ταμπεραμέντο
Ελληνικά
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ταμπεραμέντο | τα | ταμπεραμέντα |
γενική | του | ταμπεραμέντου | των | ταμπεραμέντων |
αιτιατική | το | ταμπεραμέντο | τα | ταμπεραμέντα |
κλητική | ταμπεραμέντο | ταμπεραμέντα | ||
Παράρτημα |
Ετυμολογία
ταμπεραμέντο < ιταλική temperamento
Ουσιαστικό
ταμπεραμέντο ουδέτερο (και ταπεραμέντο)
η ιδιοσυγκρασία, ο ιδιαίτερος χαρακτήρας κάποιου
φλογερό ταμπεραμέντο
Μεταφράσεις
ταμπεραμέντο
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License