ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ταριχεύω

Ελληνικά

Ετυμολογία

ταριχεύω < →

Ρήμα

ταριχεύω (μεταβατικό)

εκτελώ/πραγματοποιώ ταρίχευση

Συγγενικές λέξεις

ταριχεύομαι
ταρίχευση
ταριχευτής
ταριχευτικός

Μεταφράσεις
ταριχεύω

αγγλικά : embalm (en)
γαλλικά : embaumer (fr)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License