ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


τίμιος

Ελληνικά
Ετυμολογία

τίμιος < αρχαία ελληνική τίμιος < τιμή, τιμῶ

Επίθετο

τίμιος -α -ο

έντιμος, ηθικός, ευσυνείδητος

≠ αντώνυμα: άτιμος, ανέντιμος, ανήθικος

ιερός, όσιος

≠ αντώνυμα: ανίερος, ανόσιος

Εκφράσεις

τίμια δώρα: (θρησκεία) στη χριστιανική εκκλησιαστική ορολογία, ο άρτος και ο οίνος της Θείας Ευχαριστίας
τίμιο ξύλο: (θρησκεία) κομμάτι από το Σταυρό του Ιησού Χριστού

Συγγενικές λέξεις

τιμιότητα
έντιμος
εντιμότητα

Μεταφράσεις
τίμιος

αγγλικά : honest (en)
γαλλικά : honnête (fr) αρσενικό ή θηλυκό
γερμανικά : ehrbar (de), ehrenhaft (de), ehrenwert (de)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License