ART

 

.

Ο λενινισμός είναι η μαρξιστική επαναστατική θεωρία και πρακτική που διατύπωσε και εφάρμοσε ο Βλαντιμίρ Λένιν, κατά την οποία η δικτατορία του προλεταριάτου (καθ)οδηγείται από ένα επαναστατικό Κόμμα «εμπροσθοφυλακής» ή «πρωτοπορίας» ευρισκόμενο στην ηγεσία της εργατικής τάξης εν μέσω της ταξικής πάλης. Έτσι οι λενινιστές διακρίνονται από μία συγκεκριμένη ερμηνεία και εφαρμογή του μαρξισμού στηριγμένη στις έννοιες της «πρωτοπορίας» και του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, ενώ συνήθως οργανώνονται σε αστικού-κοινοβουλευτικού τύπου πολιτικά κόμματα, τα οποία ονομάζονται Κομμουνιστικά Κόμματα και συμμετέχουν νομότυπα στις πολιτικές διεργασίες μίας φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Στην Ελλάδα κεντρικός εκφραστής της κομμουνιστικής ιδεολογίας θεωρείται το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, αλλά και άλλοι, μικρότερης εμβέλειας και επιρροής μαρξιστικοί-λενινιστικοί πολιτικοί σχηματισμοί. Ο κομμουνισμός συνήθως αντιπαρατίθεται στο κοινοβουλευτικό επίπεδο με τη σοσιαλδημοκρατία, η οποία επιχειρεί έναν πιο περιορισμένο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας μέσω διαρκών μεταρρυθμίσεων, στοχευμένων μακροπρόθεσμα σε μεγαλύτερη ισοκατανομή του πλούτου, μέσα στο πλαίσιο όμως του αστικού φιλελευθερισμού και της συνταγματικής νομιμότητας. Αντιθέτως ο επαναστατικός σοσιαλισμός, όπου συγκαταλέγεται ο λενινισμός παρά τη συμμετοχή του στο κοινοβουλευτικό σύστημα της φιλελεύθερης δημοκρατίας, προσβλέπει στην πλήρη ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και εστιάζει στη διεθνή εργατική τάξη ως κλειδί αυτής της επανάστασης.

Ιστορικά οι λενινιστές πέτυχαν να εγκαθιδρύσουν τη δική τους εκδοχή της δικτατορίας του προλεταριάτου μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, η οποία οδήγησε στον σχηματισμό της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτή, καθώς και άλλα παρόμοιων δομών κράτη (όπως π.χ. αυτά του ανατολικού μπλοκ κατά τον Ψυχρό Πόλεμο), ευρίσκονταν κατά τη μαρξιστική-λενινιστική θεωρία σε μία μεταβατική φάση προς την αταξική και ακρατική κομμουνιστική κοινωνία. Μέχρι την έλευση ωστόσο του κομμουνισμού, η δικτατορία του προλεταριάτου ενσαρκωνόταν στο πολίτευμα της σοσιαλιστικής λαϊκής δημοκρατίας, προσδιοριζόμενης από μία συγκεντρωτική κυβέρνηση και από κρατική ιδιοκτησία των οικονομικών μέσων παραγωγής. Η κατάσταση αυτή συνιστούσε την υλοποίηση μίας, κατά τους λενινιστές, «σοσιαλιστικής δημοκρατίας», ως «επέκτασης» του μαρξισμού στις συνθήκες του 20ου αιώνα. Οι συντηρητικοί, οι φιλελεύθεροι και αρκετοί μη λενινιστές σοσιαλιστές, θεωρούν συνήθως τις λαϊκές δημοκρατίες ολοκληρωτικά κράτη.

Οι λενινιστές με τον καιρό έχουν διαφοροποιηθεί σε τροτσκιστές, σταλινικούς (οι ίδιοι συνήθως δεν αυτοαποκαλούνται έτσι) και μαοϊκούς. Κύρια εστία των διαφωνιών τους είναι η αντίληψή τους για τη σοσιαλιστική φύση της Σοβιετικής Ένωσης μετά τον θάνατο του Λένιν ή του Στάλιν. Οι ελευθεριακοί μαρξιστές από την άλλη ερμηνεύουν διαφορετικά την έννοια της δικτατορίας του προλεταριάτου (με πρότυπο κυρίως την Παρισινή Κομμούνα και τις αρχές της άμεσης δημοκρατίας ή / και της εργατικής αυτοδιεύθυνσης) μη δίνοντας συνήθως έμφαση στον ρόλο των πολιτικών κομμάτων, ενώ οι αναρχοκομμουνιστές (και, ευρύτερα, οι περισσότεροι ελευθεριακοί σοσιαλιστές) απορρίπτουν τελείως μία τέτοια μεταβατική φάση για το πέρασμα στην αταξική και ακρατική κομμουνιστική κοινωνία, καθώς και κάθε τύπο κοινοβουλευτικής-κομματικής δραστηριοποίησης στο πλαίσιο ενός αστικού-φιλελεύθερου κράτους.

Κομμουνισμός

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License