ζερβοκουτάλας
Ελληνικά
Ετυμολογία
ζερβοκουτάλας < ζερβός + κουτάλα (αυτός που κρατάει το κουτάλι με το αριστερό χέρι)
Ουσιαστικό
ζερβοκουτάλας αρσενικό και ζερβοκουτάλα
(σε αστεϊσμό) ο αριστερόχειρας
Μεταφράσεις
ζερβοκουτάλας
→ δείτε τη λέξη ζερβοκουτάλα
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License