.
Η Θεία Ευχαριστία, Θεία Κοινωνία, Αγία Κοινωνία ή Θεία Μετάληψη αποτελεί μυστήριο πολλών Χριστιανικών εκκλησιών. Κατά την παράδοση αποτελεί μυστήριο διότι ο ιδρυτής της εκκλησίας Χριστός, στο μυστικό δείπνο προεικόνισε το μυστήριο[1]. Η Θεία Κοινωνία μεταλαμβάνεται συνήθως μετα άρτου και οίνου, τα οποία μεταβάλλονται κατά την ορθόδοξία ή μετουσιώνονται κατά τον Δυτικό τρόπο σκέψης σε σώμα και αίμα Κυρίου. Ο μεταλαμβάνων τη Θεία Ευχαριστία συμμετέχοντας στο μυστήριο, συμμετέχει στο κοινό σώμα της εκάστοτε εκκλησίας.
Ιστορική Αναδρομή
Εμφάνιση και ρόλος στη Χριστιανική κοινότητα
Στη χριστιανική εκκλησία του 1ου αιώνα ο όρος εὐχαριστία δεν είχε την ειδική έννοια που του αποδόθηκε αργότερα αλλά σήμαινε «απόδοση ευχαριστιών, ευγνωμοσύνη» αλλά και ευχαριστήρια προσευχή προς τον Θεό. [2] Στην Καινή Διαθήκη χρησιμοποιούνται οι όροι «κυριακὸν δεῖπνον» («δείπνο του Κυρίου», ΜΠΚ) και «κλάση τοῦ ἄρτου» («το σπάσιμο του ψωμιού», ΜΝΚ) για να περιγράψουν το τελετουργικό γεύμα που ο Ιησούς Χριστός έδωσε εντολή στους μαθητές του να τηρούν λέγοντας: «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν». [3] Από τα τέλη του 1ου αιώνα, σύμφωνα με τη Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων, φαίνεται ότι άρχισε να καθιερώνεται η ονομασία «ευχαριστία» με την τεχνική αυτή σημασία. [4] Προφανώς αυτό συνέβη καθώς οι προσευχές πριν από το αναμνηστικό δείπνο άρχιζαν συνήθως με τα λόγια: «Εὐχαριστοῦμέν σοι, πάτερ ἡμῶν». [5].
Κατά τα πρώτα αποστολικά χρόνια η Θεία Ευχαριστία αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Με αυτή συνδέονταν όλες οι άλλες λατρευτικές και πνευματικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Στη Θεία Ευχαριστία συμμετείχαν όσοι ήσαν βαπτισμένοι, ενώ συνδυαζόταν με κοινή εστίαση των πιστών, τις λεγόμενες «αγάπες». Με βάση την Καινή Διαθήκη[6] η Θεία Ευχαριστία τελείτο συνήθως σε ιδιωτικές κατοικίες. Το εκκλησιαστικό γεγονός τελούνταν με συμμετοχή όλων των πιστών της εκάστοτε τοπικής εκκλησίας, με εξαίρεση ορισμένων ιουδιαοχριστιανικών ομάδων τις Μικράς Ασίας. Η Θεία Ευχαριστία περιείχε «κλάση» του άρτου, την «ευλογία» του ποτηρίου αλλά και κατήχηση με ανάγνωση γραφών, προφητείες, προσευχές και ύμνους. Οι αγάπες κατά το β΄ αιώνα διαχωρίστηκαν απο την Θεία Ευχαριστία λόγω καταχρήσεων που παρουσιάστηκαν.
Αρχικά τελείτο καθημερινώς τις απογευματινές ώρες. Ήδη όμως κατά τον 1ο αιώνα ξεχώριζε η τελούμενη Θεία Ευχαριστία της Κυριακής. Μάλιστα κατα την Κυριακή τελούνταν δύο συνάξεις μια «εωθινή» και μια «εσπερινή» κατά την οποία και τελείτο η Θεία Ευχαριστία. Ο λόγος για τον οποίο όμως μεταφέρθηκε πρωί η σύναξη, σήμερα δε βρίσκει πειστικές εξηγήσεις. Επικράτησε η άποψη πως η κατηγορία του Πλινίου κατά των Χριστιανών ως «μυστική εταιρία» και ο διωγμός που εξαπέλυσε οδήγησε την εκκλησία να μεταθέσει στην «εωθινή» σύναξη της Κυριακής τη Θεία Ευχαριστία και εν συνεχεία να καθιερωθεί. Αυτό όμως τελικά δε φαίνεται αρκετά πειστικό, αφού αυτή η μεταφορά τελικά δεν απάλλασσε απο τις όποιες υποψίες τους χριστιανούς, που συνέχισαν την τέλεσή της.
Το λειτουργικό πλαίσιο της Θείας Ευχαριστίας
Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας κατά τον πρώτο αιώνα παραμένει σήμερα σχεδόν άγνωστος λόγω κυρίως «απόρρητης πειθαρχίας» (disciplina arcani) που επικρατούσε στους εκκλησιαστικούς κύκλους της εποχής, που είχαν μάλιστα οδηγήσει τους αντιπάλους και πολέμιους του χριστιανισμού σε δαιμονοποίηση του Ευχαριστιακού γεγονότος. Οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε έχουν έμμεσο χαρακτήρα αναφορών, όπως οτι η λειτουργία που τελείτο είχε μέρη διδακτικό και μυστηριακό, εξού και οι κατηχούμενοι απαγορευόταν να παρακολουθήσουν. Σε μια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση μάλιστα ο H.Lietzmann[7] θεωρεί πως πρέπει να γίνει μια διάκριση του Κυριακού δείπνου σε δύο τύπους, εκ των οποίων ο ένας ήταν δείπνος συναδελφώσεως και ενότητας των χριστιανών μεταξύ τους και προς τον Κύριο, ο δε άλλος ήταν μυστηριακός δείπνος σε ανάμνηση της θυσίας του Κυρίου. Έτσι ο πρωτος ταυτιζόταν προς τη συνεστίαση του Χριστού με του μαθητές του, που τελείτο απο την πρώτη χριστιανική κοινότητα της Παλαιστίνης, ενώ ο δεύτερος με το μυστικό δείπνο και τελείτο απο τις Ελληνικές κοινότητες των χριστιανών.
Κατά το 2ο αιώνα υπάρχει σχετική γραμματεία η οποία συνδυασμένα μας δίνει κάποιες πληροφορίες. Κατά το πρώτο μέρος απαγέλλονταν αναγνώσματα απο προφητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης ή τους ψαλμούς, πραγμοτοποιείτο κύρηγμα του προεστώτος αλλά και η ανάγνωση ευχών. Ο Τερτυλλιανός[8] υπαινίσσεται και απαγγελία ψαλμών και ύμνων. Στο μυστηριακό μέρος κατά τον Ιουστίνο, έχουμε ασπασμό ειρήνης, προσφορά τιμίων δώρων και ολοκληρονώταν με την Θεία Ευχαριστία. Το «σώμα» το προσέφερε ο επίσκοπος, ενώ το «αίμα» με το Άγιο ποτήριο ο διάκονος. Το «σώμα» Κυρίου δύνατο να ληφθεί και μετά το πέρας της συνάξεως, όπως δύνατο να το λάβουν και όσοι δεν παρεβρίσκονταν στην ευχαριστιακή σύναξη. Επίσης ο Ιουστίνος αναφέρει «κράση» δηλαδή ανάμιξη ύδατος και οίνου. Οι πιστοί όταν λάμβαναν τον άρτο ήσαν ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε να μην πέσουν ψυχία, ενώ τηρείτο συγκεκριμένη στάση των χειρών κατά τη παράδοση, ήτοις το αριστερό χέρι σφιχτά κάτω απο το δεξί.
Η Θεολογία της Θείας Ευχαριστίας
Ορθόδοξη Εκκλησία
Η Θεία Ευχαριστία αποτελεί το σπουδαιότερο μυστήριο της Εκκλησίας. Θεωρείται ότι αποτελεί πρόγευση των εσχάτων, της Βασιλείας του Θεού. Στο παρελθόν όλα τα υπόλοιπα μυστήρια τελούνταν μέσα στη Θεία Ευχαριστία, από τον 12ο αιώνα και μετά όμως άρχισαν να τελούνται χωριστά[9].
Στη Θεία Ευχαριστία ο άρτος και ο οίνος, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μετατρέπονται-μεταβάλλονται σε «σώμα» και «αίμα» Κυρίου. Κατά τον Ιγνάτιο Φιλαδελεφείας αποτελεί «φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του μη αποθανείν αλλά ζην εν Χριστώ Ιησού δια παντός». Επίσης αναφέρει «την ευχαριστίαν σάρκα είναι του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπερ ημών των αμαρτιών παθούσαν, εν τη χρηστότητι ο Πατήρ έγειρε». Ο μεταλαμβάνων την θεία Ευχαριστία ενώνεται μυστικώς με τον ίδιο τον Ιησού Χριστό[10]. Ο λόγος που καλείται Θεία Ευχαριστία προκύπτει απο δύο λόγους, αφενώς διότι ο Ιησούς Χριστός πρωτού τα παραδόσει Ευχαρίστησε τον Πατέρα και αφετέρου διότι είναι Ευχαριστία και εκ μέρους των πιστών [11]. Η Θεία Ευχαριστία κατά το ρηθέν του Ευαγγελιστή Ιωάννη αποτελεί για ένα ορθόδοξο το κέντρον της ζωής του[12]. Αυτή η λεγόμενη και «αναίμακτη» θυσία, προσφέρεται ως ιλαστήριος, ικετήριος, ευχαρίστήριος θυσία προς την πραγματική αναίμακτον σταυρική θυσία του Χριστού, υπέρ πάντων των Αγίων, εξαιρέτως υπέρ της Υπεραγίας Θεοτόκου, των κεκοιμημένων και ζώντων και εν ασθενείες, των οδοιπορούντων, υπέρ πάντων και πασών. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός δε, χαρακτηρίζει τη μεταβολή ως ανερμήνευτον και ανεξερεύνητον[13]. Ο κάθε ορθόδοξος δε δύναται να μετέχει κατά βούληση αν δεν έχει προηγηθεί κάθαρση. Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει «...ο μεν γαρ εναγείς και ακάθαρτος ουδέ εν εορτή δίκαιος...ο δε καθαρός και δια μετανοίας ακριβούς αποσμηξάμενος και πλημελλήματα και εν εορτή και αεί δίκαιος...». Έτσι προ του «φοβερού βήματος του Χριστού» απαιτείται εξομολόγηση, μετάνοια και νηστεία.
Καθολική Εκκλησία
Προτεσταντικές και Πεντηκοστιανές Εκκλησίες
Οι περισσότερες Προτεσταντικές και Πεντηκοστιανές εκκλησίες τελούν την Θεία Ευχαριστία για την ανάμνηση της σταυρικής θυσίας του Ιησού Χριστού και πιστεύουν πως το oίνος και ο άρτος είναι σύμβολα του αίματος και του σωματος Του. Αυτό πίστευαν και οι Ελβετοί ηγέτες της Μεταρύθμισης αυτό πίστευε αρχικά και ο Μαρτίνος Λούθηρος. Αργότερα όμως ο Λούθηρος ανέπτυξε το δόγμα της συμμετουσίωσης το οποίο ήταν και η αιτία της πρώτης βασικής διαίρεσης στον χώρο του Προτεσταντισμού. Κατά το δόγμα της συμμετουσίωσης ο Ιησούς Χριστός, ως Θεάνθρωπος, λόγω της αδιάλυτης ένωσης των δύο φύσεων στο πρόσωπό του, είναι παρών στην τελετή της Θείας Ευχαριστίας, όχι με τη θεία μόνο φύση του, αλλά και με την ανθρώπινη, έτσι που ο άρτος και ο οίνος αποκτούν την ουσία του σώματος και του αίματος του, χωρίς να αποβάλλουν τη δική τους ιδιαίτερη υπόσταση. Βέβαια σήμερα οι περισσότερες εκκλησίες θεωρούν πως το ο άρτος και ο οίνος είναι σύμβολα. Και στην Ελλάδα οι περισσότερες Προτεσταντικές και Πεντηκοστιανές εκκλησίες είναι της ίδιας άποψης, εκτός από την Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής η οποία πιστεύει ότι το κρασί και το ψωμί μεταβάλλονται σε σώμα και αίμα Χριστού πνευματικά, δια της πίστεως.
Υποσημειώσεις
- 1. ↑ Ματθαίον ΚΣΤ΄ 26-28
- 2. ↑ Ματθ. 15:36· Πράξ. 24:3
- 3. ↑ 1 Κορ. 11:20· Λουκ. 22:19· 24:35· Πράξ. 2:46
- 4. ↑ Διδαχή 9:1, 5
- 5. ↑ Διδαχή 9:2, 3
- 6. ↑ Πράξεις 12,12,17-21,18-Προς Ρωμαίους 16,5,23-Α΄Κορινθίους 16,19 κ.α.
- 7. ↑ Messe und Herrenmahl,Bohn
- 8. ↑ De anima 9
- 9. ↑ Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου Ιω. Ζηζιούλα, Εκκλησιολογία
- 10. ↑ Κύριλλος Ιεροσολύμων, Κατήχησις Δ, 3
- 11. ↑ Ιωάννης Χρυσόστομος. Ευχή αναφοράς της Θείας Λειτουργίας
- 12. ↑ Iωάννου ΣΤ΄, 53
- 13. ↑ Έκδοσις Ορθοδόξου Πίστεως Δ΄,13
Bιβλιογραφία
- Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002.
- Ηλία Μηνιάτη, Οι Τρεις περι Πίστεως Λόγοι (Δογματική Ορθοδόξου Εκκλησίας), Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήνα.
- The Anchor Bible Dictionary, Τόμος 4, 1992, Doubleday.
- Γ. Κωνσταντίνου, Λεξικόν των Αγίων Γραφών, Εν Αθήναις, 1973/1999.
- Β. Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 6η έκδ., 1959/1998, Εκδ. Παπαδημητρίου.
- E.W. Bullinger, A Critical Lexicon and Concordance to the English and Greek New Testament, 1999, Kregel Publications.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License