ρυπογόνος
Ελληνικά
Ετυμολογία
ρυπογόνος < → ρύπος + γόνος < γίγνομαι ,
Επίθετο
ρυπογόνος, -ος, -ο
που προκαλεί τη ρύπανση
Συνώνυμα
ρυπαντικός
Συγγενικές λέξεις
→ δείτε τη λέξη ρύπος
Μεταφράσεις
ρυπογόνος
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License