Ο Καλλίνικος Γκούμας, ιερομόναχος και Ηγούμενος της Μονής Λευκών, πλησίον του Αυλωναρίου Ευβοίας, γεννήθηκε το 1789 και σε ηλικία 11 ετών εισήλθε στη Μονή Λευκών (Εισοδίων της Θεοτόκου από της ιδρύσεως της και Αγίου Χαραλάμπους από του έτους 1840).
Ο Ηγούμενος Καλλίνικος Γκούμας και οι μοναχοί της Μονής πολέμησαν στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 στο πλευρό του στρατηγού Νικολάου Κριεζώτη, ο οποίος δώρισε στο μοναστήρι την εικόνα του Αγίου Χαραλάμπους που αγιογραφήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τη δεκαετία του 1830 καθώς και δύο μεγάλα ορειχάλκινα κηροπήγια, ως έκφραση ευγνωμοσύνης μετά την παραμονή του στη Μονή και τη θεραπεία του από νόσο.
Στις 25 Μαΐου του 1823 ο Καλλίνικος Γκούμας, βρισκόταν στο στρατόπεδο του Νικολάου Κριεζώτη στο Χαρζάνι της Καρύστου. Όταν αποβιβάσθηκε ο στρατός του αρχιναύαρχου του Τουρκικού στόλου Χοσρέφ πασά, απέτρεψε τον Νικόλαο Κριεζώτη να συγκρουθεί μαζί του, λέγοντάς του: «Κριεζώτη, ακουσόν με, δεν κάμνεις τώρα τίποτε, θα σκοτωθείς, χωρίς να ωφελήσεις την Πατρίδα σου, ή θα εύρωσιν αφορμήν αυτοί που ζητούν να σου πάρουν το καπετανλίκι και να σε σκοτώσουν.» Ο Νικόλαος Κριεζώτης άκουσε τα λόγια του Ηγουμένου και αποσύρθηκε από το Χαρζάνι της Καρύστου. Στην Κάρυστο κατέπλευσε πλοίο (σκούνα) από τα Επτάνησα για να φορτώσει λεμόνια. Ο πλοίαρχος Κοσμέτος συνεννοήθηκε με το Μουσταφά Οντάμπαση, εξάδελφο του Ομέρ πασά, «ίνα προς άγραν εξέλθωσι και μοιράσωσι την λείαν εξίσου». Ο Μουσταφάς Οντάμπασης, αφού πήρε μαζί του και σαράντα Τούρκους Καρυστινούς, κατέπλευσε διά του Καφηρέως (ακρωτήριο Κάβο Ντ’ Όρο) στις ανατολικές ακτές της Εύβοιας. Οι κάτοικοι των Πετριών, της Δύστου και των Κριεζών είχαν καταφύγει για προστασία στη νησίδα των Πετριών Κάμηλο. Στις 12 Μαΐου του 1824 ο Μουσταφάς Οντάμπασης προσέγγισε τη νησίδα Κάμηλο και με παραπλανητικά λόγια αποβιβάσθηκε. Ο άγρυπνος όμως Καλλίνικος Γκούμας έμαθε για την άφιξη του Μουσταφά Οντάμπαση και επιβιβάσθηκε σε πλοίο (μπρατσέρα) με 35 άνδρες με σκοπό να απομακρύνει από τη νησίδα Κάμηλο όσους είχαν καταφύγει εκεί. Ο Μουσταφάς Οντάμπασης, όταν είδε το πλοίο του Ηγουμένου, έστειλε εναντίον του μεγάλη λέμβο με οκτώ οπλισμένους Τούρκους. Άρχισε έτσι μια πεισματώδης ναυμαχία, η οποία διήρκησε δύο ώρες. Αφού οι Τούρκοι κατάλαβαν ότι ο Ηγούμενος πλεονεκτούσε, γύρισαν πίσω για να συνεχίσουν τον αφανισμό των Χριστιανών.
Η δράση του Καλλίνικου Γκούμα μαρτυρείται σε πιστοποιητικό, το οποίο υπέγραψαν το 1844 ο Επίσκοπος Νεόφυτος, ο υποστράτηγος Νικόλαος Κριεζώτης και ο Βάσος Μαυροβουνιώτης. Σύμφωνα με το πιστοποιητικό αυτό ο Καλλίνικος Γκούμας: «Έχων μεθ’ εαυτού και πέντε (5) μοναχούς τους κ.κ Θεοφάνην Βελισσαρίου, Αναγνώστην Αποστόλου, Ιωάννην Αποστόλου και τους ήδη εσχάτως αποθανόντας Συμεών Τζαντίλην και Ιωάννην.. κατοίκους της αυτής Μονής, δράξας τα όπλα, συνοπλίσας και τους μοναχούς τούτου , με ιδικά του όπλα, τρέφων εν ταυτώ και πληρώνων αυτούς εξ ιδίων του αδιακόπως τέσσερα έτη αφ’ ής στιγμής ήλθε μετ’ εμού, υπηρέτησε υπό την διευθυνσίν μου στρατιωτικώς και ως ιερεύς υπέρ της ανεξαρτησίας της κοινής Πατρίδος..»
Πέραν των ανωτέρω, ο Ηγούμενος Καλλίνικος Γκούμας πήρε μέρος και στις μάχες, οι οποίες έγιναν στα Βρυσάκια, στο Διακόφτι, στο Βατήσι, στο Μαρμάρι κ.ά. Τα έξοδα για τον εξοπλισμό και τη διατροφή των μοναχών ανήλθαν σε 10.000 τουρκικά γρόσια, μέρος των οποίων με αίτησή του προς τον Έπαρχο Καρυστίας ζήτησε να του καταβληθεί ως αποζημίωση.
Πηγές
Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, Τόμος ΛΘ’ , Αθήνα, 2010 – 2012
Μοναχολόγιο Μονής Λευκών, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License