάει ο Λιτβινένκο αλλά και στο ξενοδοχείο όπου είχε συναντηθεί με τον Αντρέι Λουγκοβόι. Ίχνη ραδιενέργειας εντόπισαν επίσης στο γραφείο του μεγιστάνα και επικριτή του Κρεμλίνου Μπόρις. Μπερεζόφσκι, σε ένα μέλος της οικογένειας του Λιτβινένκο σε δύο κτίρια εταιρειών απ' όπου είχε περάσει ο Λιτβινένκο,σε τρεις Βρετανούς πολίτες, οι οποίοι είχαν επισκεφθεί το ξενοδοχείο, και σε επτά υπαλλήλους αυτούς. Η αστυνομία έκανε έκκληση να επικοινωνήσουν όσοι πολίτες είχαν επισκεφθεί αυτά τα μέρη εκείνη την μέρα ενώ αποφασίστηκε όσοι πολίτες ήρθαν σε επαφή με τον Αλεξάντερ Λιτβινένκο να υποβληθούν σε προληπτικές εξετάσεις. Να σημειωθεί ότι η ποσότητα πολωνίου 210 που βρέθηκε δεν κρίθηκε επικίνδυνη για την υγεία του ανθρώπου.
Για τις έρευνες βρετανοί αξιωματούχοι μετέβησαν στη Ρωσία όπου πήραν καταθέσεις από βασικούς υπόπτους πλην του Μιχαήλ Τρεπάσκιν, πρώην κατασκόπου και υπόδικου για διαρροή μυστικών πληροφοριών. Η αστυνομία σύντομα κατέληξε στη διαπίστωση ότι δολοφόνος ήταν ο Αντρέι Λουγκοβόι αφού πολώνιο 210 βρέθηκε στο αεροπλάνο της British Airways που τον μετέφερε από τη Μόσχα στο Λονδίνο καθώς και στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του. Το πρώτο στοιχείο παρακίνησε τον εισαγγελέα να ασκήσει δίωξη εναντίον του και να ζητήσει, αρχικά, ανεπίσημα την έκδοσή του από τη Μόσχα, αφού ο ίδιος είχε ήδη διαφύγει σε αυτή. Κάτι τέτοιο όμως απαγορεύεται ρητά από το ρωσικό σύνταγμα. Ο γενικός εισαγγελέας στη Ρωσία υπογράμμισε ότι ο Λουγκοβόι μπορεί να προσαχθεί σε δίκη στη Ρωσία μόνο εφόσον του απαγγελθούν κατηγορίες από τις ρωσικές αρχές ενώ άφησε υπόνοιες για παράξενη συμμετοχή του Λεοντίν Νέζβλιν, πολυεκατομμυριούχου και επικριτή του Πούτιν που ζει στο Ισραήλ. Ο ίδιος αρνήθηκε κάθε ανάμειξη και χαρακτήρισε πολιτικά υποκινούμενη την κίνηση της εισαγγελίας να ασκήσει δίωξη εναντίον του. Στις 31 Μαΐου με νέες δηλώσεις του υποστήριξε ότι ο Λιτβινένκο ήταν πράκτορας της MI6, ο οποίος ξέφυγε από τον έλεγχό τους αφήνοντας να εννοηθεί ότι σε αυτούς οφείλεται ο θάνατός του. Αξίζει να σημειωθεί πως φήμες είχαν κυκλοφορήσει ότι ο Λουγκοβόι βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση σε νοσοκομείο στη Μόσχα αλλά διαψεύστηκαν δια του δικηγόρου του. Επισήμως η έκδοσή του ζητήθηκε από την Βρετανία στις 28 Μαΐου του 2007.[6] Από τον Δεκέμβριο στις έρευνες άρχισε να συνεισφέρει η Interpol ενώ λίγους μήνες αργότερα έρευνες ξεκίνησε και η FSB.
Τον Δεκέμβριο του 2006 στη βρετανική εφημερίδα Observer η Ρωσίδα φοιτήτρια Τζούλια Σβετλιτσνάγια ισχυρίστηκε ότι ο Λιτβινένκο ελλείψει χρημάτων σκόπευε να εκβιάσει Ρώσους αξιωματούχους δίνοντας νέα τροπή στην υπόθεση.[7] Σύμφωνα με τη Βρετανική αστυνομία μέχρι τον Ιανουάριο του 2007 είχαν βρεθεί 120 άτομα θετικά σε ραδιενέργεια, από τα οποία 13 διέτρεχαν κάποιο σχετικό κίνδυνο. Στις 6 Φεβρουαρίου του 2007 ο Μπόρις Μπερεζόφσκι, φίλος του Λιτβινένκο σε συνέντευξη τύπου εξέφρασε ξεκάθαρα τις απόψεις του για την υπόθεση επαναλαμβάνοντας ότι υπεύθυνος για τη δολοφονία του φίλου του είναι ο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Διπλωματική διαμάχη
Ο τρόπος θανάτου του Λιτβινένκο και η φημολογούμενη ανάμιξη της Ρωσίας δημιούργησε διπλωματική διαμάχη μεταξύ Ρωσίας - Βρετανίας. Ενδεικτικό παράδειγμα της σημασίας που δόθηκε στην υπόθεση από τη βρετανική αστυνομία είναι ότι από τη στιγμή της δημοσιοποίησης της δηλητηρίασης του Λιτβινένκο η κυβερνητική επιτροπή χειρισμού επειγόντων περιστατικών της βρετανικής κυβέρνησης (COBRA) που απαρτίζεται από εξέχοντες πολιτικούς και αξιωματούχους συνεδρίασε πολλές φορές προκειμένου να καθορίσει την αντίδραση και την όλη στάση της βρετανικής κυβέρνησης και αστυνομίας.
Η αναμενόμενη απάντηση της Ρωσίας στο αίτημα του Λονδίνου για έκδοση του Λουγκοβόι φόρτισε την ήδη τεταμένη κατάσταση. Παρόλο που το ρωσικό σύνταγμα δεν επιτρέπει την έκδοση Ρώσων πολιτών είναι σίγουρο ότι η ρωσική κυβέρνηση δεν είχε καμία διάθεση διαπραγμάτευσης λόγω της δυσαρέσκεία της για τη στάση της βρετανικής κυβέρνησης, η οποία έχει χορηγήσει πολιτικό άσυλο σε πολλούς Ρώσους, αντιπολιτευόμενους στην πολιτική Πούτιν, με προεξέχοντα τον πολυεκατομμυριούχο Μπορίς Μπερεζόφσκι. Παράλληλα η Μάργκαρετ Μπέκετ, υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, με δηλώσεις της ζήτησε από την ρωσική κυβέρνηση την πλήρη συνεργασία.
Ο Ρώσος υπουργός εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ κατηγόρησε την βρετανική ηγεσία ότι προσπαθεί να πολιτικοποιήσει την όλη υπόθεση με την βρετανική να αρνείται τις κατηγορίες[8]. Στην υπόθεση αναμείχθηκε και ο Ρώσος πρόεδρος, ο οποίος χαρακτήρισε το αίτημα της αγγλικής δικαιοσύνης ανόητο, αφού υποτίθεται ότι γνώριζαν ότι το σύνταγμα δεν επιτρέπει την έκδοση Ρώσων υπηκόων, ενώ πρόσθεσε ότι εάν το γνωρίζουν αυτό, αλλά συνεχίζουν να ζητούν την έκδοση, είναι γιατί πρόκειται για μία επιχείρηση δημοσίων σχέσεων και πολιτικής αφήνοντας σαφείς αιχμές στη βρετανική κυβέρνηση[9].
Η διαμάχη πήρε μεγάλες διαστάσεις στις 16 Ιουλίου όταν και η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να απελάσει τέσσερις Ρώσους διπλωμάτες και σταματήσει την έκδοση βίζας σε Ρώσους αξιωματούχους προκαλώντας την αντίδραση του ρωσικού υπουργείου εξωτερικών που χαρακτήρισε τις συγκεκριμένες ενέργειες ανήθικες και προκλητικες[10]. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν ξεκαθάρισε ότι η αγγλική κυβέρνηση δεν έχει να δικαιολογηθεί για κάτι ενώ ο Ρώσος υφυπουργός εξωτερικών Αλεξάντερ Γκρούσκο δήλωσε: «Μας τιμωρούν γιατί εφαρμόζουμε το Σύνταγμά μας».
Από την πλευρά της η Ρωσία προέβη με την σειρά της στην απέλαση τεσσάρων Βρετανών διπλωματών ενώ σταμάτησε τις ενέργειες για έκδοση βίζας σε Βρετανούς αξιωματούχους. Στην διπλωματική κρίση μπήκε και η Πορτογαλία, η οποία τότε είχε την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκφράζοντας την απογοήτευσή της για την μη συνεργασία των Ρώσων. ο Ρώσος υπουργός εξωτερικών επέρριψε ευθύνες στον Μπράουν δηλώνοντας: «Όταν μία κυβέρνηση αναλαμβάνει καθήκοντα καμιά φορά ψάχνεται στην αρχή». Επίσης υποστήριξε ότι η αγγλική κυβέρνηση δεν έχει ικανοποιητικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την ενοχή του Αντρέι Λουγκοβόι. Στις 7 Δεκεμβρίου ο Λουγκοβόι εκλέχτηκε βουλευτής στη Δούμα προκαλώντας την ακόμα μεγαλύτερη αντίδραση της Βρετανίας.
Στις 13 Δεκεμβρίου 2007 η ρωσική κυβέρνηση αποφάσισε τον τερματισμό λειτουργίας παραρτημάτων του Βρετανικού Συμβουλίου εξαιτίας φορολογικών παραβάσεων, απόφαση που θεωρήθηκε ως συνέχιση των ρωσικών αντιποίνων για την απέλαση των τεσσάρων διπλωματών από το Λονδίνο. Στις αρχές Ιανουαρίου του 2008 ο Βρετανός πρέσβης εκλήθη στο υπουργείο εξωτερικών προκειμένου να δώσει εξηγήσεις για την μη υπακοή των υπαλλήλων των παραρτημάτων του Βρετανικού Συμβουλίου που παρά την εκδοθείσα απόφαση δεν ανέστειλαν την λειτουργία αυτών. Στις 16 Ιανουαρίου τα γραφεία του Βρετανικού συμβουλίου στην Αγία Πετρούπολη έκλεισαν με την αγγλική κυβέρνηση να καταγγέλλει τις ρωσικές αρχές για εκφοβισμό.
Εικασίες
Οι ισχυρισμοί του ίδιου του Λιτβινένκο και του φιλικού και οικογενειακού περιβάλλοντός του σε συνδυασμό με τον τρόπο θανάτου του αλλά και την αντιπολιτευτική του δράση οδήγησαν γρήγορα στην επικράτηση της άποψης ότι η δηλητηρίασή του ήταν έργο των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών.
Από την πρώτη στιγμή η βρετανική κυβέρνηση χωρίς να κατηγορήσει ευθέως τις ρωσικές αρχές επέρριψε ευθύνες στη γενικότερη στάση τους. Τα στοιχεία που συνηγορούν στο ότι ήταν μια ακόμα ενέργεια των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών είναι αρκετά. Πρώτον η κριτική που ασκούσε στον Πούτιν ο Λιτβινένκο είχε αρχίσει να παίρνει σοβαρές διαστάσεις. Δεύτερον η άρνηση της Ρωσίας να συνεργαστεί στην υπόθεση, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την μη έκδοση του Λουγκοβόι και τρίτον το φονικό όπλο που χρησιμοποιήθηκε.
Συγκεκριμένα το Πολώνιο 210 είναι ένα ραδιενεργό στοιχείο, το οποίο παράγεται κατά κύριο λόγο σε ένα εργαστήριο στη Ντούμπνα κοντά στη Μόσχα. Κατά τον επικεφαλής της ρωσικής ατομικής ενέργειας Σεργκέι Κιριγιένκο η προμήθευση πολωνίου από την Ρωσία είναι απίθανη λόγω της μικρής παραγωγής της, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας αποστέλλεται σε αμερικανικές εταιρίες αποκλειστικά και μόνο μέσω της εταιρίας Thekxsnabexport. Η χρήση του πολωνίου 210 παραπέμπει από την εποχή του ψυχρού πολέμου στις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες.
Παρόλα αυτά πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η Ρωσία δεν θα είχε συμφέρον από τον θάνατο του Λιτβινένκο αφού κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε, όπως και έγινε, αντιδράσεις και θα δημιουργούσε εντυπώσεις. Αναλυτές αμφισβητούν την βεβαιότητα του Λονδίνου ισχυριζόμενοι ότι έτσι ενισχύεται μια οργανωμένη εκστρατεία δυσφήμησης της Ρωσίας στην Ευρώπη[11].
Πολώνιο 210
Ο τάφος του Λιτβινένκο
Το Πολώνιο 210 είναι ένα εξαιρετικά σπάνιο ραδιενεργό και πολύ τοξικό στοιχείο που ανακαλύφθηκε από την Μαρία Κιουρί. Παγκοσμίως το χρόνο παράγονται περί τα 100 γραμμάρια, τα 88 από τα οποία στη Ρωσία. Δεν είναι επικίνδυνο σε μικρές ποσότητες. Να σημειωθεί ότι μικρές ποσότητες Πολωνίου μπορεί να εντοπιστούν και στον καπνό, ανάλογα με την επεξεργασία που του έχει γίνει. Η εξωτερική έκθεση σε αυτό, σε λογικά επίπεδα, δεν προξενεί βλάβες στον οργανισμό αν το πολώνιο δεν διαπεράσει την επιδερμίδα. Εάν όμως καταποθεί, όπως έγινε και στην περίπτωση Λιτβινένκο, ο κίνδυνος είναι μεγάλος.
Το Πολώνιο 210 εκπέμπει σωματίδια Άλφα, τα οποία αποτελούνται από δύο πρωτόνια και δύο νετρόνια και καταστρέφουν τα κύτταρα του οργανισμού σε σύντομο χρονικό διάστημα και τα λευκά αιμοσφαίρια του ανοσοποιητικού συστήματος αφήνοντας τον οργανισμό εκτεθειμένο στους διαφόρους κινδύνους. Επίσης καταστρέφονται οι πνεύμονες, ο νωτιαίος μυελός και η καρδιά. Άλλωστε ο θάνατος του Λιτβινένκο επήλθε από καρδιακή ανακοπή.
Στην παγκόσμια αγορά διακινείται ελεύθερα αφού η πώληση μικροσκοπικών ποσοτήτων είναι νόμιμη. Και αυτό γιατί η δραστικότητα της ραδιενέργειας μιας τέτοιας ποσότητας είναι μικρότερη των ορίων που έχει θέσει η NRC.[12]
Αναφορές στη σύγχρονη κουλτούρα
Η υπόθεση Λιτβινένκο συγκλόνισε την παγκόσμια κοινότητα και παρακίνησε πολλούς σκηνοθέτες και συγγραφείς να ασχοληθούν με την υπόθεση και το γενικότερο μυστήριο που καλύπτει αυτή. Πολλά ντοκιμαντέρ γυρίστηκαν γύρω από την υπόθεση όπως αυτό των Jos de Putter και Masja Novikova στο οποίο ξετυλίγεται η υπόθεση από την αρχή και στο οποίο μιλούν η σύζυγός του, Μαρίνα, ο πατέρας του και διάφοροι φίλοι του.
Τον Ιανουάριο του 2007 η Warner Bros εξέφρασε την επιθυμία της να μεταφέρει την ιστορία στην μεγάλη οθόνη. Την παραγωγή ανέλαβε η εταιρεία του Τζόνι Ντεπ.[13] Επίσης το κανάλι 4 ανακοίνωσε ότι ήδη σχεδιάζει δραματική σειρά με την υπόθεση του Λιτβινένκο, την οποία θα σκηνοθετεί ο Peter Kosminsk.[14]
Αναφορές
1. ↑ Hudson Institute
2. ↑ Φόβοι για τη ζωή του εξέφρασε ο Σκαραμέλα
3. ↑ Έχασε τη μάχη για τη ζωή ο Ρώσος πρώην πράκτορας της KGB Αλεξάντερ Λιτβινένκο, άρθρο της διαδικτυακής πύλης in.gr για τον θάνατο του Λιτβινένκο
4. ↑ Με ραδιενεργό ισότοπο δηλητηριάστηκε ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο, άρθρο της διαδικτυακής πύλης in.gr για τον θάνατο του Λιτβινένκο
5. ↑ in.gr - Συνελήφθη στη Νάπολι ο Ιταλός συνδέσμος του Αλεξάντερ Λιτβινένκο - Κόσμος
6. ↑ Η Μόσχα απέρριψε το αίτημα για την έκδοση του Λουγκοβόι, άρθρο της εφημερίδας "Ελεύθερος Τύπος"
7. ↑ Σε αντιπαράθεση Μόσχα-Λονδίνο για το Λιτβινένκο, άρθρο της εφημερίδας "Καθημερινή"
8. ↑ Ρωσικό «κατηγορώ» κατά Βρετανίας για πολιτικοποίηση της υπόθεσης Λιτβινένκο, άρθρο της διαδικτυακής πύλης in.gr για την διπλωματική κρίση
9. ↑ Με ραδιενεργό ισότοπο δηλητηριάστηκε ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο, άρθρο της διαδικτυακής πύλης in.gr για την διπλωματική κρίση
10. ↑ Στο ψυγείο πάλι Μόσχα-Λονδίνο, άρθρο της εφημερίδας "Ελεύθερος Τύπος"
11. ↑ Η υπόθεση Λιτβινένκο δηλητηρίασε τις σχέσεις Μόσχας - Λονδίνου, άρθρο της εφημερίδας "Καθημερινή"
12. ↑ Ελεύθερη πώληση του πολωνίου 210, πληροφορίες γαλλικής εταιρείας επί του θέματος
13. ↑ η εταιρεία παραγωγής του Τζόνι Ντεπ, Infinitum Nihil, θα αναλάβει την μεταφορά της υπόθεσης στον κινηματογράφο, αναφορά του περιοδικού Variety
14. ↑ Channel 4 to air Litvinenko drama (Αγγλικά), Η υπόθεση Λιτβινένκο στην μικρή οθόνη
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License