ξεγνοιασιά
Ελληνικά
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ξεγνοιασιά | οι | ξεγνοιασιές |
γενική | της | ξεγνοιασιάς | των | ξεγνοιασιών |
αιτιατική | την | ξεγνοιασιά | τις | ξεγνοιασιές |
κλητική | ξεγνοιασιά | ξεγνοιασιές | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
ξεγνοιασιά < ξεγνοιάζω ξεγνοιασ- + -ιά. Αναλύεται σε ξε- + έγνοια
Ουσιαστικό
ξεγνοιασιά θηλυκό
άλλη μορφή του ξενοιασιά
Συγγενικές λέξεις
ξεγνοιάζω
ξέγνοιασμα
ξέγνοιαστος
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License