υστεροβουλία
Ελληνικά
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | υστεροβουλία | οι | υστεροβουλίες |
γενική | της | υστεροβουλίας | των | υστεροβουλιών |
αιτιατική | την | υστεροβουλία | τις | υστεροβουλίες |
κλητική | υστεροβουλία | υστεροβουλίες | ||
Παράρτημα |
Ετυμολογία
υστεροβουλία < ελληνιστική κοινή ὑστεροβουλία
Ουσιαστικό
υστεροβουλία θηλυκό
η συγκάλυψη των ιδιοτελών στόχων με την προβολή μιας έντονα φιλικής διάθεσης προς τους άλλους
Μεταφράσεις
υστεροβουλία
γαλλικά : arrière-pensée (fr)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License