ART

 

.

Ο Δαβίδ[1] αποτελεί εξέχουσα Βιβλική προσωπικότητα. Υπήρξε ποιμένας, μουσικός, ποιητής, στρατιωτικός διοικητής, προφήτης και βασιλιάς. Το όνομά του (στα Εβρ. דָּוִד‎) σημαίνει «Αγαπητός». Ήταν ο δεύτερος κατά σειρά μετά τον Σαούλ Βασιλιάς της Ιουδαϊκής δυναστείας στην Ιερουσαλήμ που βασίλευσε για 40 χρόνια πιθανώς από το 1033/1077 π.Χ. ως το 993/1037 π.Χ.

Βίος σύμφωνα με την Βίβλο
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του

Ο Δαβίδ ήταν Εβραίος και γεννήθηκε στη Βηθλεέμ. Ήταν ο 8ος γιος του Ιεσσαί από τη φυλή Ιούδα, γιου του Ωβήδ, γιου της Ρουθ και του Βοόζ[2]. Ήταν ο μικρότερος από τα οκτώ παιδιά του Ιεσσαί, και περιγράφεται στη Βίβλο ότι ήταν μικρός στο ανάστημα και όμορφος στην εμφάνιση[3]. Παντρεύτηκε κατά σειρά την κόρη του Σαούλ Μιχάλ[4], την Αχινοάμ την Ιεζραελίτισσα και την Αβιγαία την Καρμηλίτισσα, τη χήρα του Νάβαλ, ενώ αργότερα παντρεύτηκε τη χήρα του Ουρία Βηθ-σαβεέ (Βηρσαβεέ) με την οποία απέκτησε τον Σολομώντα[5]. Την περίοδο που ζούσε στη Χεβρώνα, ο βασιλιάς Δαβίδ πήρε και άλλες γυναίκες[6] και απέκτησε αρκετούς γιους και κόρες[7]. Όταν επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, ο Δαβίδ πήρε και άλλες συζύγους και παλλακίδες με τις οποίες έκανε και άλλα παιδιά[8].

Ο Δαβίδ έγινε γνωστός ως εξαίρετος πολεμιστής και πλήρως αφοσιωμένος στον Θεό. Όταν τον επέλεξε ο Θεός για να τον χρησιμοποιήσει σύμφωνα με το θέλημά Του, τον περιέγραψε ως «άντρα σε αρμονία με την καρδιά [Του]». (Πράξεις 13:22, ΜΝΚ) Από μικρή ηλικία ήταν ποιμένας στα πρόβατα της οικογένειάς του και ήταν πολύ ικανός στη σφεντόνα. Μετά από οδηγία του Θεού, ο προφήτης Σαμουήλ τον έχρισε ως μελλοντικό βασιλιά του Ισραήλ, ενώ ήδη βασιλιάς ήταν ο Σαούλ, τον οποίο όμως είχε απορρίψει ο Θεός[9].

Στο παλάτι του Σαούλ, συνδέθηκε με βαθιά φιλία με το γιο του Σαούλ, τον Ιωνάθαν, ο οποίος ήταν μερικές δεκαετίες μεγαλύτερός του[10] Ήταν δεξιοτέχνης μουσικός έτσι ώστε ο Σαούλ τον κάλεσε στο παλάτι του για να τον διασκεδάζει και να τον καταπραΰνει όταν ήταν κακοδιάθετος[11]. Λόγω των επιτευγμάτων του Δαβίδ, ο Σαούλ ένιωσε έντονο φθόνο και αποπειράθηκε αρκετές φορές να τον σκοτώσει. Μάλιστα μετά την ένδοξη νίκη του Δαβίδ εναντίον του Γολιάθ —αφού η δόξα και η δημοτικότητά του έγιναν μεγαλύτερες από του Σαούλ— ο Σαούλ τον μίσησε ακόμη περισσότερο[12].
Ο Δαβίδ, έργο του Μιχαήλ Άγγελου.
Η φυγή του στην έρημο

Κυνηγημένος από τον Σαούλ, ο Δαβίδ κρύφτηκε μαζί με τους άντρες του σε σπηλιές στην έρημο της Ιουδαίας[13]. Αν και δόθηκαν στον Δαβίδ ευκαιρίες να σκοτώσει το Σαούλ, η οσιότητά του στον Θεό και η μεγαλοψυχία του δεν του το επέτρεψαν[14]. Παρόμοια ενήργησε και μετά το θάνατο του Σαούλ, όταν ανέλαβε τη φροντίδα του ανάπηρου γιου του Σαούλ, του Μεμφιβοσθέ[15]. Αργότερα κατέφυγε στη Γαθ[16]. Μάλιστα, πολλούς από τους ψαλμούς που περιέχονται στους Βιβλικούς Ψαλμούς ο Δαβίδ τούς έγραψε αυτή την περίοδο της ζωής του, ως φυγάς. Μετά το θάνατο του Σαούλ και των γιων του από τους Φιλισταίους, ο Δαβίδ έκλαψε πικρά, γράφοντας και έναν εξαίρετο θρήνο[17].
Η ανακήρυξή του ως βασιλιά

Στη Χεβρώνα, ο λαός τον ανακήρυξε βασιλιά, σε ηλικία 30 ετών[18]. Έτσι, έγινε ο δεύτερος βασιλιάς του Ισραήλ. Κατά τα δύο πρώτα χρόνια της βασιλείας του διεξήγε πόλεμο εναντίον των βόρειων φυλών του Ισραήλ που αναγνώριζαν ως βασιλιά τον Ις-βοσθέ (Ισβόσεθ), ο οποίος υποστηριζόταν από το αρχιστράτηγο Αβενήρ. Μετά τη νίκη του και το θάνατο των δύο αυτών αντρών, ο Δαβίδ ανακηρύχτηκε βασιλιάς και των δώδεκα φυλών του Ισραήλ[19]. Εγκαταστάθηκε στη νέα πρωτεύουσα του Ισραήλ, την Ιερουσαλήμ, και επέκτεινε τα σύνορα του βασιλείου του,αποδεκατιζοντας γυναικοπαιδα και νικώντας όλους τους εχθρούς του, τους Φιλισταίους, τους Χαναανίτες, τους Αμμωνίτες και τους Σύριους, τους Εδωμίτες, τους Αμαληκίτες, τους Μωαβίτες και τους Αραμαίους, εξασφαλίζοντας μια περίοδο ανακωχής με όλους τους γειτονικούς λαούς[20].

Κατόπιν άρχισε να ασχολείται με την οργάνωση του κράτους και του στρατού[21]. Εργάστηκε για την οργάνωση της λατρείας του Θεού, μετέφερε με μεγάλες τιμές την Κιβωτό της Διαθήκης από την Κιριάθ-ιαρείμ στην Ιερουσαλήμ, οργάνωσε την υπηρεσία των Λευιτών, των ιερέων, των μουσικών και των θυρωρών του Ναού, ενώ επιθυμούσε διακαώς να ανεγείρει έναν Ναό απαράμιλλης δόξας και μεγαλείου[22]. Αν και ο σχεδιασμός του Ναού έγινε από τον ίδιο με τη βοήθεια έμπειρων τεχνητών, ο Ναός χτίστηκε τελικά από τον φιλειρηνικό γιο του, τον Σολομώντα[23]. Ο Θεός σύναψε αιώνια διαθήκη μαζί του και του αποκάλυψε ότι "θα στερέωνε το θρόνο του στον αιώνα" και ότι "από το σπέρμα του" θα προερχόταν ο μεσσιανικός Σωτήρας του κόσμου. (2 Σαμ. 7:1-29· 1 Χρον. κεφ. 17· Ψαλμός 89:3, 4)
Η Βηθ-σαβεέ λουόμενη, έργο του Φραντσέσκο Χάγιεζ.

Παρ' όλη την ισχυρή πίστη και την αποκλειστική αφοσίωσή του προς τον Θεό, ο Δαβίδ διέπραξε ορισμένα πολύ σοβαρά παραπτώματα. Σκότωσε 7 απογόνους του βασιλιά Σαούλ, απαρίθμησε το λαό, μοίχεψε με τη Βηθ-σαβεέ (Βηρσαβεέ) και σκότωσε μέσω πλεκτάνης τον σύζυγός της Ουρία[24]. Ο προφήτης Νάθαν τον έλεγξε με θάρρος για τις ανήθικες πράξεις του και ο Δαβίδ μετανόησε ολόκαρδα και μεταμελήθηκε για την προηγούμενη πορεία του. Αλλά ο Θεός δεν απέτρεψε τις σκληρές συνέπειες των αμαρτιών του που επήλθαν στη ζωή του. Για παράδειγμα, ο γιος του Αβεσσαλώμ στασίασε εναντίον του σφετεριζόμενος τη βασιλεία του, με θλιβερό όμως τέλος, κάτι που προκάλεσε μεγάλο πόνο στον Δαβίδ[25].
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του

Τα τελευταία χρόνια της ζωής ήταν περίοδος πολύ συχνών πολέμων με τους Φιλισταίους[26]. Ο γιος του Αδωνίας προσπάθησε να αποσπάσει το θρόνο από τον Σολομώντα, τελικά όμως με την παρέμβαση του Νάθαν απεφεύχθη[27]. Οι συμφορές αυτές έκαναν τον Δαβίδ ακόμη πιο ταπεινό και τον έφεραν πιο κοντά στο Θεό.

Ο Δαβίδ διακρίθηκε, επίσης, ως εξαιρετικός μουσικός. Ως ψαλμωδός και ποιητής του Ισραήλ, απολάμβανε να ψάλλει ύμνους δοξολογίας με ποικίλα θέματα[28]. Ήταν επιδέξιος κιθαρωδός και διάσημος για τις μουσικές του ικανότητες[29]. Συνέθεσε ύμνους, κατασκεύασε και εφηύρε όργανα για λατρευτική χρήση, δημιούργησε την ορχήστρα του Ναού με 4.000 μουσικά όργανα και οργάνωσε τη λατρεία στο Ναό[30]. Έγραψε τουλάχιστον 73 ψαλμούς, οι οποίοι ακόμα και σήμερα αποτελούν μέρος της λατρείας Ιουδαίων και Χριστιανών.

Βασίλευσε για 40 χρόνια —επτά από τα οποία στη Χεβρώνα και άλλα 33 στην Ιερουσαλήμ— και «υπηρέτησε πιστά τη βουλή του Θεού στη γενιά του». (2 Σαμ. 5:4· 1 Βασ. 2:11· Πράξεις 13:36) Πριν πεθάνει έδωσε κατευθυντήριες οδηγίες στο γιο του Σολομώντα[31]. Θεωρείται ως ο σπουδαιότερος βασιλιάς του Ισραήλ και μία από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες των Εβραϊκών Γραφών. Πέθανε ειρηνικά σε ηλικία 70 χρόνων και θάφτηκε στην πόλη Δαβίδ[32]. (1 Βασ. 2:10)

Στην Καινή Διαθήκη
Όπως ο Δαβίδ, ο Ιησούς αποκλήθηκε «ο καλός ποιμένας»[33].

Σύμφωνα με τις Χριστιανικές Γραφές, ο Δαβίδ υπήρξε προφητικός τύπος του Χριστού. Μάλιστα, ο Ιησούς γεννήθηκε από τη βασιλική γραμμή του Δαβίδ ως ο προειπωμένος Μεσσίας. Γι' αυτό και ο Ιησούς Χριστός καλείται και «Γιος του Δαβίδ»[34]. Ο άγγελος Γαβριήλ είπε στην παρθένα Μαρία σχετικά με το ένδοξο παιδί που κυοφορούσε: «Αυτός θα είναι μεγάλος, και Γιος του Υψίστου θα ονομαστεί. Και θα του δώσει ο Κύριος ο Θεός το θρόνο του Δαβίδ του προπάτορά του»[35]. Ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι ο Ιησούς Χριστός «παίρνοντας ανθρώπινη φύση, ήρθε στον κόσμο από το γένος του Δαβίδ», ενώ περιγράφεται από τον Ιωάννη να λέει ο ίδιος ο ενδοξασμένος Ιησούς: «Εγώ είμαι η ρίζα και το γένος του Δαβίδ, το αστέρι το λαμπρό, το πρωινό»[36].

The Story of David and Goliath, Francesco di Stefano Pesellino

The Triumph of David, Francesco di Stefano Pesellino

David, Ugolino di Nerio

King David, Juan Correa de Vivar


David with the Head of Goliath, Michelangelo Caravaggio

David, Andrea del Castagno

David and Bathseba, Louis-Jean-Francois Lagrenee

David with Goliath's head before Saul, Rembrandt Harmensz. van Rijn

David playing the harp before Saul, Rembrandt Harmensz. van Rijn

David's Farewell to Jonathan, Rembrandt Harmensz. van Rijn

The Meeting of David and Abigail, Peter Paul Rubens

The Anointment of David, Paolo Veronese

David Slaying Goliath, Peter Paul Rubens

David with the Head of Goliath, Guido Reni

David with the Head of Goliath, Detail, Guido Reni

David With The Head Of Goliath, Bernardo Strozzi

David, Nicolas Tournier

David dancing before the Holy Ark, Francesco Salviati


David, Giovanni Andrea Sirani

The victorious return of David, Pierre Brebiette


David prevents Abishai to kill Saul, Rembrandt Harmensz. van Rijn


David playing on the harp before Saul, Rembrandt Harmensz. van Rijn


David transmits Nathan his son's education, Rembrandt Harmensz. van Rijn


David spared Saul, Rembrandt Harmensz. van Rijn


David obtains the crown of Saul, Rembrandt Harmensz. van Rijn


The covenant between David and Jonathan, Rembrandt Harmensz. van Rijn


The prophet Nathan before David, Rembrandt Harmensz. van Rijn


The prophet Nathan before David, Rembrandt Harmensz. van Rijn


The prophet Nathan before David, Rembrandt Harmensz. van Rijn


The Praying David, Rembrandt Harmensz. van Rijn

Allegory of the Prophet David, Agostino Carracci


Υποσημειώσεις

↑ Γράφεται επίσης Δαυίδ ή Δαυείδ.
↑ 1 Σαμ. 17:12· 2 Σαμ. 5:4· 1 Χρον. 10:14.
↑ 1 Σαμ. 16:11, 12
↑ Αργότερα ο πατέρας της ο Σαούλ την έδωσε σε γάμο με τον Φαλτί λόγω της μακράς απουσίας του Δαβίδ. (1 Σαμ. 25:44)
↑ 1 Σαμ. 18:27· 25:43, 44· 27:3· 2 Σαμ. 2:2, 12:24.
↑ Εκείνη την περίοδο επέστρεψε σε αυτόν και η Μιχάλ, η κόρη του Σαούλ.
↑ 2 Σαμ. 3:2-5· 1 Χρον. 3:1-4
↑ 2 Σαμ. 5:13-16· 1 Χρον. 3:5-9· 14:3-7.
↑ 1 Σαμ. 16:1-13.
↑ 1 Σαμ. 18:1-4.
↑ 1 Σαμ. 16:14-23· 17:15.
↑ 1 Σαμ. 17:31-54· 18:6-16
↑ 1 Σαμ. 23:14-27· κεφ. 26· Ψαλμός 54.
↑ 1 Σαμ. κεφ. 25, 26.
↑ 1 Σαμ. κεφ. 9.
↑ 1 Σαμ. 27:8-12· κεφ. 28.
↑ 1 Σαμ. 31:1-9· 2 Σαμ. 1:1-27.
↑ 2 Σαμ. 2:7· 5:4.
↑ 2 Σαμ. κεφ. 4· 5:1-5· 1 Χρον. 11:10· 12:38.
↑ 2 Σαμ. 5:17-25· 8:1-3· κεφ. 10· 1 Βασιλέων 11:15· 1 Χρον. 14:8-17· 18:1-13· Ψαλμός 60:9, 10.
↑ 1 Χρον. 27:1-15.
↑ 1 Χρον. κεφ. 15, 16, 23-26.
↑ 1 Χρον. 22:8· 28:3.
↑ 2 Σαμ. 21:7-9· κεφ. 10, 11· Ψαλμοί 32, 51.
↑ 2 Σαμ. 16:20-22· 18:33-19:8.
↑ 2 Σαμ. 21:15-22.
↑ 1 Βασ. κεφ. 1.
↑ 1 Χρον. 15:27, 28· 16:41,42· 23:30.
↑ 1 Σαμ. 16:18.
↑ 1 Χρον. κεφ. 15, 16· 23:5· 2 Χρον. 7:6· Νεεμίας 12:24, 36· Αμώς 6:5.
↑ 1 Βασ. 2:1-9.
↑ Η πόλη Δαβίδ ήταν η Σιών στην Ιερουσαλήμ. (2 Σαμουήλ 5:7)
↑ Στην Καινή Διαθήκη, βλέπε Ιωάννης 10:11, 14· Εβραίους 13:20. Οι εμπειρίες και τα αισθήματα του Δαβίδ ως ποιμένα πολύ πιθανόν να περιγράφονται στους Ψαλμούς 8, 19, 23 (22) και 29 (28).
↑ Ματθαίος 1:1· 9:27· 12:23· 15:22· 21:9· 22:42· Μάρκος 10:47, 48· 12:35· Λουκάς 18:38· 20:41. Μάλιστα κάποιοι εκκλησιαστικοί πατέρες, θεωρώντας τον Ιησού ως τον ενσαρκωμένο Θεό, αποκάλεσαν τον Δαβίδ «Θεοπάτωρ». (Επιφάνειος ο Σαλαμίνος, Λόγος εις την Θεόσωμον Ταφήν του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού 43.453 «Δαβὶδ ὁ Θεοπάτωρ»· Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Λόγος Περί Ψευδοπροφητών 59.559 «ὁ θεοπάτωρ Δαυῒδ»)
↑ Λουκ. 1:32.
↑ Ρωμαίους 1:3· Αποκάλυψη 22:16.

Βλέπε επίσης

Ισραήλ
Σολομών

Βιβλιογραφία

Βιβλική Εγκυκλοπαίδεια: Λήμμα «Δαβίδ».
Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1, 1989, Β. & Φ. Ε. Σκοπιά (Αγγλικά).
Κούτσικος, Κωνσταντίνος Δημητρίου. "Η οργάνωση του Ισραήλ κατά τη βασιλεία του Δαβίδ (10ος αι. π.Χ)". Διπλωματική εργασία- Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, 2012.

Εγκυκλοπαίδεια Ισραήλ

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License