σλόγκαν
Ελληνικά
Ετυμολογία
σλόγκαν < αγγλική slogan < σκοτικά γαελικά sluagh-ghairm (κραυγή μάχης) < παλαιοϊρλανδικά slúag, slóg (στρατός) < πρωτοκελτικά *slougos (στράτευμα, στρατός) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *slowgʰo- (συνοδεία) + παλαιοϊρλανδικά gairm (κραυγή) < πρωτοκελτικά *garman- / *garrman- (κραυγή) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ǵh₂r-smn- < *ǵh₂r- (κραυγάζω, φωνάζω)
Ουσιαστικό
σλόγκαν ουδέτερο άκλιτο
σύντομο διαφημιστικό μήνυμα εμπορικού ή πολιτικού περιεχομένου, διατυπωμένο με τέτοιο τρόπο που να το προσέχει ο δέκτης και να παραμένει στη μνήμη του
Μεταφράσεις
σλόγκαν
αγγλικά : slogan (en)
γαλλικά : slogan (fr)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License