ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ξαναβλέπω

Ελληνικά

Ετυμολογία

ξαναβλέπω < ξανά + βλέπω

Ρήμα

ξαναβλέπω

κοιτάζω κάτι για δεύτερη φορά, εκ νέου
συναντώ κάποιον ξανά

τον ξαναείδα τις προάλλες, να έβλεπες πώς έχει αλλάξει!

Κλίση
Ενεργητική φωνή

Εξακολουθητικοί χρόνοι
πρόσωπα Ενεστώτας Παρατατικός Εξ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική Μετοχή
α' ενικ. ξαναβλέπω ξαναέβλεπα θα ξαναβλέπω να ξαναβλέπω ξαναβλέποντας
β' ενικ. ξαναβλέπεις ξαναέβλεπες θα ξαναβλέπεις να ξαναβλέπεις ξαναβλέπε
γ' ενικ. ξαναβλέπει ξαναέβλεπε θα ξαναβλέπει να ξαναβλέπει
α' πληθ. ξαναβλέπουμε ξαναβλέπαμε θα ξαναβλέπουμε να ξαναβλέπουμε
β' πληθ. ξαναβλέπετε ξαναβλέπατε θα ξαναβλέπετε να ξαναβλέπετε ξαναβλέπετε
γ' πληθ. ξαναβλέπουν(ε) ξαναέβλεπαν
ξαναβλέπαν(ε)
θα ξαναβλέπουν(ε) να ξαναβλέπουν(ε)
Συνοπτικοί χρόνοι
πρόσωπα Αόριστος Συνοπτ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική Απαρέμφατο
α' ενικ. ξαναείδα θα ξαναδώ να ξαναδώ ξαναδεί
β' ενικ. ξαναείδες θα ξαναδείς να ξαναδείς ξαναδές
γ' ενικ. ξαναείδε θα ξαναδεί να ξαναδεί
α' πληθ. ξαναείδαμε θα ξαναδούμε να ξαναδούμε
β' πληθ. ξαναείδατε θα ξαναδείτε να ξαναδείτε ξαναδείτε
γ' πληθ. ξαναείδαν(ε) θα ξαναδούν(ε) να ξαναδούν(ε)
Συντελεσμένοι χρόνοι
πρόσωπα Παρακείμενος Υπερσυντέλικος Συντελ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική
α' ενικ. έχω ξαναδεί είχα ξαναδεί θα έχω ξαναδεί να έχω ξαναδεί
β' ενικ. έχεις ξαναδεί είχες ξαναδεί θα έχεις ξαναδεί να έχεις ξαναδεί
γ' ενικ. έχει ξαναδεί είχε ξαναδεί θα έχει ξαναδεί να έχει ξαναδεί
α' πληθ. έχουμε ξαναδεί είχαμε ξαναδεί θα έχουμε ξαναδεί να έχουμε ξαναδεί
β' πληθ. έχετε ξαναδεί είχατε ξαναδεί θα έχετε ξαναδεί να έχετε ξαναδεί
γ' πληθ. έχουν ξαναδεί είχαν ξαναδεί θα έχουν ξαναδεί να έχουν ξαναδεί



Μεταφράσεις
ξαναβλέπω

γαλλικά : revoir (fr)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License