ξαμώνω
Ελληνικά
Ετυμολογία
ξαμώνω < μεσαιωνική ελληνική ἐξαμώνω / ἀξαμώνω (στοχεύω, υπολογίζω) < ἔξαμον / ἔξαμος (μονάδα μέτρησης) < λατινική examen < *ex-agmen < exigo < ex + ago < πρωτοϊταλικά *agō < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *h₂eǵ- (ἄγω)
Ρήμα
ξαμώνω
(λαϊκότροπο)
σηκώνω απειλητικά το χέρι μου για να χτυπήσω κάποιον
(ιδιωματικό) (Σαρακατσάνοι) απλώνω το χέρι, για να πλησιάσω κάποιον ή για να πάρω / δώσω κάτι
(παρωχημένο) μετρώ απόσταση ή χωρητικότητα, σημαδεύω για να υπολογίσω
σημαδεύω
(παρωχημένο) πλησιάζω (ίσως υπό την επίδραση του σιμώνω)
Μεταφράσεις
ξαμώνω
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License