ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


ρετσινιά
Δείτε επίσης : ρετσίνα

Ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρετσινιά οι ρετσινιές
      γενική της ρετσινιάς των ρετσινιών
    αιτιατική τη ρετσινιά τις ρετσινιές
     κλητική ρετσινιά ρετσινιές
Παράρτημα

Ετυμολογία

ρετσινιά < ρετσίνι + -ιά < μεσαιωνική ελληνική ρετσίνη < αρχαία ελληνική ῥητίνη

Ουσιαστικό

ρετσινιά θηλυκό

κηλίδα / λεκές από ρετσίνι
(μεταφορικά) δυσφήμιση, συκοφαντία από την οποία δύσκολα μπορεί να απαλλαγεί κάποιος

≈ συνώνυμα: στίγμα

Συγγενικές λέξεις

→ δείτε τις λέξεις ρετσίνι και ρητίνη

Μεταφράσεις
ρετσινιά

γαλλικά : médisance (fr)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License