Ο συμβαλλόμενος ή αλλιώς το συμβαλλόμενο μέρος είναι εκείνος που συνάπτει με κάποιον άλλο μία σύμβαση. Ο όρος απαντά σε όλους τους κλάδους του δικαίου.
Ο συμβαλλόμενος πρέπει να έχει ικανότητα δικαίου, δηλαδή να είναι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο (είτε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου είτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου). Εφόσον ο συμβαλλόμενος είναι νομικό πρόσωπο, συνάπτει σύμβαση μέσω αντιπροσώπου του, ο οποίος πρέπει να είναι εφοδιασμένος με την απαιτουμένη πληρεξουσιότητα.
Στο χώρο του διεθνούς δικαίου, οι συμβαλλόμενοι είναι κράτη ή διεθνείς οργανισμοί. Οι συμβάσεις που συνάπτουν κράτη ή διεθνείς οργανισμοί είναι περισσότερο γνωστές ως διεθνείς συνθήκες ή διεθνείς συμβάσεις και αποτελούν την κύρια πηγή του διεθνούς δικαίου.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License