ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


σπρωξιά

Ελληνικά

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σπρωξιά οι σπρωξιές
      γενική της σπρωξιάς των σπρωξιών
    αιτιατική τη σπρωξιά τις σπρωξιές
     κλητική σπρωξιά σπρωξιές
Παράρτημα

Ετυμολογία

σπρωξιά < σπρώχνω (έσπρωξα) + -ιά

Ουσιαστικό

σπρωξιά θηλυκό

απότομη ώθηση σε κάποιον ή κάτι (συνήθως με τα χέρια)

Συνώνυμα

σκούντημα
σκουντιά
σπρώξιμο

Μεταφράσεις
σπρωξιά

αγγλικά : shove (en), push (en)
γαλλικά : bousculade (fr)
ισπανικά : empujón (es)
πολωνικά : popchnięcie (pl)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License