.
Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας (1595-1682). Η μνήμη του επιτελείται στις 6 Αυγούστου.
Κατά κόσμον Ιωαννούλης ή Γιαννούλης υπήρξε επιφανής διδάσκαλος του Γένους και σθεναρός αγωνιστής της Ορθοδοξίας.
Γεννήθηκε στο Μέγα Δένδρο Αποκούρου από φτωχούς γονείς.
Το 1616 χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή Τατάρνας και παρέμεινε για ένα διάστημα στη Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους. Μεταβαίνοντας για επίσκεψη της Μονής Αγίας Αικατερίνης Σινά, χειροτονήθηκε το 1619 πρεσβύτερος από τον δυναμικό Πατριάρχη Αλεξανδρείας (μετέπειτα Οικουμενικό) Κύριλλο Λούκαρη.
Μετά το Σινά, πραγματοποίησε προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, όπου υπηρέτησε ως εφημέριος του πατριαρχικού παρεκκλησίου του Αγίου Κωνσταντίνου από το 1619 ως το 1622.
Συνέχισε τις σπουδές του στα Τρίκαλα, την Κεφαλλονιά και τη Ζάκυνθο, όπου μαθήτευσε κοντά στο Θεόφιλο Κορυδαλλέα.
Όταν το 1636 ο Οικουμενικός πια Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης κάλεσε τον Κορυδαλλέα στην πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, ο τελευταίος πήρε μαζί του και τον Όσιο, που τοποθετήθηκε εφημέριος στο Ναό του Κοντοσκαλίου. Κατόπιν μαθήτευσε κοντά στο Μελέτιο Συρίγο για μικρό διάστημα, για να επανέλθει και πάλι κοντά στον Κορυδαλλέα.
Έζησε εκ του σύνεγγυς τις ταλαιπωρίες και τις περιπέτειες του Κύριλλου Λούκαρη και υπέστη απηνή διωγμό για την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία και για το αδούλωτο πνεύμα του.
Μετά τη θανή του Κύριλλου Λούκαρη ο Όσιος είχε συνθέσει ακολουθία προς τιμή του.
Καθαιρέθηκε από τον "Πατριάρχη" Κύριλλο Κονταρή, τον Τουρκόφιλο και Λατινόφρονα διώκτη του Κύριλλου Λούκαρη.
Όταν αποκαταστάθηκε η εκκλησιαστική τάξη, ο νέος Πατριάρχης Παρθένιος τον επανέφερε πανηγυρικά (1639).
Διηύθυνε από το 1639 ως το 1640 τη Σχολή της Άρτας. Μετά από ταλαιπωρία το 1641 στο Αιτωλικό, όπου τον φυλάκισαν οι Τούρκοι, δίδαξε ως το 1645 στο Μεσολόγγι και στη συνέχεια πήγε στο Καρπενήσι, όπου ανήγειρε μεγάλο Ναό της Αγίας Τριάδας και στον περίβολό του Σχολή Ανωτέρων Γραμμάτων, που απέβη για την Ευρυτανία κέντρο πνευματικής αναγεννήσεως.
Ανέδειξε πολλούς και σπουδαίους μαθητές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν Πατριάρχες, Επίσκοποι και ο Αναστάσιος Γόρδιος.
Το 1661 μετέβη στα Βραγγιανά και ίδρυσε Σχολή στη Μονή της Αγίας Παρασκευής, που αργότερα ονομάσθηκε "Ελληνομουσείον Αγράφων".
Φρόντισε, να ιδρυθεί Σχολή και στο Αιτωλικό.
Το 1674 ξαναγύρισε στο Καρπενήσι, στην παλιά του Σχολή, όπου έμεινε ως το 1675.
Μετά από μερικές περιπλανήσεις του στη Ναύπακτο, στο Μεσολόγγι και στο Αιτωλικό, και παραμονή στη Μονή Τατάρνας, επέστρεψε στα Βραγγιανά και δίδαξε ως το 1680.
Μετά από δύο χρόνια εξεδήμησε προς Κύριον και ετάφη στο νάρθηκα της Αγίας Παρασκευής, όπου είχε ετοιμάσει ο ίδιος τον τάφο του.
Είχε προφητικό χάρισμα, ήταν ταπεινός, ελεήμων, φιλάνθρωπος, φωτισμένος δάσκαλος, αγαπούσε τη λειτουργική ζωή, έζησε με στερήσεις και βίο ανεπίληπτο.
Κατηχούσε τους πολυπληθείς μαθητές του στη γνήσια ορθόδοξη πίστη και παράδοση. Άφησε αξιόλογο συγγραφικό έργο και πολύτιμες επιστολές, που διακρίνονται για βαθιά ελληνομάθεια, γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα και σοφία. Έγινε όσιος και κατατάχθηκε στο Ορθόδοξο εορτολόγιο από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου την 1η Ιουλίου 1982.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License