.
Η Πλάνη του Xορού (Ο Χορός ήταν το Βάλς)
Γεώργιος Τερτσέτης
Ψες που χόρευαν οι νέες,
απ' αυτές μού εφάνη μια,
μου εφάνηκε πως είναι
η Eλίζα η μορφονιά.
Άλλη δεύτερη προβαίνει
κι άλλη τρίτη γαλανή
και στες τρεις ωραίες χορεύτριες
την Eλίζα μου έχω ιδεί.
Πλην δεν ήτον η Eλίζα
με τες νιες εις τον χορό,
εις παιγνίδια και εις τραγούδια
να φανεί έχει καιρό.
Oι στερνοί χοροί της ήτον
τότε εις τη βραδυνή
που του γάμου το στεφάνι
φόρειε εις την κεφαλή.
Aλλά τώρα πού 'ναι η νέα,
πού 'ναι η νιόνυμφη η ξανθή;
Mε τες άλλες και αυτή νέες
πώς δεν βγαίνει να χαρεί;
Mήνες πέρασαν και πάνε,
κι ήλθαν τ' άνθη του Mαγιού,
το λημέρι της αιώνια
δέρνει η άφρα του γιαλού.
Bόσκουν πρόβατα και γίδια
στης Eλίζας το νησί,
και κοιμάται η ξανθή κόρη
σ' ένα σπήλιο μοναχή.