ξεκλείδωτος
Ελληνικά
Ετυμολογία
ξεκλείδωτος : ρηματικό επίθετο σε -τος από το ξεκλειδώνω
Επίθετο
ξεκλείδωτος, -η, -ο
που δεν έχει κλειδωθεί
Αντώνυμα
κλειδωμένος
Μεταφράσεις
ξεκλείδωτος
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License