ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ταπεινώνω

Ελληνικά
Ετυμολογία

ταπεινώνω < αρχαία ελληνική ταπεινόω-ῶ < ταπεινός

Ρήμα

ταπεινώνω

με τη συμπεριφορά μου, μειώνω την αξιοπρέπεια κάποιου

Συνώνυμα

εξευτελίζω
προσβάλλω

Αντώνυμα

εξαίρω
υψώνω

Δείτε επίσης

ταπεινώνομαι

Συγγενικές λέξεις

→ δείτε τη λέξη ταπεινός

Κλίση
Ενεργητική φωνή

Εξακολουθητικοί χρόνοι
πρόσωπα Ενεστώτας Παρατατικός Εξ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική Μετοχή
α' ενικ. ταπεινώνω ταπείνωνα θα ταπεινώνω να ταπεινώνω ταπεινώνοντας
β' ενικ. ταπεινώνεις ταπείνωνες θα ταπεινώνεις να ταπεινώνεις ταπείνωνε
γ' ενικ. ταπεινώνει ταπείνωνε θα ταπεινώνει να ταπεινώνει
α' πληθ. ταπεινώνουμε ταπεινώναμε θα ταπεινώνουμε να ταπεινώνουμε
β' πληθ. ταπεινώνετε ταπεινώνατε θα ταπεινώνετε να ταπεινώνετε ταπεινώνετε
γ' πληθ. ταπεινώνουν(ε) ταπείνωναν
ταπεινώναν(ε)
θα ταπεινώνουν(ε) να ταπεινώνουν(ε)
Συνοπτικοί χρόνοι
πρόσωπα Αόριστος Συνοπτ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική Απαρέμφατο
α' ενικ. ταπείνωσα θα ταπεινώσω να ταπεινώσω ταπεινώσει
β' ενικ. ταπείνωσες θα ταπεινώσεις να ταπεινώσεις ταπείνωσε
γ' ενικ. ταπείνωσε θα ταπεινώσει να ταπεινώσει
α' πληθ. ταπεινώσαμε θα ταπεινώσουμε να ταπεινώσουμε
β' πληθ. ταπεινώσατε θα ταπεινώσετε να ταπεινώσετε ταπεινώστε
γ' πληθ. ταπείνωσαν
ταπεινώσαν(ε)
θα ταπεινώσουν(ε) να ταπεινώσουν(ε)
Συντελεσμένοι χρόνοι
πρόσωπα Παρακείμενος Υπερσυντέλικος Συντελ. Μέλλ. Υποτακτική Προστακτική
α' ενικ. έχω ταπεινώσει είχα ταπεινώσει θα έχω ταπεινώσει να έχω ταπεινώσει
β' ενικ. έχεις ταπεινώσει είχες ταπεινώσει θα έχεις ταπεινώσει να έχεις ταπεινώσει
γ' ενικ. έχει ταπεινώσει είχε ταπεινώσει θα έχει ταπεινώσει να έχει ταπεινώσει
α' πληθ. έχουμε ταπεινώσει είχαμε ταπεινώσει θα έχουμε ταπεινώσει να έχουμε ταπεινώσει
β' πληθ. έχετε ταπεινώσει είχατε ταπεινώσει θα έχετε ταπεινώσει να έχετε ταπεινώσει
γ' πληθ. έχουν ταπεινώσει είχαν ταπεινώσει θα έχουν ταπεινώσει να έχουν ταπεινώσει



Μεταφράσεις
ταπεινώνω

αγγλικά : humiliate (en)
γαλλικά : humilier (fr), rabaisser (fr)
εσθονικά : alandama (et)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License