ρυάζομαι
Ελληνικά
Ετυμολογία
ρυάζομαι < → αρχ. ὠρύομαι, με σίγηση τού αρκτικού άτονου ω και κατάλ. άζομαι
Ρήμα
ρυάζομαι
ουρλιάζω.
Μεταφράσεις
ρυάζομαι
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License