.
Ο Στίλπων καταγόταν από τα Μέγαρα της Ελλάδας και υπήρξε μαθητής μερικών οπαδών του Ευκλείδη. Κάποιοι λένε πως υπήρξε μαθητής και του ίδιου του Ευκλείδη, αλλά και του Θρασύμαχου του Κορίνθιου που ήταν φίλος του Ιχθύα, όπως λέει ο Ηρακλείδης. Τόσο πολύ τους ξεπέρασε όλους στην επινοητικότητα και τη σοφιστεία, ώστε λίγο έλειψε να στρέψει όλη η Ελλάδα σ'αυτόν την προσοχή της και να μεγαρίσει. Γι' αυτόν ο Φίλιππος ο Μεγαρικός λέει επί λέξει τα εξής: «Από τον Θεόφραστο απέσπασε τον Μητρόδωρο τον θεωρητικό και τον Τιμαγόρα από τη Γέλα, από τον Αριστοτέλη τον Κυρηναϊκό, τον Κλείταρχο και τον Σιμμία. Από τους διαλεκτικούς, απέσπασε τον Παιώνειο από τον Αριστείδη, ενώ τον Δίφιλο τον Βοσποριανό του Ευφάντου και τον Μύρμηκα του Εξαινέτου, που πήγαν για να τον αντικρούσουν, τους έκανε φανατικούς οπαδούς του». Εκτός απ' αυτούς πήρε με το μέρος του τον περιπατητικό Φρασίδημο, που ήταν έμπειρος φυσικός, και τον ρήτορα 'Αλκιμο, που ξεπερνούσε όλους τους Έλληνες ρήτορες. Ο Κράτης και πολλοί άλλοι πιάστηκαν στα δίχτυα του, αλλά κυρίως πήρε με το μέρος του τον Ζήνωνα και τον Φοίνικα. Είχε επίσης σπουδαίες ικανότητες στην πολιτική. Παντρεύτηκε, αλλά είχε και σχέσεις με την εταίρα Νικαρέτη, όπως λέει κάπου και ο Ονήτωρ. Απέκτησε μια κόρη αδιάντροπη, που την παντρεύτηκε ο φίλος του Σιμμίας ο Συρακούσιος. Επειδή η συμπεριφορά της ήταν τελείως ανάρμοστη, κάποιος είπε στον Στίλπωνα πως τον ντροπιάζει. Εκείνος απάντησε: «Όχι περισσότερο απ' όσο εγώ την τιμώ». Τον εκτιμούσε, λένε, και ο Πτολεμαίος Σωτήρ, ο οποίος, όταν έγινε κύριος των Μεγάρων του πρόσφερε χρήματα και του ζήτησε να ταξιδέψει μαζί του στην Αίγυπτο. Εκείνος κράτησε ένα μέρος των χρημάτων, όμως αρνήθηκε το ταξίδι και πήγε στην Αίγινα μέχρι που απέπλευσε ο Πτολεμαίος. Αλλά και ο Δημήτριος ο γιος του Αντίγονου, όταν κατέλαβε τα Μέγαρα, δεν πείραξε το σπίτι του και φρόντισε να του επιστραφούν όσα του είχαν αρπάξει. Όταν του είπε πως θέλει να του φτιάξει κατάλογο των πραγμάτων που έχασε, είπε πως δεν είχε χάσει τίποτε από τα δικά του, γιατί κανείς δεν του αφαίρεσε τη μόρφωση και εξακολουθεί να έχει ευγλωττία και γνώσεις. Συζητώντας μαζί του σχετικά με το τι ωφελεί τους ανθρώπους, [ο Δημήτριος] εντυπωσιάστηκε τόσο ώστε επιθυμούσε να τον ακούει.
Λένε πως αυτός ήταν που έκανε για την Αθηνά του Φειδία την ερώτηση: «Η Αθηνά, η κόρη του Δία, ήταν θεός;» του είπαν «ναι» και συνέχισε: «Αυτή όμως δεν είναι του Δία, αλλά του Φειδία». Συμφώνησαν και τότε συμπλήρωσε: «Επομένως δεν είναι θεός». Γι' αυτά τα λόγια οδηγήθηκε στον Άρειο Πάγο και δεν τα αρνήθηκε, αλλά είπε πως μίλησε σωστά, γιατί η Αθηνά δεν είναι θεός, αλλά θεά, αφού θεοί είναι οι άνδρες. Όμως οι Αρεοπαγίτες τον διέταξαν να φύγει αμέσως από την πόλη. Τότε ο Θεόδωρος, ο επονομαζόμενος θεός, είχε πει κοροϊδευτικά: «Πού το ξέρεις αυτό Στίλπων; σήκωσες το ρούχο της και το είδες;» Η αλήθεια είναι πως ο Θεόδωρος ήταν θρασύτατος, ενώ ο Στίλπων ευπρεπής.
Όταν ο Κράτης τον ρώτησε, αν ευχαριστούν τους θεούς οι ευχές και τα προσκυνήματα, λένε πως είπε: «Μη μου κάνεις τέτοιες ερωτήσεις στον δρόμο, ανόητε,αλλά όταν είμαι μόνος». Την ίδια απάντηση είχε δώσει ο Βίων όταν ρωτήθηκε, αν υπάρχουν θεοί: "Δεν θα απομακρύνεις από κοντά μου τον όχλο, ταλαίπωρε γέρο"
Ο Στίλπων ήταν απλός, ανεπιτήδευτος και προσαρμοζόταν εύκολα με τους απλούς ανθρώπους. Όταν κάποτε ο Κράτης ο κυνικός δεν απάντησε σε ερώτηση του, αλλά έκλασε, του είπε: «Ήξερα πως θα πεις τα πάντα εκτός απ' αυτά που πρέπει»! Κάποια φορά [ο Κράτης]του πρόσφερε ένα ξερό σύκο και συγχρόνως του έκανε μια ερώτηση, αυτός πήρε απλώς το σύκο και το έφαγε κι όταν εκείνος είπε: «Ηρακλή, έχασα το σύκο», του απάντησε: «Όχι μόνο το σύκο,αλλά και την ερώτηση της οποίας το σύκο ήταν προκαταβολή». Κάποιο χειμώνα που είδε τον Κράτητα ζαρωμένο από το κρύο, του είπε: «Μου φαίνεται, Κράτη, πως έχεις ανάγκη ρούχου καινού [καινούριου], (που σήμαινε επίσης ρούχου και-νου). Εκείνος ενοχλήθηκε και παρώδησε ως εξής:
Είδα τον Στίλπωνα σε άθλια κατάσταση στα Μέγαρα
όπου λένε πως βρίσκεται το κρεβάτι του Τυφωέος
εκεί φερόταν εριστικά κι είχε μαζί του πολλούς φίλους,
που επιδιώκοντας την αρετή με λόγια, έχαναν τον καιρό τους.
Λένε πως τόσο προκαλούσε την προσοχή του κόσμου στην Αθήνα, ώστε έβγαιναν από τα εργαστήρια για να τον δουν. Όταν κάποιος του είπε: «Στίλπων, σε περιεργάζονται σα θηρίο», απάντησε: «Όχι, σαν άνθρωπο αληθινό». Ήταν πολύ ικανός στις εριστικές συζητήσεις και απέρριπτε και τα είδη. Έλεγε πως όποιος λέει «άνθρωπος» δεν εννοεί τίποτε, επειδή δεν μιλάει ούτε γΓ αυτόν ούτε για εκείνον. Και γιατί να είναι αυτός και να μην είναι εκείνος; Άρα δεν είναι ούτε αυτός. Επίσης, έλεγε ότι λάχανο δεν είναι αυτό που του δείχνουν,γιατί το λάχανο υπήρχε πριν χιλιάδες χρόνια, άρα αυτό δεν είναι λάχανο. Λένε πως κάποτε, πριν ολοκληρωθεί μια συζήτηση που είχε με τον Κράτη, έτρεξε να αγοράσει ψάρια. Εκείνος προσπάθησε να τον συγκρατήσει λέγοντας: «Αφήνεις τη συζήτηση;» «Όχι, τη συζήτηση την κρατώ, εσένα αφήνω. Η συζήτηση μπορεί να περιμένει, τα ψάρια όμως θα πουληθούν». Αναφέρονται εννέα διάλογοι του με ψυχρό ύφος: «Μόσχος», «Αρίστιππος ή Καλλίας», «Πτολεμαίος», «Χαιρεκράτης», «Μητροκλής», «Αναξιμένης», «Επιγένης», «Προς την κόρη του», «Αριστοτέλης». Ο Ηρακλείδης λέει πως υπήρξε μαθητής του και ο Ζήνων ο στωικός. Από τον Έρμιππο μαθαίνουμε πως πέθανε γέρος, αφού ήπιε κρασί για να επιταχύνει τον θάνατο.
ΠΗΓΗ: ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License