Ο Χονζάλες Κόκουες (φλαμανδικά: Gonzales Coques,[3] μεταξύ 1614 και 1618 - 18 Απριλίου 1684) ήταν Φλαμανδός ζωγράφος πορτρέτων και ιστορικών θεμάτων.[4] Λόγω της καλλιτεχνικής του ομοιότητα με τα έργα του Άντονι βαν Ντάικ, έλαβε το προσωνύμιο "de kleine van Dyck" (ο μικρός βαν Ντάικ). Ο Κόκουες εργάστηκε, επίσης, ως έμπορος έργων τέχνης.[5]
Portrait of a Woman as Saint Agnes
Sight (Portrait of Robert van den Hoecke)
Smell (Portrait of Lucas Fayd'herbe)
Βιογραφία
Ο Κοκουές γεννήθηκε στην Αμβέρσα, γιος του Πίτερ Βίλλεμσεν Κοκ και της Άννε Μπέυς. Δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη η ακριβής ημερομηνία γέννησής του. Οι εκτιμήσεις εκτείνονται μεταξύ 8ης Δεκεμβρίου 1614, οπότε κάποιος(α) Χονζάλα Κόκουες βαπτίστηκε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου της Αμβέρσας (πιθανόν μεγαλύτερη αδελφή του, αν και η κατάληξη "α", που υποδεικνύει θήλυ άτομο, συνηθιζόταν και στα αγόρια στην Αμβέρσα του 17ου αιώνα) και του 1618, όπως αναγράφεται κάτω από το χαρακτικό της προσωπογραφίας του στο βιογραφικό βιβλίο Het Gulden Cabinet του Κορνέλις ντε Μπι του 1611. Η ημερομηνία αυτή είναι λιγότερο πιθανή, καθώς ο Κοκουές άρχισε τη μαθητεία του το 1626, κάτι πιο πιθανό για 12χρονο αγόρι παρά για 8χρονο.[6]
Έφιππο πορτρέτο ζεύγους
Ο Χονζάλες Κόκουες καταγράφεται για πρώτη φορά το 1626-1627 στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της Αμβέρσας ως μαθητής του Πίτερ Μπρίγκελ του νεότερου ή του γιου του, Πίτερ Μπρίγκελ ΙΙΙ.[5] Ο Ντάβιντ Ράικερτ (δεν είναι σαφές αν πρόκειται για τον Ντάβιντ Ράικερτ Ι ή τον γιο του, Ντάβιντ Ράικερτ ΙΙ) αναφέρεεται ως δάσκαλός του σε πορτρέτο χαραγμένο από τον Γιοάννες Μάισσενς, που περιλήφθηκε στην έκδοση του Μάισσενς Image de divers hommes of 1649.[6][7] Ο Κόκουες έγινε "Δάσκαλος" στη Συντεχνία το 1640-41. Στις 11 Αυγούστου 1643 νυμφεύτηκε την Καταρίνα Ράικερτ (η οποία απεβίωσε στις 2 Ιουλίου 1674), θυγατέρα του Ντάβιντ Ράικερτ ΙΙ, του υποτιθέμενου Δασκάλου του. Ο επιφανής ζωγράφος της Αμβέρσας Ντάβιντ Ράικερτ ΙΙΙ ήταν, κατά συνέπεια, κουνιάδος του. Η θυγατέρα τους, Καταρίνα Χονζαλίνε γεννήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 1644.[6] Από τον γάμο αυτό γεννήθηκε και δεύτερη θυγατέρα.[4]
Από την υφολογική ανάλυση τεκμαίρεται ότι ο Κόκουες πιθανότατα εργαζόταν για τον βαν Ντάικ. Η πρώτη περίοδος συνεργασίας τους πιθανόν ήταν μεταξύ 1629 και 1632, δηλ. μετά την επιστροφή του βαν Ντάικ στη Φλάνδρα και την αναχώρησή του για την Αγγλία. Η δεύτερη περίοδος ήταν κατά τα έτη 1634 - 1635, όταν ο βαν Ντάικ είχε επιστρέψει στην Αμβέρσα. Η πολύ καλή γνώση μερικών από τις όψιμες συνθέσεις του βαν Ντάικ στην Αγγλία, δείχνει πιθανή διαμονή του Κόκουες στη χώρα, κατά τη διάρκεια της τελευταίας παραμονής του βαν Ντάικ εκεί. Αυτό εξηγεί και γιατί το εγχάρακτο πορτρέτο που δημιούργησε ο Μάισσενς αναφέρει ότι ο Κόκουες εργάστηκε για τον Κάρολο Α΄ της Αγγλίας. Εργάστηκε, επίσης, για τους δυο γιους του Καρόλου Α΄, Χένρυ Στούαρτ, Δούκα του Γκλόστερ και Κάρολο Β΄ της Αγγλίας κατά την εξορία τους στη Μπρυζ κατά την περίοδο 1656 -1657.[5]
Αριστοκράτης με τις δυο του θυγατέρες
Παρόμοιο ταξίδι στο εξωτερικό θα εξηγούσε, επίσης, το μεγάλο κενό μεταξύ της χρονολογίας που ο Κόκουες άρχισε τη μαθητεία του (1620) και αυτής που έγινε "Δάσκαλος" στη Συντεχνία (1640).[4]
Ο Κόκουες ήταν μέλος των Συντεχνιών ρητορικής στην Αμβέρσα. Υπηρέτησε δύο φορές ως "Διάκονος" στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά.[4] Το 1671 έγινε ο Αυλικός ζωγράφος του Χουάν Ντομίνικο ντε Θουνίγα υ Φονσέκα, Κυβερνήτη των Νότιων Κάτω Χωρών, ο οποίος διέμενε στις Βρυξέλλες.[6]
Μετά τον θάνατο της πρώτης συζύγου του, ο Κόκουες νυμφεύτηκε την Καταρίνα Ραϊσέφελς (Catharina Rysheuvels) στις 21 Μαρτίου 1675 (αυτή απεβίωσε στις 25 Νοεμβρίου 1684.[6]). Το ζευγάρι δεν απέκτησε παιδιά.[4]
Ο Κόκουες εργάστηκε για την οικονομικά εύρωστη αριστοκρατία της Αμβέρσας, καθώς και για αριστοκράτες πάτρονες, όπως οι Χουάν Ντομίνικο ντε Θουνίγα υ Φονσέκα, Ιωάννης της Αυστρίας ο νεότερος, Φρειδερίκος Γουλιέλμος, εκλέκτορας του Βρανδεμβούργου και Φρειδερίκου-Ερρίκου, πρίγκηπα της Οράγγης.[4]
Ο Κόκουες απολάμβανε της πατρονίας της Ολλανδικής Αυλής στη Χάγη, πιθανόν επειδή τα έργα του ήταν στο ύφος του βαν Ντάικ και είχαν ως χαρακτηριστικά σκηνές με βοσκούς και βοσκοπούλες, που ταίριαζαν στις προτιμήσεις της Αυλής της εποχής.[8]
Ελάχιστα είναι γνωστά για τις πρακτικές εργαστηρίου του Κόκουες. Οι κατάλογοι της Συντεχνίας του Αγίου Λουκά καταγράφουν δύο μαθητές του, τους Κορνέλις φαν ντερ Μπος (1643/44) και Λενάρντους-Φρανσίσκους Φέρντουσσεν (1665/66), καλλιτέχνες για τους οποίους τίποτε άλλο δεν είναι γνωστό.[5]
Απεβίωσε στην Αμβέρσα στις 18 Απριλίου 1684.[6]
Έργο
Γενικά
Η οικογένεια του Jan-Baptista Anthoine
Ο Κόκουες είναι κατά κύριο λόγο γνωστός ως ζωγράφος ατομικών και οικογενειακών πορτρέτων, τα οποία τυπικά είναι φτιαγμένα σε κλίμακα μικρότερη αυτής που συνηθιζόταν κατά την εποχή του. Αν και αυτοί οι μικροί πίνακες αναφέρονται ως "conversation pieces" (πίνακες που απεικονίζουν με κομψότητα ομαδικά πορτρέτα, των οποίων πιστώνεται ως ο επινοητής, οι σύγχρονοι λόγιοι εμφατικά υποστηρίζουν ότι τα ομαδικά πορτρέτα του πρέπει να θεωρούνται περισσότερο "αφηγηματικά πορτρέτα" παρά πορτρέτα - ρωπογραφίες, "conversation pieces" ή χαρούμενες συντροφιές.[5][9]
Παρά την προτίμησή του να δημιουργεί μικρών διαστάσεων πίνακες, είναι γνωστό ότι ζωγράφισε και πορτρέτα μεγάλων διαστάσεων και πίνακες με ιστορικά θέματα, σε συνεργασία με άλλους καλλιτέχνες, στην Αυλή της Χάγης, αλλά περισσότερες λεπτομέρειες δεν είναι γνωστές. Τέλος, ο Κόκουες συνεργάστηκε και οργάνωσε την εκτέλεση των αποκαλουμένων "πινάκων με πινακοθήκες".
Πορτρέτα
Ο Κόκουες είναι γνωστός κυρίως για τα πορτρέτα του και, ιδιαίτερα, για τα ομαδικά πορτρέτα του. Το έργο του δείχνει επιδράσεις από μεγάλους ζωγράφους της Αμβέρσας, όπως ο Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς. Εν τούτοις, αυτός που άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή στο έργο του ήταν ο βαν Ντάικ. Μερικά από τα έργα του Κόκουες είναι όντως δυνατό να θεωρηθούν μεταφορές συνθέσεων του βαν Ντάικ σε μικρότερη κλίμακα. Μπορεί να επιωθεί ότι προμήθευε την ευκατάστατη αριστοκρατία με έργα παρόμοια με αυτά που ο βαν Ντάικ προμήθευε τον αριστοκράτη πάτρονά του.[5] Στον ρόλο αυτό υποκατέστησε, κατά τη δεκαετία του 1640, τον άλλο κορυφαίο πορτρετίστα της αριστοκρατίας του 17ου αιώνα στην Αμβέρσα, τον Κορνέλις ντε Φος, ο οποίος εκείνη την εποχή είχε επικεντρωθεί περισσότερο σε πίνακες με ιστορικό περιεχόμενο.[10]
Πορτρέτο οικογένειας σε ένα τοπίο
Σε αυτόν πιστώνεται η εισαγωγή ενός νέου είδους πορτρέτου στη Φλάνδρα: Μικρής κλίμακας ομαδικά πορτρέτα, στα οποία οι απεικονιζόμενοι εμφανίζονται να κάνουν τις καθημερινές τους δραστηριότητες στο σπίτι ή στον κήπο τους.[4] Τα πορτρέτα αυτά ήταν αφηγηματικής περισσότερο παρά ρωπογραφικής φύσεως.[5] Από τις πρώιμες "δοκιμαστικές" συνθέσεις του αργότερα αναπτύσσει την ικανότητα να συνθέτει καλά οργανωμένες πολύπλοκες σκηνές.[4] Τα πορτρέτα αυτά είχαν τις ρίζες τους στην προσωπογραφία της αριστοκρατίας και είχαν ως σκοπό να αναδείξουν το στάτους και τα προνόμια των εικονιζομένων. Για τον σκοπό αυτόν απεικονίζονται σε σκηνές που τονίζουν τα πνευματικά και υλικά τους επιτεύγματα, όπως μουσικές εκτελέσεις, γεύματα εκτός οικίας, ήσυχους περιπάτους και κυνηγετικές σκηνές. Στις συνθέσεις του ενσωμάτωσε στοιχεία ενετικής ζωγραφικής, όπως κλασικά αρχιτεκτονήματα και υφάσματα, όπως πρωτοποριακά είχε κάνει ο βαν Ντάικ.[10]
Τα οικογενειακά πορτρέτα του δεν είναι ποτέ στερεότυπα, αν και οι πελάτες του είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν από μοντέλα - δείγματα. Αυτό εξηγεί γιατί εμφανίζονται πρόσωπα σε ίδιες πόζες σε μια σειρά από διαφορετικές εικόνες. Εν τούτοις, κάθε παρασκήνιο είναι διαφορετικό.[5] Χαρακτηριστικό παράδειγμα οικογενειακού πορτρέτου είναι η σύνθεση Πορτρέτο οικογένειας σε ένα τοπίο (σήμερα στη Συλλογή Ουάλλας). Απεικονίζει τον πατέρα της οικογένειας να κρατά κόσμια το χέρι της συζύγου του, ενώ με το άλλο χέρι δείχνει τους γιους του που επιστρέφουν από κυνήγι. Η εικόνα καταδεικνύει την προνομιούχο θέση των μελών της οικογένειας, καθώς το κυνήγι, λίγο πριν τη χρονολογία δημιουργίας του πίνακα΄, αποτελούσε αποκλειστικό προνόμιο των ευγενών. Η θυγατέρα συντροφεύει τους γιους. Το καλάθι με τα φρούτα που μεραφέρει μπορεί να είναι αλληγορία της ελπίδας ενός καρποφόρου γάμου.[11] Ο καλοδιατηρημένος κήπος διακοσμείται με γλυπτά και κρήνες και αποκαλύπτει το στάτους και την οικονομική επιφάνεια των απεικονιζομένων. Τηρείται σαφώς και η οικογενειακή ιεραρχία, αλλά η τοποθέτηση των απεικονιζομένων δεν είναι τυπική, λόγω της παρουσίας παιδιών και κατοικιδίων.[5] Πιθανόν το παρασκήνιο του πίνακα να έχει δημιουργηθεί από άλλον καλλιτέχνη.[11]
Αλληγορικά πορτρέτα
Όραση (Πορτρέτο του Ρόμπερτ φαν ντεν Χούκε (Robert van den Hoecke))
Ο Κόκουες ζωγράφισε μερικές σειρές αλληγορικών πορτρέτων που απεικονίζουν τις πέντε αισθήσεις. Ως μοντέλα για τα πορτρέτα αυτά χρησιμοποίησε συναδέλφους του καλλιτέχνες από την Αμβέρσα. Η σειρά στο Βασιλικό Μουσείο Καλών Τεχνών Αμβέρσας αποτελείται από τα εξής πορτρέτα: Όραση (πορτρέτο του Άρτους Κουελλίνους του πρεσβύτερου, Ακοή (πορτρέτο του Γιαν Φίλιπ φαν Τίλεν), Όσφρηση (πορτρέτο του Λούκας Φάιντερμπε), Αφή (πορτρέτο του Πίτερ Μέιρτ) και Γεύση (πιθανόν αυτοπροσωπογραφία). Ο Κόκουες δημιούργησε αρκετές σειρές με το ίδιο θέμα. Υπάρχουν πλήρεις σειρές στο Εθνικό Μουσείο Μπρούκενταλ στο Σίμπιου της Ρουμανίας και στην Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου.[12]
Καθένας από τους απεικονιζομένους εμφανίζεται απασχολημένος σε ενέργειες που αντιπροσωπεύουν την αντίστοιχη αίσθηση, σύμφωνα με την οποία ονομάζεται ο πίνακας. Για παράδειγμα, στον πίνακα Όραση στην Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου, ο Ρόμπερτ φαν ντεν Χούκε εμφανίζεται με μια παλέτα και πινέλα στο ένα του χέρι, ενώ κρατά με το άλλο έναν ολοκληρωμένο πίνακα ενός τοπίου. Ο φαν ντεν Χούκε ήταν ζωγράφος, ο οποίος επίσης υπηρέτησε και ως Contrôleur des fortifications (επιθεωρητής των οχυρώσεων} στη Φλάνδρα και ο χάρτης, η ζώνη που κρέμεται από τον ώμο του και το σπαθί αναφέρονται στο αξίωμα αυτό.[13]
Πίνακες με αίθουσες εκθέσεων
Ο Κόκουες εργάστηκε επίσης στο είδος ζωγραφικής που αποκαλείται "πίνακας με αίθουσες εκθέσεων". Το είδος αυτό είναι γηγενές της Αμβέρσας, όπου οι Φρανς Φράνκεν ο νεότερος και Γιαν Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος ήταν οι πρώτοι ζωγράφοι που δημιούργησαν πίνακες που απεικόνιζαν έργα τέχνης και συλλογές περίεργων αντικειμένων κατά τη δεκαετία του 1620.[14] Οι πίνακες αυτού του είδους απεικονίζουν μεγάλες αίθουσες, στις οποίες εκτίθενται πολλοί πίνακες και άλλα πολύτιμα αντικείμενα σε κομψό περιβάλλον.
Εσωτερικό αίθουσας εκθέσεων με μορφές
Τα πρώιμα έργα αυτού του είδους απεικονίζουν αντικείμενα τέχνης μαζί με άλλα αντικείμενα, όπως επιστημονικά όργανα ή περίεργα δείγματα οργανισμών. Το είδος έγινε αμέσως ιδιαίτερα δημοφιλές και το υποστήριξαν και άλλοι καλλιτέχνες, όπως οι Γιαν Μπρίγκελ ο νεότερος, Κορνέλις ντε Μπελιέρ, Χανς Γιόρντενς, Ντάβιντ Τένιερς ο νεότερος, Χίλλις φαν Τίλμπορχ, Βίλχεμ Σούμπερτ φαν Έρενμπερχ και Χιερόνυμους Γιάνσσενς. Οι πίνακες απεικονίζουν είτε πραγματικές είτε φανταστικές αίθουσες, ορισμένες φορές με αλληγορικές μορφές. Ο Κόκουες διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο είδος κατά το δεύτερο ήμισυ του 17ου αιώνα και είναι γνωστό ότι επέβλεπε την εκτέλεση αυτού του είδους πινάκων, που συνήθως απαιτούσε τη συνεργασία πολλών ζωγράφων.[15]
Παράδειγμα έργου του Κόκουες σε αυτό το είδος ζωγραφικής είναι ο πίνακας Εσωτερικό πινακοθήκης με μορφές ( σήμερα στο Mauritshuis, Χάγη). Πιθανόν πρόκειται για συνεργασία με τον Ντιρκ φαν Ντέλεν, ο οποίος ζωγράφισε το αρχιτεκτονικό σκηνικό. Παλαιότερα πιστευόταν ότι το αρχιτεκτονικό σκηνικό είχε δημιουργηθεί από τον Βίλχελμ Σούμπερτ φαν Έρενμπερχ. Η σύνθεση απεικονίζει μια μεγάλη πινακοθήκη με πολλούς πίνακες στους τοίχους και τοποθετημένους όρθιους στο δάπεδο. Ένας άνδρας και μια γυναίκα κάθονται στο τραπέζι, πάνω στο οποίο είναι τοποθετημένα πολλά γλυπτά και πλάι τους στέκονται δυο παιδιά. Πιθανόν η σύνθεση να απεικονίζει τον συλλέκτη από την Αμβέρσα Άντοον φαν Λέιντεν (1626-1686), τη σύζυγό του Μαρίε-Αν Εϊβέρφεν και τις δυο τους θυγατέρες.[16] Το ζευγάρι φαίνεται ότι βρίσκεται στη διαδικασία εκτίμησης και συζήτησης ορισμένων έργων τέχνης στην πινακοθήκη. Η σύνθεση αυτή αντιπροσωπεύει μια ύστερη εξέλιξη του είδους, την οποία πρωτοεισήγαγε ο Ντάβιντ Τένιερς ο νεότερος, η οποία δεν δέχεται ύπαρξη αντικειμένων πλην έργων τέχνης στην πινακοθήκη. Οι μορφές απεικονίζονται ως να αποτελούν τμήμα μιας ελίτ, η οποία κατέχει προνομιακές γνώσεις πάνω στην τέχνη. Αυτό το είδος ζωγραφικής είχε, εκείνη την εποχή, καταστεί ένα μέσο για να τονίζει την αντίληψη ότι οι δυνάμεις της δυνατότητας διάκρισης που σχετίζονται με τη γνώση της τέχνης είναι κοινωνικά ανώτερες από άλλες μορφές γνώσης. Οι πίνακες που απεικονίζονται φαίνεται να αντιπροσωπεύουν έργα κορυφαίων ζωγράφων της Αμβέρσας. Η παρουσία των παιδιών σε αυτό το είδος σύνθεσης εξηγείται από τη δημοφιλία που παρουσίασε στις Κάτω Χώρες, κατά τις δεκαετίες 1660 και 1670, η απεικόνιση σκηνών εσωτερικών κατοικιών και "κανονικών" ανθρώπων.[15]
Συνεργασίες
Ο Κόκουες συνεργαζόταν τακτικά με ειδικευμένους ζωγράφους. Καταγράφονται (ή αποδίδονται) συνεργασίες του με τους εξής καλλιτέχνες:Φρανς Φράνκεν ο νεότερος, Φρανς Βάουτερς, Χασπάρ ντε Βίττε και Ζαν ντ'Αρτουά (τοπιογράφοι), Γιαν Πέιτερς Ι (ναυτικές σκηνές), Πίτερ Νέιφς ο πρεσβύτερος και Πίτερ Νέιφς ο νεότερος (ζωγράφοι αρχιτεκτονημάτων), καθώς και με τον Ντιρκ φαν Ντέλεν.[5]
Πορτρέτο άνδρα σε γιρλάντα, συνεργασία με τον Ντάνιελ Σέγκερς
Όταν, το 1649, ο Κόκουες ανέλαβε την παραγγελία για τη διακόσμηση του Oranjezaal στο Huis ten Bosch, το εξοχικό της χήρας του κυβερνήτη της Χάγης Αμάλια φον Ζολμς, οργάνωσε τους συναδέλφους του ζωγράφους, όπως οι Πίτερ Τάις, Γιούστους Νταννέιλς και Πίτερ ντε Βίττε ΙΙ για να εκτελεστεί η παραγγελία.[4]
Ο Κόκουες σποραδικά εργάστηκε σε πίνακες με γιρλάντες, στους οποίους ζωγράφιζε τις μορφές, ενώ τις γιλράντες λουλουδιών ή φρούτων ζωγράφιζε κάποιος άλλος καλλιτέχνης. Στους πίνακες αυτούς τυπικά απεικονίζεται μια γιρλάντα από άνθη ή φρούτα, που περιβάλλει μιαν αναθηματική εικόνα ή άλλο θρησκευτικό σύμβολο, όπως ο Καθαγιασμένος Άρτος.[14] Αυτό το είδος πινάκων εξελίχθηκε στην Αμβέρσα του 17ου αιώνα, ως ειδικός τύπος νεκρής φύσης από καλλιτέχνες όπως οι Γιαν Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος και Χέντρικ φαν Μπάλεν κατά παράκληση του Ιταλού Καρδιναλίου Φεντερίκο Μπορρομέο].[14][17] Άλλοι καλλιτέχνες που συνέβαλαν στο είδος αυτό ήταν οι Άντριες Ντάνιελς, Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς και Ντάνιελ Σέγκερς. Το είδος αρχικά συνδέθηκε με την οπτική απεικόνιση της κίνησης της Αντιμεταρρύθμισης.[17] Πηγή περαιτέρω έμπνευσης αποτέλεσε η λατρεία και η αφοσίωση στην Παρθένο Μαρία, που κυριαρχούσε στην Αυλή των Αψβούργων (τότε κυβερνητών των νότιων Κάτω Χωρών) και στην Αμβέρσα γενικά.[14][17]
Πιστεύεται ότι ο Κόκουες συνεργάστηκε με τους ειδικευμένους σε νεκρές φύσεις καλλιτέχνες όπως οι Χέραρντ Σέγκερς, Γιαν Μπρίγκελ ο νεότερος και Καταρίνα Άικενς - Φλοκέ για τη δημιουργία πινάκων με γιρλάντες.[6]
Παραπομπές
Το δείπνο των καλλιτεχνών
«Gonzales Coques». RKDartists. 18264.
«Gonzalès Coques». (Αγγλικά) Benezit Dictionary of Artists. 2006. B00042008. ISBN-13 978-0-19-977378-7.
Παραλλαγές του ονόματος: Gonzalve Coc, Gonsaeles Cocx, Gonzales Coquez, Gonsalo Kocks, Gonsael Kockque, καταγεγραμμένος στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά ως Gonzales Cocx
Veronique van Passel, "Coques [Cocks; Cox], Gonzales [Consael; Gonsalo]," Grove Art Online. Oxford University Press, [accessed 4 October 2015.
Ursula Härting, Review of Marion Lisken-Pruss, Gonzales Coques (1614-1684). Der kleine Van Dyck (Pictura Nova. Studies in 16th- and 17th- Century Flemish Painting and Drawing XIII). Turnhout: Brepols 2013. 495 pp, 29 col. pls, 120 b&w illus. ISBN 978-2-503-51568-7, in: historians of netherlandish art, Newsletter and Review of Books Vol. 30, No. 2, November 2013, p. 46-47
Gonzales Coques στο Ολλανδικό Ίδρυμα Ιστορίας της Τέχνης (Dutch)
Δείτε το Liggeren, σελ. 635
Hans Vlieghe, Constantijn Huygens en de Vlaamse schilderkunst van zijn tijd, in: De zeventiende eeuw. Jaargang 3, p. 190-201 (Dutch)
Hans Vlieghe (1998). Flemish Art and Architecture, 1585-1700. Pelican history of art. New Haven: Yale University Press, σελ. 146–148. ISBN 0-300-07038-1.
Bert Timmermans, Patronen van patronage in het zeventiende-eeuwse Antwerpen: een elite als actor binnen een kunstwereld, Amsterdam University Press, 2008 - Antwerp (Belgium), p. 170-171 (Dutch)
Gonzales Coques (1614 - 1684), A Family Group in a Landscape at the Wallace Collection
Provisional list of Dutch and Flemish paintings in the Brukenthal Museum, Sibiu at codart
Gonzales Coques, Sight (Portrait of Robert van den Hoecke) at the National Gallery
Susan Merriam, Seventeenth-Century Flemish Garland Paintings. Still Life, Vision and the Devotional Image, Ashgate Publishing, Ltd., 2012
Marr, Alexander (2010) 'The Flemish 'Pictures of Collections' Genre: An Overview', Intellectual History Review, 20: 1, 5 — 25
Gonzales Coques and Dirck van Delen , Familie in een interieur met een schilderijenverzameling στο Ολλανδικό Ίδρυμα Ιστορίας της Τέχνης (Dutch)
David Freedberg, "The Origins and Rise of the Flemish Madonnas in Flower Garlands, Decoration and Devotion", Münchener Jahrbuch der bildenden Kunst, xxxii, 1981, pp. 115–150.
Περαιτέρω ανάγνωση
Marion Lisken-Pruss, Gonzales Coques (1614-1684): Der Kleine Van Dyck, Brepols Publishers, 2011
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License