.
Δεν είσαι συ που αιματοκυλίσθης;
Έμεινα μάρμαρον όταν σε είδα!
Πότε σηκώθηκες; πότ' εστολίσθης;
Και τόσον φαίνεσαι χρυσή μου ελπίδα;
Χθες δεν εφαίνεσο, ήσουν θαμμένη,
μέσα στα βάσανα μέσα στον χρόνον
ήσουν αγνώριστη κουρελιασμένη
και στέμμα δεν είχες, δεν είχες θρόνον.
Τώρα πετάχθηκες ψηλά ωραία
ακούσθη η φήμη σου πάλιν σαν πρώτα
έχεις βασίλειον και βασιλέα,
και πάλιν άρχισες να δίδεις φώτα.
Σε κάμνει πιο ψηλήν κάθε λεπτόν σου,
σε κάμνει πιο λαμπράν κάθε στιγμή σου,
πού είναι να βλέπουσι την πρόοδόν σου,
όλοι σου οι ήρωες κι όλοι οι θεοί σου;
Σαν κόσμημά σου με τον Παρθενώνα
λάμπ' η Ακρόπολις και σε στολίζει,
η ανεκτίμητος της γης κορώνα,
και περισσότερον σε ομορφίζει.
Οι ξένοι που έρχονται να σε θαυμάσουν
σ' αυτούς καρφώνεται η προσοχή σου,
από τη ζήλεια τους μη σε ματιάσουν
και πάθεις τίποτε τρέμ' η ψυχή μου.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License