.
Με τον όρο Ρητορική, (από την ελληνική λέξη ῥήτωρ), στο σύγχρονο εννοιολογικό του πλαίσιο εννοείται εκείνος ο τομέας μελέτης και τεχνικής που ασχολείται με τη σύνθεση του προφορικού και του γραπτού λόγου στις σύγχρονες μορφές εκφοράς του, προκειμένου να καταστεί μέσον πειστικότητας και αποτελεσματικότητας επί κάποιου αιτίου. Η ρητορική είναι μια πολυσύνθετη τεχνική σπουδή.
»
Αριστοτέλης, Ρητορική 1/κεφάλαιο 1.1
Γενικά
Ιστορικά η κλασική ρητορική ανάγεται στη σχολή των προσωκρατικών φιλοσόφων και τους Σοφιστές. Στους μεταγενέστερους μεσαιωνικούς χρόνους έγινε μαζί με τη Γραμματική και τη Διαλεκτική τμήμα του λεγόμενου trivium, (τριπλής φιλολογικής μελέτης), στον δυτικό πολιτισμό. Στους αρχαίους και μεσαιωνικούς χρόνους η γραμματική σχετιζόταν με την ακριβή και αποτελεσματική χρήση της γλώσσας μέσω της μελέτης και της κριτικής συγκεκριμένων φιλολογικών μοντέλων. Η διαλεκτική με τη σειρά της σχετιζόταν με τη δοκιμασία και επινόηση νέας γνώσης μέσω μιας διαδικασίας ερωταποκρίσεων και τέλος η ρητορική με την πειθώ του δημόσιου προφορικού λόγου, πιθανώς σε πολιτικές συγκεντρώσεις ή σε δικανικές διαδικασίες. Υπό αυτή την έννοια η ρητορική σχετίσθηκε στη σύγχρονη εποχή με τις αποκαλούμενες δημοκρατικές κοινωνίες με δικαιώματα ελευθερίας του λόγου και ελεύθερης συγκέντρωσης, ενώ αυτή η συσχέτιση υπήρχε στον ελλαδικό χώρο από την αρχαιότητα.
Ρητορική τέχνη
Πραγματεία του Αριστοτέλη σε τρία βιβλία για τη ρητορική. Η συγγραφή της υπολογίζεται πώς πρέπει να έγινε μεταξύ 334 και 323 π.Χ.. Στα δύο πρώτα βιβλία ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος πραγματεύτηκε τη θεωρία και τις αρχές και στο τρίτο το λεκτικό της ρητορικής τέχνης που περιέχει και τεχνικούς όρους της γραμματικής.[1]
Ρητορική εκπαίδευση
Η ρητορική εκπαίδευση (Institutio Oratoria) είναι πραγματεία του Κουιντιλιανού (Marcus Fabius Quintilianus) σε δώδεκα βιβλία, που γράφτηκε στο β΄ μισό του 1ου αι. μ.Χ. και στην οποία ο Ρωμαίος ρήτορας πρότεινε με σχολαστικό τρόπο ένα συνολικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα για τη διδασκαλία και την εκμάθηση της ρητορικής τέχνης, ανέλυσε και κωδικοποίησε τη ρητορική τεχνική και ασχολήθηκε ακόμη και με το ήθος και τον ιδανικό τρόπο ζωής ενός ρήτορα.
Στο ΙΑ΄βιβλίο εμπεριέχεται η περίφημη συζήτηση περί συγγραφέων, Ελλήνων και Λατίνων, που πρέπει να μελετούνται από τους σπουδαστές ρητορικής, με προσωπικές κρίσεις του συγγραφέα για τον καθέναν από αυτούς. Από τους αρχαίους Έλληνες ο Κουιντιλιανός τοποθέτησε τον Όμηρο στην πρώτη θέση για την τελειότητα, την ορθότητα και τα άλλα προσόντα του και θεωρούσε τον Πίνδαρο ως τον τον μεγαλύτερο από του λυρικούς ποητές. Από τους Ρωμαίους τοποθέτησε τον Βιργίλιο στην πρώτη θέση, ενώ τον Κικέρωνα θεωρούσε εξίσου καλό με κάθε Έλληνα ρήτορα, καθώς το ύφος του μπορούσε να συγκριθεί με αυτό του Δημοσθένη.
Στο τελευταίο του βιβλίο (ΙΒ΄) ο Κουιντιλιανός ασχολήθηκε εκτενώς με τα ηθικά προσόντα και με την πειθαρχία που πρέπει να έχει ο ιδανικός ρήτορας.[2]
Η ρητορική στην αρχαία Ελλάδα
Ο Δημοσθένης εξασκούμενος
Αρκετοί μελετητές θεωρούν ότι τα πρώτα δείγματα καταγεγραμμένης ρητορικής υπάρχουν στην Ιλιάδα, όπου ο Όμηρος εμφανίζει μεταξύ άλλων, τον Νέστορα, τον Οδυσσέα και τον Αχιλλέα να αγορεύουν, προσπαθώντας να πείσουν τους συμπολεμιστές τους να ακολουθήσουν τη γνώμη τους. Οι αλλαγές προς το δημοκρατηκότερο, όμως, στο πολιτικό και νομοθετικό σύστημα των περισσότερω αρχαίων ελληνικών πόλεων κρατών, που απαιτούσαν πλέον από τους πολίτες την αποτελεσματική χρήση του λόγου, ώστε να πείσουν τους πολίτες τους για την ορθότητα των αιτιάσεών τους (κατηγοριών), ήταν τα βασικά αίτια για την εμφάνιση και ανάπτυξη της ρητορικής στην κλασική αρχαία Ελλάδα και την εξέλιξη της ως απαραίτητο στοιχείο της εκπαίδευσης.[3]
Ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. εξειδικευμένοι δάσκαλοι, οι σοφιστές, όπως ονομάστηκαν, δίδασκαν τους κανόνες της ρητορικής και παράλληλα αναλάμβαναν τη συγγραφή λόγων επί πληρωμή. Θεμελιωτής της ρητορικής θεωρείται ο Κόραξ ο Συρακούσιος, που εξειδικεύτηκε στους δικανικούς λόγους και όριζε τη ρητορική ως «τέχνη πειθούς». Σε αυτόν και στον μαθητή του, Τισία, αποδίδεται η συγγραφή του πρώτου εγχειριδίου ρητορικής.
Κοράκειος μύθος
Ο Κόραξ συμφώνησε με τον σπουδαστή του Τισία, όπως το υπόλοιπο της οφειλής του τελευταίου από τη διδασκαλία προς τον πρώτο να καταβληθεί, όταν ο Τισίας θα εκέρδιζε ως δικηγόρος την πρώτη του δίκη. Ο Τισίας περατώσας τις σπουδές του δεν ασχολήθηκε με τη δικηγορία, αλλά με το εμπόριο. Μετά διετία ο Κόραξ ενάγει τον Τισία για την καταβολή του υπόλοιπου τους χρέους. Αυτός αρνήθηκε την πληρωμή ισχυριζόμενος ότι δεν εκέρδισε μέχρι στιγμής δίκη και αν το δικαστήριο τον έκρινε ως οφειλέτη και τον καταδίκαζε, τότε δεν χρωστούσε τίποτε όπως από τη συμφωνία προκύπτει καθόσον έχασε την πρώτη δίκη. Ο ενάγων ισχυρίσθηκε ότι ο εναγόμενος οφείλει το ποσόν ούτως ή άλλως, διότι αν το δικαστήριο απέρριπτε την αγωγή, ο Τισίας θα εκέρδιζε την πρώτη δίκη, άλλως θα ώφειλε βάσει της δικαστικής απόφασης να καταβάλει.
Από τους πρώτους σοφιστές ήταν ο Πρωταγόρας, ο οποίος δίδασκε στους μαθητές του τον τρόπο με τον οποίο «ο αδύναμος λόγος μπορούσε να γίνει ισχυρός». Εξίσου σημαντικοί θεωρούνται ο Γοργίας ο Λεοντίνος για τον οποίο η ρητορική ήταν κυρίως ένα μέσο υποβολής, ο Θρασύμαχος ο Χαλκηδόνιος , ο οποίος αποθανανίστηκε από τον Πλάτωνα στην Πολιτεία[4] ως ο επίσημος απολογητής της τυραννίδας και ο Αντιφών ο Ραμνούσιος, ο πρώτος από τους αποκαλουμένους Δέκα Αττικούς Ρήτορες. Η ρητορική θεωρείται ότι έφτασε στο απόγειό της στην αρχαία Ελλάδα κατά τον 4ον αι. με τον Λυσία, τον Ισαίο, τον Ισοκράτη, ο οποίος διεύρυνε τους ορίζοντές της κατατάσσοντα την ως φιλοσοφικό είδος με πρακτική εφαρμογή, τον Αισχίνη και τον Δημοσθένη, του οποίου οι λόγοι κατατάσσονται στα αριστουργήματα της ρητορικής τέχνης.
Η ρητορική στην αρχαία Ρώμη
Οι ομοιότητες του πολιτικού και δικαστικού βίου των αρχαίων Ρωμαίων με αυτόν των αρχαίων Ελλήνων προκάλεσαν το έντονο ενδιαφέρον των πρώτων για τη ρητορική τέχνη. Ήδη από τον 2ον αι π.Χ. οι γόνοι των αριστοκρατικών οικογενειών σπούδαζαν σε ελληνικές πόλεις και κυρίως στη Ρόδο και η ρητορική θεωρείτο πλέον απαραίτητητο στοιχείο της εκπαίδευσής τους. Επηρεασμένοι κυρίως από τις απόψεις του Αριστοτέλη, οι Ρωμαίοι ρήτορες ασπάστηκαν το έργο του και προσπάθησαν να το βελτιώσουν και να το επεκτείνουν με κυριότερους εκφραστές αυτής της προσπάθειας τον Κάτωνα τον πρεσβύτερο, τον Κουιντιλιανό και τον Κικέρωνα που με τα έργα του, μεταξύ άλλων, DE Invetione (περί ευρέσεως), De Oratore (περί ρητόρων) Brutus,(Βρούτος) Orator, Topica έθεσε τις βάσεις της ρωμαϊκής ρητορικής.
Η ρητορική στο Μεσαίωνα
Η γενικότερη παρακμή των επιστημών που συνόδευσε την πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας επηρέασε και τη ρητορική, η οποία επιβίωσε στη δυτική Ευρώπη μέσα από την εκκλησιαστική εκπαίδευση ως ένα από τα τρία μαθήματα του trivium (τα άλλα δύο ήταν η λογική και η γραμματική). Το ίδιο διάστημα, στο Βυζάντιο η ρητορική μεταπήδησε από την αγορά και την Εκκλησία του Δήμου των αρχαίων χρόνων στον άμβωνα των βυζαντινών εκκλησιών, όπου αναδείχτηκαν σημαντικοί ρήτορες, με κορυφαίο ίσως εκπρόσωπο τον πατριάρχη Κωνσταντινοπόλεως Ιωάννη Χρυσόστομο (τέλη 4ου αι.).
Σύγχρονη ρητορική
Οι σύγχρονες σπουδές στη ρητορική θεμελιώνονται σε διαφορετικό φάσμα πρακτικών και νοημάτων απ’ ότι στην αρχαιότητα. Οι μελετητές της ρητορικής θεωρούν ότι η κλασική κατανόηση της ρητορικής είναι περιορισμένη, καθώς η πειθώ εξαρτάται από την επικοινωνία, η οποία με τη σειρά της σχετίζεται με την παραγωγή νοήματος. Έτσι η έννοια της ρητορικής σήμερα περιλαμβάνει κάτι περισσότερο από την απλή δημόσια επικοινωνία και αλληλεπίδραση. Τούτη η έμφαση στο νόημα και την παραγωγή του έλκει την προσοχή των μελετητών σε ένα μεγάλο σώμα κριτικής και κοινωνικής θεωρίας (βλ. κυρίως Μετα-δομισμός και Ερμηνευτική), καθώς επίσης και στα προβλήματα που εγείρονται εξαιτίας της μεθοδολογίας των κοινωνικών επιστημών. Παρόλο που παραδοσιακά η ρητορική σχετιζόταν με την πολιτική, το δίκαιο, τις δημόσιες σχέσεις, την αγορά και τη διαφήμιση η μελέτη της εισήλθε πλέον σε διαφορετικούς τομείς που σχετίζονται με τις ανθρωπιστικές επιστήμες τη θρησκεία και τις κοινωνικές επιστήμες[5], τη δημοσιογραφία, την ιστορία, τη λογοτεχνία, ακόμα και τη χαρτογραφία ή την αρχιτεκτονική, ως οπτικές γλώσσες που μεταφέρουν νόημα. Υπό αυτή την έννοια κάθε όψη της ανθρώπινης ζωής που εξαρτάται από τη δημιουργία και και μεταφορά νοήματος εμπλέκει στοιχεία ρητορικής. "Κατά τα τελευταία δέκα έτη, πολλοί μελετητές διερεύνησαν τον ακριβή τρόπο με τον οποίο εμπλέκεται η ρητορική σε ιδιαίτερους τομείς μελέτης"[6][7][8][9].
Παραπομπές
↑ Αριστοτέλης, Ρητορική
↑ Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 25 σ. 297 ISBN 960-8177-77-4
↑ Ρητορική Αριστοτέλη, τόμ. Α΄ εκδ. Ζήτρος
↑ Πολιτεία Βιβλίο Α΄ 336b
↑ John S. Nelson, Allan Megill, and Donald N. McCloskey The Rhetoric of Human Sciences: Language and Argument in Scholarship and Public Affairs, London: University of Wisconsin Press, 1987
↑ Theodora Polito, Educational Theory as Theory of Culture: A Vichian perspective on the educational theories of John Dewey and Kieran Egan Educational Philosophy and Theory, Vol. 37, No. 4, 2005
↑ Deirdre N. McCloskey (1985) The Rhetoric of Economics [1] (Madison, University of Wisconsin Press).
↑ Nelson, J. S. (1998) Tropes of Politics (Madison, University of Wisconsin Press).
↑ Brown, R. H. (1987) Society as Text (Chicago, University of Chicago Press).
Βιβλιογραφία
Ρητορική Αριστοτέλη, τρεις τόμοι εκδ. Κάκτος
Αριστοτέλης, Ρητορική (Α΄ Τόμος) εκδ. Ζήτρος ISBN 960-7760-85-9
Αριστοτέλης, Ρητορική (Β΄ και Γ΄ τόμος) ISBN 960-8437-14-8
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License