ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ρωγμή

Ελληνικά

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρωγμή οι ρωγμές
      γενική της ρωγμής των ρωγμών
    αιτιατική τη ρωγμή τις ρωγμές
     κλητική ρωγμή ρωγμές
Παράρτημα

Ετυμολογία

ρωγμή < αρχαία ελληνική ῥωγμή

Προφορά

ΔΦΑ : /ɾɔ.ˈɣmi/

ρωγμές σε δρόμο
Ουσιαστικό

ρωγμή θηλυκό

η σχισμή που έχει τη μορφή μίας ακανόνιστης γραμμής η οποία εμφανίζεται στην επιφάνεια ενός στερεού σώματος
ρωγμές δημιουργήθηκαν σε πολλά σπίτια από το σεισμό
(μεταφορικά) η διάσπαση ενός συνόλου ή μίας ενότητας
υπήρξαν πολλές ρωγμές στη σχέση μας τον τελευταίο καιρό

Συγγενικές λέξεις

ρωγμάτωση
ρωγμώδης

Μεταφράσεις
ρωγμή
αγγλικά : crack (en)
γαλλικά : fissure (fr)
ισπανικά : grieta (es)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License